Είχα πολύ καιρό να ακούσω κάποιο έργο του Hans Zender, και η πλήρως τυχαία ακρόαση του "Yamaon" και των "Presagi" του κατά το πρωινό της χθεσινής Κυριακής, στάθηκε για μένα μια ηχητική έκπληξη, τέτοια που δεν είναι τόσο αναμενόμενη σε έναν άνθρωπο που έχει εθιστεί πλέον στην avant-garde και την μουσική του 20ού αιώνα.
Αυτά που μου προξένησαν κυριαρχική εντύπωση ήταν η μοναδικότητα και αυτοφυία των έργων του. O Zender φαίνεται να έχει εγκαθιδρύσει μια εντελώς προσωπική άποψη για την avant-garde, τέτοια, στην οποία είναι δύσκολο πια να ανιχνευθεί οποιαδήποτε εμφανής Messiaen-ική σειραϊκή και ατονική κληρονομιά, και ακόμα ,η μετατόπιση του κέντρου ενδιαφέροντος από τα έγχορδα στα πλέον συγκεντρωτικά και βαριά πνευστά ως σημείο εκδήλωσης του εκτροχιασμού του ήχου από την μελωδική γραμμή και την έννοια της ορθόδοξης σύνθεσης (ακόμα και για τα δεδομένα της avant-garde) προς αυτόν τον ίδιο τον εαυτό του ανθρώπου, έτσι όπως προβάλλει ωμά στο φως μέσα από τις κάποτε αποκαλυπτικές, κάποτε μητροπολιτικές και όχι σπάνια "πρωτογονικές" εκφάνσεις των ήχων του συνθέτη, προξενεί ένα κάποιο δέος στον ακροατή όσον αφορά τις τελικώς τεράστιες και πρωτίστως υπαρκτικές δυνατότητες της avant-garde, και κατά ύστερο λόγο "ηχητικές".
Ένα τέτοιο δέος είχα να το νοιώσω ενώπιον έργου του 20ού αιώνα από τότε που πρωτάκουσα το "Licht" του Stockhausen.
Μου έφερε στο μυαλό από μια άποψη τον βέβαια κατά πολύ πιο εξτρεμιστή Péter Eötvös. Άλλωστε και οι δύο συνθέτες ακολουθούν πρωτίστως ή κατά εξ ίσου σημαντικό λόγο καρριέρα διευθυντή ορχήστρας.
Και για μένα είναι κάτι περισσότερο από φανερό, πως όταν ένας μαέστρος συνθέτει, συνθέτει πάντα με ένα τρόπο καθόλου αμέτοχο στην κύρια επαγγελματική ιδιότητά του.
Από τον Mahler μέχρι τον Boulez και τον Zender, όλοι οι διευθυντές ορχήστρας στις προσωπικές συνθέσεις τους έχουν μια τάση προς τις βαριές, αργές και mid-tempo συμφωνικές, και κάποτε "δωρικές" εκφράσεις του ήχου. Πράγμα βέβαια λογικό γιατί η έννοια της ορχήστρας δεν μπορεί παρά να είναι η φυσική προέκταση του μυαλού τους και της αντίληψης που έχουν για την "χωρική" έκταση του ήχου.
Εν κατακλείδι, η ηχητική του Zender δεν είναι βέβαια ό,τι πιο προσιτό στο κόσμο (κυρίως για εκείνους που έχουν μεσάνυχτα από μουσική του 20ού αιώνα) ωστόσο, κάποιοι τέτοιοι λαμπροί συνθέτες, πραγματικοί καλλιτέχνες των ήχων, θα μας υπενθυμίζουν πάντα με τις δημιουργικές προσπάθειές τους, πως η μουσική, ναι, όσο και αν ακουστεί αυτό τόσο απίθανο σήμερα, είναι τέχνη, και όχι απεριτίφ για ένα καλύτερο μικροαστικό ονείρεμα ζωής.
Από το mixpod δεξιά , ακούμε ολόκληρο το "I Presagi" του συνθέτη.
Αυτά που μου προξένησαν κυριαρχική εντύπωση ήταν η μοναδικότητα και αυτοφυία των έργων του. O Zender φαίνεται να έχει εγκαθιδρύσει μια εντελώς προσωπική άποψη για την avant-garde, τέτοια, στην οποία είναι δύσκολο πια να ανιχνευθεί οποιαδήποτε εμφανής Messiaen-ική σειραϊκή και ατονική κληρονομιά, και ακόμα ,η μετατόπιση του κέντρου ενδιαφέροντος από τα έγχορδα στα πλέον συγκεντρωτικά και βαριά πνευστά ως σημείο εκδήλωσης του εκτροχιασμού του ήχου από την μελωδική γραμμή και την έννοια της ορθόδοξης σύνθεσης (ακόμα και για τα δεδομένα της avant-garde) προς αυτόν τον ίδιο τον εαυτό του ανθρώπου, έτσι όπως προβάλλει ωμά στο φως μέσα από τις κάποτε αποκαλυπτικές, κάποτε μητροπολιτικές και όχι σπάνια "πρωτογονικές" εκφάνσεις των ήχων του συνθέτη, προξενεί ένα κάποιο δέος στον ακροατή όσον αφορά τις τελικώς τεράστιες και πρωτίστως υπαρκτικές δυνατότητες της avant-garde, και κατά ύστερο λόγο "ηχητικές".
Ένα τέτοιο δέος είχα να το νοιώσω ενώπιον έργου του 20ού αιώνα από τότε που πρωτάκουσα το "Licht" του Stockhausen.
Μου έφερε στο μυαλό από μια άποψη τον βέβαια κατά πολύ πιο εξτρεμιστή Péter Eötvös. Άλλωστε και οι δύο συνθέτες ακολουθούν πρωτίστως ή κατά εξ ίσου σημαντικό λόγο καρριέρα διευθυντή ορχήστρας.
Και για μένα είναι κάτι περισσότερο από φανερό, πως όταν ένας μαέστρος συνθέτει, συνθέτει πάντα με ένα τρόπο καθόλου αμέτοχο στην κύρια επαγγελματική ιδιότητά του.
Από τον Mahler μέχρι τον Boulez και τον Zender, όλοι οι διευθυντές ορχήστρας στις προσωπικές συνθέσεις τους έχουν μια τάση προς τις βαριές, αργές και mid-tempo συμφωνικές, και κάποτε "δωρικές" εκφράσεις του ήχου. Πράγμα βέβαια λογικό γιατί η έννοια της ορχήστρας δεν μπορεί παρά να είναι η φυσική προέκταση του μυαλού τους και της αντίληψης που έχουν για την "χωρική" έκταση του ήχου.
Εν κατακλείδι, η ηχητική του Zender δεν είναι βέβαια ό,τι πιο προσιτό στο κόσμο (κυρίως για εκείνους που έχουν μεσάνυχτα από μουσική του 20ού αιώνα) ωστόσο, κάποιοι τέτοιοι λαμπροί συνθέτες, πραγματικοί καλλιτέχνες των ήχων, θα μας υπενθυμίζουν πάντα με τις δημιουργικές προσπάθειές τους, πως η μουσική, ναι, όσο και αν ακουστεί αυτό τόσο απίθανο σήμερα, είναι τέχνη, και όχι απεριτίφ για ένα καλύτερο μικροαστικό ονείρεμα ζωής.
Από το mixpod δεξιά , ακούμε ολόκληρο το "I Presagi" του συνθέτη.