Sunday, November 11, 2012

Ο ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ


Η ποίηση από την φύση της είναι ένα μάλλον υπερ-ταξικό φαινόμενο γραφής με την έννοια πως ο ποιητής ανεξάρτητα από την οικονομική τάξη στην οποία ανήκει (και σύμφωνα βέβαια με ένα δεδομένο θεωρητικό σχήμα που πολλές φορές παραβλέπει πως το κακό δεν είναι η μικροαστική οικονομική θέση αλλά η μικροαστική συνείδηση) έρχεται με την ίδια του την πράξη της ποιητικής δημιουργίας ως τέτοια να αρνηθεί, θα έλεγε κανείς, τον μηχανισμό της εκμεταλλευτικής κοινωνίας στο βαθμό μάλιστα που η ποίηση παραμένει έως σήμερα η πιο βαθειά αντικοινωνική και αντιπαραγωγική (με οικονομικούς και υπεραξιακούς όρους) διαδικασία:  ένα καθαρό λουλούδι του πνεύματος μέσα στον βαλτότοπο της φαντασιωτικής δυστυχίας των wannabe διευθυντών και των επιδεικνυομένων "ταλέντων" των λογοτεχνικών  reality  show (όρα ...social media).

Από αυτή την άποψη, η ποίηση μακράν απέχοντας από το να "συμφιλιώνει" τις κοινωνικές τάξεις, εν τούτοις τις υπερβαίνει προς όφελος ενός "πνευματικού κομμουνισμού" (για να θυμηθούμε τις μεγαλοφυείς προ-οράσεις ενός Hölderlin), μιας κοινοκτημοσύνης δηλαδή του πνευματικού αγαθού που στις ισχύουσες συνθήκες της εκμεταλλευτικής κοινωνίας δεν μπορεί παρά να είναι διαμεσολαβημένη από τους χίλιους δυο "μεσάζοντες" που επιστρατεύει το άρχον μέρος της κοινωνικής πυραμίδας για να ελέγχει την πνευματική παραγωγή: κριτικοί, παρατρεχάμενοι, εκδότες, περιθωριοποιημένοι σε λογοτεχνικά έντυπα δημοσιογράφοι και αναστενάζοντες από συγκίνηση φιλότεχνοι και "θεωρητικοί" της τέχνης, όλος ο υπερτροφικός παρασιτικός εσμός των λαθροβιούντων (εξαιρουμένων φυσικά των φωτεινών και ενίοτε πολύ φωτεινών εξαιρέσεων) από την στιχική γραφή προσπαθεί να βρει μια θέση κάτω από τον ήλιο της λογοτεχνίας, ανοίγοντας διάπλατα ωστόσο για αυτό το παράθυρο στο σκοτάδι του πιο ωμού και βάρβαρου εκμεταλλευτικού βορβόρου καθώς και της σηπόμενης ανθρωπολογικής επικράτειας ενός παρακμάζοντος καπιταλισμού.

Αυτή η κοινοκτημοσύνη ωστόσο του πνευματικού αγαθού, που ανεξάρτητα από τις προθέσεις ενός ποιητή εμπεριέχεται αντικειμενικά μέσα στο ποιητικό αποτέλεσμα,  είναι ό,τι πιο αντι-μικροαστικό από την φύση του, γιατί πολύ απλά, κάθε έννοια μικροϊδιοκτησίας, ιδιοχρησίας και ιδιοτέλειας φαντάζει προς αυτό τόσο ξένο όσο και η ίδια η ποίηση προς τις αποκτηνωτικές δομές ενός εκμεταλλευτικού συστήματος.

Γι' αυτό ακριβώς προκαλούν πάντοτε θυμηδία στους πιο συνειδητοποιημένους από τους ποιητές και αναγνώστες τα μαζικοποιημένα φαινόμενα μικροκαρριερισμού και ιδιωτείας που συντρέχουν την πνευματική παραγωγή της ποίησης, ιδιαίτερα από το ξέσπασμα της Βιομηχανικής Επανάστασης στον 19ο αιώνα έως σήμερα.

Η οριστική αποκοπή και ο απογαλακτισμός του ποιητή από προστατευόμενο είδος στην αυλή κάποιου ηγεμόνα και η προσπάθεια μετατροπής του σε πνευματικό υπάλληλο και εξωραϊστή της νεωτερικότητας του πιο προχωρημένου και  αποφασισμένου καπιταλισμού στην Δυτική Ευρώπη δεν απέδωσε αυτά που ακριβώς περίμενε το πλέον μορφωμένο τμήμα της ευρωπαϊκής αστικής τάξης: 
εν πολλοίς ο ποιητής, στο βαθμό που είναι πραγματικός, καλός, ουσιαστικός ποιητής και όχι πνευματικός κλόουν, παρέμεινε ένα συχνά απρόβλεπτο, και όχι σπάνια, ανατρεπτικότατο φαινόμενο. Ο λόγος γι' αυτό είναι βέβαια η ίδια η "αναρχοκομμουνιστική" φύση κάθε πραγματικής  ποίησης (ακόμα και αν ο ποιητής εμφορείται από συντηρητική ή αντιδραστική ιδεολογία).

Γιατί ο ποιητής όταν γράφει είναι πραγματικά ελεύθερος και με την (πολύ ουσιαστική) πρόφαση του "ποιητικού" μπορεί να τοποθετήσει πανίσχυρες "βόμβες" στα θεμέλια μιας απάνθρωπης-εκμεταλλευτικής κοινωνίας καθώς και στα ταμπού της, ηθικά, θεολογικά, κοινωνιολογικά και οικονομολογικά.

Από εκεί και πέρα η ενσωμάτωση της γραφής και του ποιητή στους σκοπούς μιας άρχουσας τάξης μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την λυσσασμένη παρέμβαση και προπαγάνδα όλου εκείνου του παρασιτικού εσμού των κριτικών, εκδοτών και των μικροθεληματιών  που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Το δόλωμα εδώ είναι ορατό: η υπόσχεση μιας καρριέρας και ενός "κύρους" ανάμεσα σε άλλα "ψάρια"(αναγνώστες που θέλουν να γίνουν ποιητές κάποια στιγμή ή ζουν με την ελπίδα πως θα γίνουν αποδεκτοί στον έτσι κι αλλιώς περιορισμένο μικρόκοσμο των παρα-ποιητικών πραγμάτων) οι οποίοι με τη σειρά τους χρησιμοποιούνται ως δόλωμα και αλιείς ταυτόχρονα ο ένας για τον άλλον.

Σήμερα , σε συνθήκες παρατεταμένης κρίσης και αγωνίας του παγκόσμιου καπιταλισμού η μικροαστικότητα στη γραφή και το "φαίνεθαι" ενός ποιητή, ως μαζικό φαινόμενο, όχι μόνο δεν έχει υποχωρήσει, αλλά θα έλεγε κανείς πως όσο ο καπιταλισμός παραπαίει και η μικροαστική τάξη ασμένως προλεταριοποιείται, τόσο πιο πολύ οι έξαλλες χίμαιρες για "ποιητική καρριέρα" αυξάνονται και μαίνονται στους ενδιαφερόμενους. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα social media ( facebook, twitter, κλπ.) για να καταλάβει για τα καλά  τι σημαίνει εκπόρνευση της ποιητικής δραστηριότητας και εξευτελισμός κάθε έννοιας πνευματικότητας.  
Εκεί, και καταμεσής ενός περιβάλλοντος που όχι μόνο για έκθεση ποίησης δεν θα προσφερόταν αλλά ούτε καν για τα περίφημα ιδιόχειρα "σημειώματα στο μπακάλη" του βιογράφου (τα οποία συνιστούν βέβαια και το ακρότατον άκρον της παράνοιας της φετιχιστικής αλλοτρίωσης του ποιητικού φαινομένου) παρατηρεί κανείς με απορητική θλίψη το ΤΡΑΓΙΚΟ θέαμα ποιητών και "ποιητών" να αναλώνονται  με ό,τι πιο ηλίθιο και σαχλαμαρίστικο μπορεί να φανταστεί κανείς. 
Είναι ακόμα πιο τραγικό να τους βλέπεις να απλώνουν τα εξώφυλλα των βιβλίων τους , αν υπάρχουν, στην σελίδα τους όπως οι μικροπωλητές που απλώνουν τις πραμάτειές τους στον πάγκο τους και περιμένουν τον πελάτη (για να μη χρησιμοποιήσουμε κάποια πιο ωμή και ενδεχομένως πιο ακριβή μεταφορά όσον αφορά τον όρο "πελάτη"). Είναι δείγμα προχωρημένης σήψης να τους βλέπεις να κάνουν τον κλόουν με βιντεάκια και αστειάκια για να "διασκεδάσουν" το κοινό των "likes" (για να ανταποδώσει κανείς μόνο και μόνο τα likes σε αυτή την ιδιότυπη σχέση virtual δούναι και λαβείν, θα πρέπει να ξοδεύει ώρες επί ωρών! τι να κάτσεις να γράψεις ύστερα από μια τέτοια τόσο βαθειά απ-ανθρωποποιημένη και αλλοτριωτική διαδικασία; και οι ολίγοι στίχοι που με το ζόρι θα βγουν θα περιγράφουν τι; για φανταστείτε το... και διόλου τυχαίο που όταν τελικώς ξεστομίζουν τους ολίγους ξέμπαρκους στίχους τους, έχει την εντύπωση κανείς πως τους έμεινε ως "κουσούρι" να απευθύνονται ακόμα και μέσω της ποίησης σε ...πλήθη· η όλη παραδηλωτική της γραφής τους είναι καθαρά απευθυντική όχι σε ένα υγιές ποιητικό και φαντασιωτικό alter ego-ιδανικό αναγνώστη, αλλά στην φανταστική και εξιδανικευμένη προβολή των "likes"-θαμώνων ψευδοακολούθων μέσα στο μυαλό τους).

Είναι ακόμα πιο τραγική θα έλεγε κανείς η αφόρητη μικροαστική επιδίωξη για την πρόσκτηση και επιβολή μιας "καρριέρας" στα ποιητικά. Δεν έχει σημασία αν οι ενδιαφερόμενοι αδυνατούν να κατανοήσουν ακόμα (και προφανώς δεν θα το κατανοήσουν ποτέ) πως ένας ποιητής δεν "κρίνεται" σχεδόν ποτέ στο καιρό του και από τους συγχρόνους του, αλλά πολύ αργότερα (και πολλές φορές περνάνε και  αρκετές γενεές ώσπου να λάβει τη θέση που του αρμόζει ή αξίζει στη λογοτεχνία). Κανένα νόημα, ακόμα, δεν έχει γι' αυτούς, αν το κοινό των "likes" θα τους ξεχάσει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα σε περίπτωση που αμελήσουν για δυο εβδομάδες, ας πούμε, να αναρτήσουν κάποιο βιντεάκι ή αστειάκι ή κάποιο ολιγόστιχο κατασκεύασμα που τρεμοσβήνει κατά κανόνα στα όρια ενός "ιδιωτικού οράματος" για την ποίηση.

Σημασία έχει ένα: πως η ποίηση μπορεί και επί μακρόν ακόμα να "επιτρέψει" τον κακό εαυτό της, ποτέ όμως τον ανεπανόρθωτα πλέον αλλοτριωμένο εαυτό της. Πράγματι, ένας κακός ή άτεχνος ποιητής έχει δυνάμει ή θεωρητικά την ικανότητα να εξελιχθεί σε καλό ποιητή, αν καθήσει και δουλέψει υπεύθυνα  και συστηματικά και αξιοποιήσει το όποιο ταλέντό του αν υπάρχει.
Ένας ποιητής όμως που κατέληξε "διασκεδαστής" έχει διαβεί πλέον τον Ρουβίκωνα που διαχωρίζει την ίδια την πρωτογενή φύση της ποίησης από τα επιγενόμενα περιττώματα της παραγωγικής διαδικασίας της και είναι δύσκολο να "γυρίσει πίσω".

Και αν κάποια στιγμή η προχωρημένη σήψη αυτού του κόσμου παραχωρήσει την θέση της σε έναν νέο, πιο υγιή κόσμο, τότε οι επερχόμενες γενεές θα έχουν και στο πεδίο της λογοτεχνίας -ανάμεσα σε άλλα- πολλή δουλειά ώσπου να "καθαρίσουν" πλήρως όλη αυτήν την υπερσυσσωρευμένη και υπερεκχειλίζουσα σε περιττούς και άπρεπους καιρούς  κόπρο του Αυγεία.