Ο George Rochberg είναι από τους συνθέτες εκείνους που όσο περισσότερο ακούει κάποιος μια (μεγάλη ή αρκετή) ποσότητα από το έργο του, τόσο περισσότερο "εθίζεται" στον ήχο και την συνθετική αντίληψή του.
Πάρα πολύ ιδιαίτερη περίπτωση, σίγουρα, για την μουσική του 20ού αιώνα, μιας και ο συνθέτης υπήρξε από εκείνους που καίτοι είχαν το σημείο της αφετηρίας τους στον δωδεκαφθογγισμό της Δεύτερης Σχολής της Βιέννης, εν τούτοις απεφάσισαν κάποια στιγμή να τον αφήσουν προς κάτι άλλο. Αυτό το "άλλο" για πολλούς μπορεί να ήταν η κλασσική τονική γραφή, για άλλους μια καθαρή ή πρώιμη avant-garde, για τον Rochberg όμως υπήρξε μια προσπάθεια συνταιριασμού και συνήχησης του σειραϊσμού με την τονικότητα.
Επιχείρησε δηλαδή να βρει μια "σύνθεση" ανάμεσα στην κληρονομημένη από το παρελθόν και την νέα μουσική των προχωρημένων αρχών του 20ού αιώνα έτσι όπως την ώρισε ο Arnold Schoenberg και οι συν αυτώ.
Γεννημένος στο New Jersey το 1918, υπήρξε μαθητής του μεγάλου μαέστρου Georg Szell και μετά από μια συνεπή πορεία στην σειραϊκή μουσική με ιδιαίτερα ποιοτικές συνθέσεις , έκανε για πρώτη φορά φανερή σε έργα του όπως το "Κουρτέττο Εγχόρδων Νο.3 " (ένα πραγματικό αριστούργημα) την χρήση καθαρά τονικών περασμάτων σε μια εκλεκτική μείξη με το σειραϊσμό.
Θεώρησε και αυτός -ακολουθώντας το δίλημμα και το προβληματισμό που επέφεραν η νέα μουσική της Δεύτερης Σχολής της Βιέννης- πως ο δωδεκαφθογγισμός επέκτεινε μεν με πολύ δημιουργικό τρόπο τους ορίζοντες της κλασσικής μουσικής, το αντίτιμο ωστόσο γι' αυτό ήταν να μην επιτρέπει την έκφραση βάθους συναισθήματος όταν αυτή είναι επιθυμητή, πράγμα που είναι ή θεωρείται πολύ καίριο, ως δυνατότητα επιλογής τουλάχιστον, για τη μουσική σε σχέση με άλλες τέχνες έτσι κι αλλιώς.
Προσωπικά δεν συμφωνώ με όσους αναλώνονται στο να ανιχνεύουν και να εντοπίζουν "πλεονεκτήματα" και "μειονεκτήματα" στην ηχητική της Δεύτερης Σχολής της Βιέννης, γιατί κάτι τέτοιο παραβλέπει σαφώς την υφή της αναγκαιότητας αυτής της μουσικής που ξεπερνά μια απλή μουσική αναγκαιότητα: η δωδεκατονική τεχνική δεν είναι απλά ένα "άλλο στυλ" ή μια "πιο νέα μουσική" για το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, αλλά συνιστά ένα στην ουσία ανθρωπολογικό άλμα, πέρα από το μουσικό-συνθετικό.
Προσωπικά δεν συμφωνώ με όσους αναλώνονται στο να ανιχνεύουν και να εντοπίζουν "πλεονεκτήματα" και "μειονεκτήματα" στην ηχητική της Δεύτερης Σχολής της Βιέννης, γιατί κάτι τέτοιο παραβλέπει σαφώς την υφή της αναγκαιότητας αυτής της μουσικής που ξεπερνά μια απλή μουσική αναγκαιότητα: η δωδεκατονική τεχνική δεν είναι απλά ένα "άλλο στυλ" ή μια "πιο νέα μουσική" για το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, αλλά συνιστά ένα στην ουσία ανθρωπολογικό άλμα, πέρα από το μουσικό-συνθετικό.
Η τονικότητα στη μουσική (στην οποία είναι συνηθισμένο το ανθρώπινο αυτί εδώ και αιώνες), συναρμόζεται ηχητικά και συνταιριάζει, θα μπορούσαμε να πούμε, με τον τρόπο που σκέφτεται και αισθάνεται ο άνθρωπος στην πιο τυπική και δεδομένη γκάμα της εκφραστικής και των συναισθημάτων του.
Ο συνθέτης ωστόσο που δημιουργεί ένα δωδεκατονικό έργο, δεν τα καταργεί όλα αυτά, όπως συχνά εκλαμβάνεται έτσι από διάφορους άπειρους ή περιστασιακούς ακροατές, αλλά αρχίζει και σκέφτεται και αισθάνεται διαφορετικά ο ίδιος ως άνθρωπος της ανθρωπότητας μέσα από το συγκεκριμένο έργο του, κάτι που είναι πολύ πιο πέρα από το να δημιουργεί απλά ένα "διαφορετικό" έργο. Δεν έχουμε εδώ συνεπώς απλά μια άλλη μουσική έκφραση, αλλά έναν άλλο δρόμο για να προσλαμβάνει κάποιος τον κόσμο , και, ακόμα, έναν άλλο τρόπο π.χ. να εκφράζει -και μιλώντας σε επίπεδο των πιο πρωτογενών συναισθημάτων- την χαρά και την λύπη μέσω της μουσικής, πράγμα που αναμφίβολα συνιστά μια ανθρωπολογική διέξοδο προς κάτι που και σήμερα ακόμα παραμένει μη πλήρως γνωστό ή προσβάσιμο στην ανθρώπινη αντίληψη!
Όπως και να έχει όμως, ο Rochberg θέλοντας να υπερβεί τους νέους περιορισμούς που επέφερε η απελευθέρωση των δυνατοτήτων του σειραϊσμού (και αυτό σίγουρα είναι μια αντίφαση: η νέα μουσική κάποτε μπορούσε να καταστεί πολύ πιο "δογματική" απ' όσο η παλιά, αρκεί να θυμηθούμε εδώ την απόλυτα περιφρονητική στάση ενός Pierre Boulez προς ο,τιδήποτε δεν ήταν σειραϊκό στα πρώτα χρόνια της μεταπολεμικής περιόδου), χρησιμοποίησε την σειραϊκή τεχνική με εντελώς ασυνήθιστες για τα δεδομένα των δωδεκαφθογγιστών και των σειραϊστών ενορχηστρώσεις, οι οποίες προσωμοίαζαν, είναι αλήθεια, κατά πολύ περισσότερο στην "κλασσική" ενορχήστρωση και με τον όλο αυτόν συνδυασμό να προκύπτει ανά στιγμές εκρηκτικός!
Η "κλασσική" ενορχήστρωση πάνω στη σειραϊκή αντίληψη και μέθοδο στην οποία προέβη ο συνθέτης, υπήρξε μια ευρεσιτεχνία το λιγότερο ιδιοφυής. Ο ίδιος ο Rochberg μιλώντας κάποτε γι' αυτό, τόνισε πολύ σωστά -και η διαπίστωσή του δείχνει το βάθος και το περιέχομενο του ως καλλιτέχνη- πως ο δωδεκαφθογγισμός υπήρξε για τη κλασσική μουσική, ότι η αφηρημένη ζωγραφική για την αναπαραστατική ζωγραφική.
Τηρουμένων πολλών, είναι αλήθεια, αναλογιών συμβαίνει έτσι, αν λάβουμε υπ' όψη πως αναγκαζόμαστε να προσδώσουμε για την περίσταση και έστω για μια περίοδό της τον όρο "αναπαραστατική" στην πλέον αφηρημένη των τεχνών όπως είναι η μουσική .
Κατά συνέπεια, η όλη προσπάθεια του Αμερικανού δημιουργού συνιστά πρώτα σύνθεση τεχνοτροπιών και διαφορετικών ηχητικών κόσμων και μετά σύνθεση μεμονωμένων έργων.
Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή αν έλεγα πως ΟΛΑ τα έργα του είναι σε σταθερά πολύ υψηλό, απλησίαστο για πολλούς, επίπεδο.
Ας θυμηθώ επί παραδείγμασι, το απίστευτο "Imago Mundi", τα πανέμορφα Κουαρτέττα Εγχόρδων του που συνδυάζουν με αναπάντεχο τρόπο τις σειραϊκές με τις μπετοβενικές δομές, το Οκτέττο του "A Grande Fantasia", τιςέξι Συμφωνίες του που είναι βέβαια αριστουργήματα και μπορεί να αποτελέσουν μια πραγματική εμπειρία για όποιον θελήσει να εντρυφήσει σε αυτές, και άλλα πολλά έργα του.
Διάλεξα να ασχοληθούμε εδώ με δύο από τις Συμφωνίες του George Rochberg, έχοντας συγκεκριμένους λόγους στον νου μου.
Στην αρχή ακούγεται το πρώτο μέρος από την Δεύτερη Συμφωνία του (1955-56) και μετά ακούγεται ολόκληρη η Πέμπτη Συμφωνία του (1984-85).
Η Δεύτερη Συμφωνία είναι έργο καθαρά της δωδεκαφθογγικής-σειραϊκής εποχής του Rochberg και απλά, προσέξτε την ενορχήστρωση! Δύσκολα μπορεί να πιστέψει κάποιος πως μια τέτοια τολμηρή κίνηση όσον αφορά μια σειραϊκή δομή επιτελείται με τόση άνεση και ευχέρεια!
Και είναι τόλμημα πραγματικά, γιατί το να προσδώσεις βαθύ, κλασσικό και συμφωνικό ήχο σε μια σειραϊκή σύνθεση, απαιτεί να είσαι ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ συνθέτης, ΓΝΩΣΤΗΣ της ουσίας της τέχνης και όχι μόνο της μουσικής, και ΑΠΟΛΥΤΑ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΣ σε αυτό που κάνεις!
Κάτι τέτοιες κινήσεις τεράστιας σημασίας για την σύγχρονη τέχνη άλλωστε δεν προκύπτουν αυθόρμητα ή τυχαία ποτέ, αλλά μετά από εξαντλητική μελέτη και σχεδιασμό.
Η Πέμπτη Συμφωνία του, που ακολουθεί είναι έργο των χρόνων εκείνων που ο Rochberg άφησε τον μονομερή σειραϊσμό προς όφελος, όπως είπαμε , μιας σύνθεσής του με την τονικότητα.
Το αποτέλεσμα αυτού του "γάμου" είναι κάτι παραπάνω από συγκλονιστικό!
Έχω την γνώμη πως η Πέμπτη του Rochberg , είναι από τις μεγαλύτερες Συμφωνίες του 20ού αιώνα, για να μην πω, όλων των εποχών.
Αξίζει να σταθείτε ιδιαίτερα σε αυτές τις δυο συμφωνίες και να μελετήσετε περαιτέρω το σύνολο έργο μιας από τις λίγες πραγματικά συνθετικές ιδιοφυίες των σύγχρονων καιρών.