Η όλη ετυμηγορία του Kant για έναν κόσμο του οποίου τα εξωτερικά αντικείμενα δεν είναι πέραν και ανεξαρτήτως των ορίων και της λειτουργίας της ανθρώπινης νόησης, ήταν αναμφίβολα ό,τι πιο επαναστατικό θα μπορούσε να προσφέρει στην φιλοσοφία, ο αιώνας που έδωσε στην Ιστορία την Γαλλική Επανάσταση.
Αφ' ης στιγμής ο Λόγος, ή η Ratio στην ευρωπαϊκή εκδοχή των μοντέρνων καιρών μπορούσε να δημιουργεί νόμους στο σύμπαν, τότε και ο ίδιος ο άνθρωπος έβγαινε πλέον από το κέλυφος της μονόπλευρης θρησκευτικής πίστης και των αριστοτελικών προκαταλήψεων επί του ορθού λόγου, με μια ακτίνα μεγαλύτερης ελευθερίας έναντι του εξωτερικού κόσμου.
Η ποίηση συνεπώς αν θεωρηθεί στην πληρότητά της ως ένα "σύστημα" (με μια μάλλον καταχρηστική αλλά αναγκαία φιλοσοφική έννοια) όρων και εννοιών που αναπροσδιορίζουν ή και τροποποιούν τον κόσμο προς μια νέα έκταση της ανθρώπινης γνωσιολογίας, δεν μπορεί παρά να τροποποιεί και αυτή την Ratio προς όφελος μιας νέας λογικής που αχνά ή δυναμικότερα μπορεί να προβάλλει από "μη λογικά" συναρμοζόμενους στίχους.
Για παράδειγμα, ένα στίχος που παραθέτει αισθητηριακές παραστάσεις μη προσλαμβανόμενες κατά κανόνα από την συλλογική ανθρώπινη αντίληψη ("το αίμα της σκέψης" λόγου χάριν), δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να επιβεβαιώνει σε φιλοσοφικό έδαφος τον Kant στις επαναστατικές αντιλήψεις του για την a priori γνώση και το "Ding an sich", και χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια, πως ο Kant σε κάθε περίπτωση προηγείται της ποίησης. Απλά, η σκέψη του φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα προς την πολυπρισματικότητα του ποιητικού φαινομένου.
Ωστόσο, ο μετασχηματισμός των αισθητηριακών παραστάσεων στον οποίο μπορεί να προβαίνει η ποίηση, δεν σημαίνει πως ορίζει έναν ιρρασιοναλισμό παλαιώτερο ή νεώτερο, ανάλογα με την μορφική έκφραση κάθε εποχής. Επειδή ακριβώς η ίδια ως τέχνη, -και στις υψηλότερες εκδοχές της- παραθέτει ή οφείλει να παραθέτει έναν κόσμο μη άμεσα αντιληπτό από την μέση συνείδηση της εξωτερικής εμπειρίας μεν, αλλά πλήρως λειτουργούντα παρ'όλ' αυτά, ενδελεχέστατο και ολοκληρωμένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρειά του.
Δεν ανατρέπει η ποίηση την υφισταμένη σχέση ανάμεσα ανθρώπινη συνείδηση και εξωτερικό κόσμο για να την πισωγυρίσει σε ένα αδιαφοροποίητο χάος και σε μια σύγχιση των ορολογιών, αλλά για να την αντικαταστήσει. Με τι; με το ποίημα, με το ίδιο τον εαυτό της. Και εκεί ακριβώς προτείνει μια "άλλη" οπτική προς τη ζωή, αν όχι μια "άλλη" ζωή.
Οι διαμαρτυρίες αφελών ή απλοϊκών ανθρώπων που δεν φαίνεται να έχουν μεγάλη σχέση με την ποίηση, ή ακόμα και ποιητών που γράφουν ρηχά και μονοδιάστατα, ότι "δεν την καταλαβαίνουν", οφείλονται ακριβώς σε μιαν μεγάλη παρεξήγηση. Και αυτή συνίσταται, στο ότι κάνουν το σφάλμα να προσπαθούν να προσλάβουν γραμμικά και μονοσήμαντα, κάτι που από τη φύση του είναι ό,τι πιο γραμμικά ασυνεχές μπορεί να νοηθεί και πολυσήμαντο.
Δεν είναι μόνο ο μετασχηματισμός (θα είμαστε πιο ακριβείς στην προκειμένη περίπτωση αν πούμε μεταμόρφωση) του εξωτερικού κόσμου που ξενίζει την μέση ή απλοϊκή συνείδηση. Είναι ακόμα και η άρση της μονοδιάστατης σημαντικής του τρέχοντος ή πεζού λόγου προς όφελος ενός συνόλου απέραντων, αναπάντεχων και καθόλου προβλέψιμων από λογική άποψη αντικατοπτρισμών των εννοιών μέσα στους εαυτούς τους.
Αν ο καθημερινός ή πεζός λόγος είναι ένα τετράγωνο δύο διαστάσεων, τότε η ποίηση είναι μία σφαίρα στις τρεις διαστάσεις.
Μόνο που αυτή η σφαίρα από μόνη της, ορίζει και μια νέα υδρόγειο, κάποτε.
(συνεχίζεται)
Αφ' ης στιγμής ο Λόγος, ή η Ratio στην ευρωπαϊκή εκδοχή των μοντέρνων καιρών μπορούσε να δημιουργεί νόμους στο σύμπαν, τότε και ο ίδιος ο άνθρωπος έβγαινε πλέον από το κέλυφος της μονόπλευρης θρησκευτικής πίστης και των αριστοτελικών προκαταλήψεων επί του ορθού λόγου, με μια ακτίνα μεγαλύτερης ελευθερίας έναντι του εξωτερικού κόσμου.
Η ποίηση συνεπώς αν θεωρηθεί στην πληρότητά της ως ένα "σύστημα" (με μια μάλλον καταχρηστική αλλά αναγκαία φιλοσοφική έννοια) όρων και εννοιών που αναπροσδιορίζουν ή και τροποποιούν τον κόσμο προς μια νέα έκταση της ανθρώπινης γνωσιολογίας, δεν μπορεί παρά να τροποποιεί και αυτή την Ratio προς όφελος μιας νέας λογικής που αχνά ή δυναμικότερα μπορεί να προβάλλει από "μη λογικά" συναρμοζόμενους στίχους.
Για παράδειγμα, ένα στίχος που παραθέτει αισθητηριακές παραστάσεις μη προσλαμβανόμενες κατά κανόνα από την συλλογική ανθρώπινη αντίληψη ("το αίμα της σκέψης" λόγου χάριν), δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να επιβεβαιώνει σε φιλοσοφικό έδαφος τον Kant στις επαναστατικές αντιλήψεις του για την a priori γνώση και το "Ding an sich", και χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια, πως ο Kant σε κάθε περίπτωση προηγείται της ποίησης. Απλά, η σκέψη του φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα προς την πολυπρισματικότητα του ποιητικού φαινομένου.
Ωστόσο, ο μετασχηματισμός των αισθητηριακών παραστάσεων στον οποίο μπορεί να προβαίνει η ποίηση, δεν σημαίνει πως ορίζει έναν ιρρασιοναλισμό παλαιώτερο ή νεώτερο, ανάλογα με την μορφική έκφραση κάθε εποχής. Επειδή ακριβώς η ίδια ως τέχνη, -και στις υψηλότερες εκδοχές της- παραθέτει ή οφείλει να παραθέτει έναν κόσμο μη άμεσα αντιληπτό από την μέση συνείδηση της εξωτερικής εμπειρίας μεν, αλλά πλήρως λειτουργούντα παρ'όλ' αυτά, ενδελεχέστατο και ολοκληρωμένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρειά του.
Δεν ανατρέπει η ποίηση την υφισταμένη σχέση ανάμεσα ανθρώπινη συνείδηση και εξωτερικό κόσμο για να την πισωγυρίσει σε ένα αδιαφοροποίητο χάος και σε μια σύγχιση των ορολογιών, αλλά για να την αντικαταστήσει. Με τι; με το ποίημα, με το ίδιο τον εαυτό της. Και εκεί ακριβώς προτείνει μια "άλλη" οπτική προς τη ζωή, αν όχι μια "άλλη" ζωή.
Οι διαμαρτυρίες αφελών ή απλοϊκών ανθρώπων που δεν φαίνεται να έχουν μεγάλη σχέση με την ποίηση, ή ακόμα και ποιητών που γράφουν ρηχά και μονοδιάστατα, ότι "δεν την καταλαβαίνουν", οφείλονται ακριβώς σε μιαν μεγάλη παρεξήγηση. Και αυτή συνίσταται, στο ότι κάνουν το σφάλμα να προσπαθούν να προσλάβουν γραμμικά και μονοσήμαντα, κάτι που από τη φύση του είναι ό,τι πιο γραμμικά ασυνεχές μπορεί να νοηθεί και πολυσήμαντο.
Δεν είναι μόνο ο μετασχηματισμός (θα είμαστε πιο ακριβείς στην προκειμένη περίπτωση αν πούμε μεταμόρφωση) του εξωτερικού κόσμου που ξενίζει την μέση ή απλοϊκή συνείδηση. Είναι ακόμα και η άρση της μονοδιάστατης σημαντικής του τρέχοντος ή πεζού λόγου προς όφελος ενός συνόλου απέραντων, αναπάντεχων και καθόλου προβλέψιμων από λογική άποψη αντικατοπτρισμών των εννοιών μέσα στους εαυτούς τους.
Αν ο καθημερινός ή πεζός λόγος είναι ένα τετράγωνο δύο διαστάσεων, τότε η ποίηση είναι μία σφαίρα στις τρεις διαστάσεις.
Μόνο που αυτή η σφαίρα από μόνη της, ορίζει και μια νέα υδρόγειο, κάποτε.
(συνεχίζεται)