Το γεγονός ότι η ποίηση δεν μπορεί να εντοπιστεί μονόπλευρα στην επικράτεια του ορθολογισμού (όπως σε μέγιστο ποσοστό συμβαίνει λόγου χάριν στην πεζογραφία), αυτό δεν σημαίνει ότι η ίδια σαν γραμματολογικό, καλλιτεχνικό, και εν γένει πνευματικό φαινόμενο εμπίπτει στην περιοχή του ανορθολογισμού.
Η Ratio της ποίησης υφίσταται πάντα σε κεκλιμμένο επίπεδο με ορατές γωνίες απόκλισης τόσο από τον καρτεσιανό ή οποιοδήποτε άλλο είδος ορθολογισμού όσο και από τον ιρρασιοναλισμό μιας άναρχης επιστροφής των πραγμάτων σε μια massa confusa όπου μόνο "η πίστη σώζει" (αδιάφορο αν είναι θρησκευτική ή ατομικιστική-επιβιωτική ή εμμονοληπτική).
Είναι αλήθεια πως στον 20ό αιώνα η έκρηξη του υπερρεαλισμού, έδωσε μια νέα ώθηση στις πιο "σκοτεινές", "ανορθολογικές" δυνάμεις του ποιητικού και ανθρωπίνου υποσυνειδήτου να ανέλθουν στην επιφάνεια της γραφής, σχεδόν κατακλύζοντας το χαρτί και μην αφήνοντας εύκολα οποιαδήποτε ορθολογιστική παρέμβαση της ποιητικής Ratio να αναδιαρθρώσει το ποιητικό αποτέλεσμα σε μιαν πιο ορατή και αποτελεσματική δύναμη.
Είναι αλήθεια πως στον 20ό αιώνα η έκρηξη του υπερρεαλισμού, έδωσε μια νέα ώθηση στις πιο "σκοτεινές", "ανορθολογικές" δυνάμεις του ποιητικού και ανθρωπίνου υποσυνειδήτου να ανέλθουν στην επιφάνεια της γραφής, σχεδόν κατακλύζοντας το χαρτί και μην αφήνοντας εύκολα οποιαδήποτε ορθολογιστική παρέμβαση της ποιητικής Ratio να αναδιαρθρώσει το ποιητικό αποτέλεσμα σε μιαν πιο ορατή και αποτελεσματική δύναμη.
Ωστόσο, το εν πολλοίς χυμώδες και χαοτικό του υπερρεαλισμού στην γραφή ήταν ένα αναγκαίο μεταβατικό στάδιο για να περάσει η τέχνη της ποίησης σε πολυδιάστατες αναφορές που υπαγορεύονταν από τον αιώνα της ψυχανάλυσης και συλλογικών εμπειριών πρωτοφάντων για την ανθρωπότητα όπως ήταν λόγου χάριν το κραχ του 29 και οι δυο παγκόσμιοι πολέμοι.
Όσο παρωχημένος και ξεπερασμένος και τραγικά άστοχος επί της τέχνης και αν μας φαίνεται σήμερα ο μονόπλευρος φροϋδισμός -και σίγουρα εν πολλοίς είναι-, και ακόμα χειρότερα η ερασιτεχνική ενασχόληση με αυτόν, ή όσο αδιέξοδη και αν είναι στην εποχή μας η υπερρεαλιστική "αυτόματη" γραφή, εν τούτοις δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως για εκείνους τους καιρούς τόσο ο Freud όσο και οι υπερρεαλιστές, με όλα τα αδιέξοδα και τους δογματισμούς τους ήταν μια τεράστια ώθηση για να χειραφετηθεί αποφασιστικά η τέχνη της γραφής από το δάπεδο της μονοσημαντότητας και να αποκτήσει νέους ορίζοντες, πολυπρισματικούς και αρκετές φορές ευχάριστα αναπάντεχους από θεματολογική άποψη.
Σε κάθε περίπτωση, ο ορισμός της ποίησης ως μια ορθολογική ή ανορθολογική διαδικασία, είναι μάλλον δύσκολο να υφίσταται, καίτοι βεβαίως η συγγραφή μετέρχεται ενίοτε και ποσοστιαίως στοιχεία μεθόδου τόσο από τη μια όσο και από την άλλη.
Η ποίηση ωστόσο και κατά κυριότατον λόγο θα είναι και θα παραμένει πάντα η πιο λεπτή ακροβασία ανάμεσα ορθολογισμό και ανορθολογισμό, και η επιτυχία της θα συνίσταται όχι στην ποσοτική αξιολόγηση αυτών των δύο, αλλά στη σαφή διάκριση των λειτουργιών και συνεισφορών τους στο έργο τέχνης.
(συνεχίζεται)