Tuesday, July 20, 2010

Axiom No 18.


Τα πράγματα δεν είναι άσπρο ή μαύρο.
Είναι άσπρο ή κόκκινο.

Monday, July 5, 2010

ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΥΛΗ

Φαίνεται πως πάνω απ'όλα η ποίηση είναι μια διαδικασία αναθεμελίωσης και μεταφοράς του πραγματικού στις πιο λαμπρές οντολογίες του.
Επειδή ακριβώς ο καθημερινός λόγος μπορεί να φτάσει μόνον σε ένα σημείο αντίληψης και διαδραστικότητας, από το οποίο ζητείται πάντα μια επιστροφή.

Η οποία πιθανώς δεν είναι άλλη από την επιστροφή στην ίδια την ουσία του χρόνου και της φύσης, η αναδόμηση του είναι με όρους της μαγείας και της δυνατότητας, πράγματα που μόνο η ποίηση μπορεί να επιφέρει στην ζωή.

Δεν είναι εύκολο βέβαια να αντιληφθούμε την πρακτική χρησιμότητα της ποίησης και σε κάθε περίπτωση δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια άμεση τέτοια. Το μόνο που μπορούμε να υποψιαστούμε εδώ είναι πως οι επενέργειές της είναι μακροπρόθεσμες και κυρίως μη ευθέως ορατές σε βάθος χρόνου, αλλά πάντοτε εν είδει πολύ έμμεσης τροποποίησης της ζωής, και με τέτοιο τρόπο ώστε αυτή η τελευταία να παρεκκλίνει σημαντικώς από το πρώτο άμεσα ορατό ποιητικό αποτέλεσμα εν λόγω.

Με λίγα λόγια , είναι σα να κρούεις ένα έγχορδο. Οι χορδές του πάλλονται και προκαλούν ώσεις στα μόρια του αέρα παράγοντας έτσι έναν ήχο. Σε αυτή την περίπτωση το αποτέλεσμα της κρούσης, είναι μη ορατό, αλλά μαγικό και πολύ πολύ έμμεσο.
Η ακουστική είναι η πλέον ξαφνική αποκάλυψη στα ανθρώπινα.

Τοιουτοτρόπως η ποίηση εμφανίζεται περιρρέουσα στην αποκάλυψη και πραγμάτωσή της και όχι ευθύτερα.

Όταν π.χ. ένας ποιητής πραγματώνει μια μεταφορά στον γραπτό λόγο, αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι μπορεί να είναι άμεσα ορατή από τη μια, αλλά ούτε και ανύπαρκτη από την άλλη.

Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν ξέρουμε, ή δεν μπορούμε να ξέρουμε πλήρως τι είναι και πώς μπορεί να είναι το υλικό αντίκρυσμα μιας ποιητικής μεταφοράς.

Π.χ. όταν ο ποιητής γράφει "ηχογραφώ το άπειρο", διαπιστώνουμε σε πρώτη φάση πως η έννοια του ηχογραφείν ενέχει μια συμπαθητική παρομοιότητα με την έννοια μιας άλλης ενέργειας στην οποία προβαίνει ο ποιητής σε σχέση με το "άπειρο" και την οποία καλύπτει πίσω από αυτήν ακριβώς την εκφορά της διαδικασίας της "ηχογράφησης".

Από εκεί και πέρα το "άπειρο" (όπως και αν το εκλάβει κανείς, είτε με την μαθηματική είτε με τη φιλοσοφική έννοια) κατά μία έννοια κτάται από τον ποιητή ή γίνεται περισσότερο οικείο προς αυτόν εξ αιτίας της ενέργειάς του εκείνης που δεν δηλώνεται ει μη με έμμεσο μεταφορικό τρόπο μόνον.

Σε αυτό το σημείο, αν μετατοπίσουμε το κέντρο βάρους από την μεταφορά στην κυριολεξία έχουμε μια μαγική αλλαγή της συσχέτισης των πραγμάτων εν λόγω, τέτοια που μόνον η ποίηση επιτρέπει βέβαια, αλλά ο υλικός κόσμος δεν κάνει άμεσα ορατή.

Πώς μπορεί να "ηχογραφήσει το άπειρο" κάποιος αληθινά;

Σίγουρα αυτό (μέλλει να) είναι μια πραγματικότητα. Εφ' όσον υπάρχει στον Λόγο δεν μπορεί παρά αργά ή γρήγορα να φανεί στην ζωή. Έστω και σε προοπτική μακροχρόνου.

Φρονώ ωστόσο, πως το σημείο κλειδί εδώ, τουτέστιν η ερμηνεία μιας μεταφοράς όσον αφορά το υλικό αντίκρυσμά της, δεν εντοπίζεται στην ποίηση (τουλάχιστον με την στιχική έννοια) αλλά στον πιο ευρύ στοχασμό μιας φιλοσοφικής σκέψης.

Εάν η ποίηση υποσημαίνει πραγματικότητες "παράλληλες" προς την νομότυπη των αισθήσεων, αυτό αν το αφήσουμε ακατέργαστο ενδεχομένως να μας οδηγήσει σε έναν αγνωστικισμό παλαιού τύπου, αδιέξοδο και αυτοαναφορικό.

Σημασία έχει εδώ να αντιληφθούμε αυτές τις "παράλληλες επεκτάσεις" της ποίησης ως κυριαρχικές εν τη πραγματικότητι, ως δυνατότητες όχι μόνο της γραπτής ομιλίας αλλά και -κυρίως- της ύλης.

Και εδώ είναι το σημείο στο οποίο η ποίηση συναντάται, όχι απλώς ή μόνο με τις θετικές επιστήμες αλλά και με ένα είδος αποφασιστικής "θεολογίας" εκτός θρησκειών και εκκλησιών.

Δεν είναι υπερβολή αν πει κάποιος πως και μόνον η ύπαρξη της ποίησης, η εμφάνισή της, η αυθυποστασία της και το ιδιοσύστατό της, αρκούν για να θέσουν επί τάπητος τα έσχατα ερωτήματα της ζωής.

Διότι η ποίηση είναι πάνω απ'όλα ένα μυστηριακό αντικείμενο, ένα τοτέμ, την πλήρη δομή και λειτουργία του οποίου αγνοούμε ακόμα και συμπεραίνουμε όσα συμπεραίνουμε γι'αυτό εκ του αποτελέσματος.

Όπως ακριβώς μπορούμε να βγάζουμε συμπεράσματα για τον κόσμο των υποατομικών σωματιδίων μόνον εμμέσως εκ των αποτελεσμάτων του στους επιταχυντές σωματιδίων και όχι από μία ευθεία θέαση της λειτουργίας του.

Τα πολυπληθή δοκίμια και αναφορές που έχουν γραφεί παλαιόθεν "περί ποιήσεως" δεν αρκούν, δεν θα αρκούσαν για να ρίξουν φως σε αυτό που μένει ακόμα να έλθει στο φως. Σε αυτά τα δοκίμια , κατά κύριον λόγον απλά δηλώνονται οι προτιμήσεις των εκάστοτε γραφόντων για το τι είναι ποίηση κλπ. και επιρρίπτεται σχεδόν επιφωνηματικό ανάθεμα χωρίς ουσιώδη αιτίαση σε κάθε άλλη διαφορετική προτίμηση.

Όμως το θέμα, όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, δεν είναι σε τέτοιες αφελείς περιχαρακώσεις.
Υπάρχει ένα μυστήριο στο κόσμο, μαζί με τα άλλα μυστήριά του, και αυτό είναι το μυστήριο της ποιήσεως.
Το οποίο μάλιστα φαίνεται πως είναι οργανικά δεμένο με το ίδιο το μυστήριο της ζωής και του χρόνου. Ή τουλάχιστον, η μεγίστη παραδοξότητα της υπάρξεώς του έρχεται να συναντήσει με τρόπο συνάλληλο και εγγύτατο το εξ ίσου μέγιστο παράδοξο του είναι.

Είναι και ποίηση, κατά μία έννοια τελούν εν ταυτοσημία. Και αυτό γιατί ο ίδιος ο κόσμος είναι "ποιητικός", κάθε παράσταση, συμβάν και ομορφιά σε αυτόν, αυταπόδεικτα παραπέμπουν σε έναν ύστερο θαυμαστικό και διερευνητικό στοχασμό που ελάχιστα απέχει από τις διαδικασίες και νομοτέλειες της γραπτής ποιήσεως.

Εάν η ζωή μπορεί να καταστεί κάποτε ποιητική εν συνόλω και σε μεγακλίμακα ισχύος και αποτελεσματικότητας (και όχι "ποιητική" με την ευρεία έννοια, όπως ήταν ανέκαθεν), τότε αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς τον ίδιο τον ποιητικό μετασχηματισμό της ύλης, στο δρόμο που έχουν δείξει ήδη οι λειτουργίες και οι νόμοι (αν υπάρχουν) της ποιήσεως εν γραπτώ.

Μια τέτοια σκέψη όσο τολμηρή και αν φαίνεται, εν τούτοις δεν αποβαίνει παρά εν ελαχίστω το συμπέρασμα στο οποίο άγει η τέχνη της ποίησης επί αιώνες.

Διότι η ποίηση προ-οράται και εγκαθιστά πάντοτε το πραγματικό, και σε καμμιά περίπτωση δεν είναι απλά και μόνον ένας ύστερος αναστοχασμός του.

Ο Λόγος (ο οποίος και στην ποίηση μόνον μπορεί να λειτουργήσει στο απώγειό του) είναι η κινητήριος δύναμη της πραγματικότητας, και όχι το αντίθετο. Και αυτός βρίσκεται στα έσχατα της ύλης ως η πραγματική δομική μονάδα της, και ως το ύψιστο εργαλείο του μετασχηματισμού της φύσεως από τον άνθρωπο.

Μπορεί η ποίηση να είναι ίσως η πιο παλαιά "γλώσσα" στο κόσμο, ωστόσο τα ερωτήματα του ΤΙ είναι η ποίηση και ΠΟΥ οδηγεί, αυτά θα παραμένουν πάντοτε φρέσκα και επίμονα.

Όπως ακριβώς ένας καλός στίχος παραμένει πάντοτε φρέσκος , όσες φορές και αν διαβαστεί, όσος καιρός και αν περάσει.