Monday, January 18, 2010

György Ligeti: απόδραση από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ήχων

Θα έλεγε κανείς πως ο György Ligeti είναι η ίδια η πλήρης -και αναπόφευκτη- ηχητική έκφραση του 20ού αιώνα. Και διαλέγω τον προσδιορισμό "ηχητική" μιας και όχι σπάνια είναι προτιμητέος από τους συνθέτες της avant-garde έναντι του όρου "μουσική".

Στά έργα του ανευρίσκονται όλες εκείνες οι ποιότητες και απολήξεις που έχουν χαρακτηρίσει για τα καλά τον προηγούμενο αιώνα, και ακόμα, ο σύνολος μοντερνισμός της κλασσικής μουσικής φθάνει σε ένα απώγειο δύναμης και οριακότητας, μιας και μετά τον Ligeti τι;

Εδώ είναι ένα κρίσιμο ερώτημα κατά τη γνώμη μου.

Ο μεγάλος Ουγγρορουμανοεβραίος συνθέτης έχει σπρώξει το κάθε τι που εντοπίζεται στην ηχητική των σύγχρονων καιρών σε ένα όριο, το οποίο θα 'λεγε κανείς πως τεντώνεται σε έναν "συναγερμό", που εκτείνεται πέραν της μουσικής και ακούγεται σε όλους τους φαινομενικά ερημωμένους διαδρόμους της Ιστορίας του αιώνα...

Ο συνθέτης άλλωστε είχε αρκετές περιπέτειες που άρρηκτα συνδέονται με αυτή την τελευταία. Λόγω της εβραϊκής καταγωγής του, υποχρεώθηκε το 1943, σε ηλικία είκοσι χρονών ,να καταταγεί σε "ταξιαρχία υποχρεωτικής εργασίας" από το φασιστικό καθεστώς του ναυάρχου Χόρτυ στην Ουγγαρία (θα παραμείνει πάντοτε σκανδαλώδες το γεγονός της ύπαρξης ναυάρχων σε μια χώρα που δεν βρέχεται πουθενά από θάλασσα), ενώ ο αδελφός του σε ηλικία δεκαέξι χρονών εγκλείστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Matthausen όπου και πέθανε. Οι δε γονείς του στάλθηκαν στο Auschwitz, από το οποίο επέζησε μόνο η μητέρα του.

Περαιτέρω, ο συνθέτης είχε σημαντικά προβλήματα να αντιμετωπίσει με το μεταπολεμικό σταλινικό καθεστώς της Ουγγαρίας που τον έβλεπε πάντα "καχύποπτα".

Γι'αυτόν τον λόγο, τον Δεκέμβριο του 1956 λίγο μετά την ουγγρική εξέγερση διέφυγε στη Βιέννη, όπου και μπόρεσε σε σύντομο χρονικό διάστημα να αποκτήσει την αυστριακή υπηκοότητα και έτσι να αφοσιωθεί απερίσπαστος στο δημιουργικό και καλλιτεχνικό του έργο, χωρίς να του βάζει αλλά εμπόδια πλέον η ταραγμένη εποχή του...

Από εκεί και πέρα τα πράγματα είναι λίγο πολύ γνωστά όσον αφορά τον συνθέτη, μιας και η καθιέρωση δεν άργησε να έλθει και η αναγνώριση προς το έργο του ήταν εκτεταμένη και ενθουσιώδης.

Είναι κατανοητό λοιπόν πως τα τραύματα της Ιστορίας είναι παρόντα στη μουσική του Ligeti με ένα τρόπο που δεν μπορεί να αγνοηθεί εύκολα. Άλλωστε αυτός είναι ο λόγος που όχι σπάνια, η μουσική του ακούγεται σαν ένας τεντωμένος ηχητικός συναγερμός όπως ελέχθη και προηγουμένως, έχοντας ο ίδιος βέβαια φροντίσει να χτίσει την σύνολη αντίληψή του για την μουσική και το προσωπικό στυλ του μέσα από μια σχεδόν ιδιοφυή τεχνική που την ονόμασε "μικροπολυφωνία".

Κατά την τέλεση της μικροπολυφωνίας ένας όγκος από ετερόκλητες ή και "παράφωνες" συγχορδίες εκτείνονται σε βάθος χρόνου αργά, εμφανιζόμενες και εξαφανιζόμενες προοδευτικά μέχρι η όλη ηχητική εντύπωση να καταλήξει σε ένα "παιγνίδι κυμάτων" που αυτοανακυκλώνονται στην ενέλιξή τους.
Το αποτέλεσμα κατά κανόνα είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό και δύσκολα αποσβέννυται από τη μνήμη του ακροατή.

Σαν κάτι να επιχειρεί να "δραπετεύσει" από το ηχητικό σύμπαν σε μια άλλη διάσταση, υπομνηματίζοντας κατά την διάρκεια αυτής της απόπειρας φυγής, πως ο ήχος είναι πάνω απ'όλα Ιστορία.

Αυτή την Ιστορία προσπαθεί να αναμιμνήσκεται, από αυτήν ακριβώς επιχειρεί να ξεφύγει οριστικά, σαν από εφιάλτη, προς τις εκτάσεις μιας άγνωστης ακόμη ελευθερίας που εγείρεται μεν από τον ήχο αλλά συρρέει συνολικά στα ανθρώπινα.



Από το gcast δίπλα δεξιά, ακούμε κατά σειρά δυο από τα πιο γνωστά έργα του György Ligeti, το αριστουργηματικό "Atmosphères" (1961) όπου και εγκαινιάζει την τεχνική της μικροπολυφωνίας και το "San Francisco Polyphony" (1974).

Thursday, January 7, 2010

AVANT-GARDE ΚΑΙ ΚΟΙΝΟ


Καίτοι η avant-garde ως καλλιτεχνικό και εν γένει πνευματικό φαινόμενο είναι διαχρονικό, εν τούτοις στον 20ό αιώνα θα αποκτήσει μια πιο "πάγια" εννοιολογία, αποτέλεσμα των πολλών πρωτοποριακών κινημάτων που θα εμφανιστούν σε όλες σχεδόν τις τέχνες.
Κατά συνέπεια όταν εκφέρουμε αυτόν τον όρο, το πρώτο που μας έρχεται στο μυαλό είναι κάτι "ανατρεπτικό", "ρηξικέλευθο", που φέρει νέους ορίζοντες στην τέχνη, αλλά κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα κυρίως.
Ασχέτως, βέβαια, του γεγονότος ότι η avant-garde είναι τόσο παλιά όσο και η ίδια η τέχνη προφανώς...

Θα πρέπει ωστόσο να ανιχνευθούν, έστω και εν συντομία, οι ιδιαίτερες συνθήκες, οικονομικές, κοινωνικές και καλλιτεχνικές που εντοπίζονται στις αρχές του 20ού αιώνα, αν θέλουμε να κατανοήσουμε την έκρηξη της avant-garde (με την σύγχρονη πλέον έννοια), και ακόμα, να δούμε και το συγκεκριμένο Zeitgeist του πρώιμου μεταπολέμου που οδήγησε, θα έλεγε κανείς σε μια αναγέννηση της avant-garde με όρους πλέον ίσως πιο ώριμους.

Οι αρχές του προηγούμενου αιώνα υπήρξαν καταλυτικές και αποφασιστικές όσον αφορά την σύνολη μετάβαση του καπιταλισμού από το ύστερο βιομηχανικό του στάδιο στο χρηματιστηριακό και το πιο προχωρημένο "ιμπεριαλιστικό" (το 1916 ένας μυστηριώδης και "σκοτεινός" Ρώσος εμιγκρές, ο Βλαδίμηρος Ίλιτς Λένιν θα γράψει στην Ζυρίχη, ένα βιβλίο κλασσικό πλέον στο είδος του που θα επανακαθορίσει μιαν ολόκληρη εποχή...το " Imperialism, the Highest Stage of Capitalism").
Ταυτόχρονα, οι ολοένα αυξανόμενες αντιφάσεις του συστήματος θα οδηγήσουν σε μια "βαρειά" ετοιμοπόλεμη ατμόσφαιρα πάνω από την Ευρώπη που θα επιφέρει τελικώς δυο παγκόσμια μακελειά, πρωτοφανή στην Ιστορία της ανθρωπότητας.

Η τέχνη συνεπώς δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι η ίδια μετά...

Η εμφάνιση στο στερέωμα των πρώτων ντανταιστών που θα χτυπάνε ταμπούρλα επί σκηνής και θα αυτοσχεδιάζουν λεττριστικές αποφορές-μαγικά ξόρκια κατά μίας ολόκληρης εποχής, οι πρώτες σοβαρές απόπειρες των σουρρεαλιστών να ξεπεράσουν κάθε αντίφαση ανάμεσα τέχνη και ζωή μέσα από τα γραπτά του Μαρξ και του Freud, η βίαιη εκτίναξη της μουσικής τέχνης προς πεδία πρωτοφανή γι'αυτήν από συνθέτες όπως ο Igor Stravinsky και ο Edgar Varèse, τα πρωτοποριακά αριστουργήματα του Eisenstein στον κινηματογράφο, η λατρεία της μηχανής από τους Ιταλούς φουτουριστές όπως επίσης και η λατρεία του μέλλοντος από τους Ρώσους συναδέλφους τους με τους οποίους τους χώριζε μια ολόκληρη πολιτική άβυσσος, λίγο αργότερα η επανάσταση που θα φέρει με την σειραϊκή τεχνική ο Arnold Schoenberg και η δεύτερη σχολή της Βιέννης, περαιτέρω, στη συγγραφική τέχνη, ο "Οδυσσέας" του Joyce και ο επικός μοντερνισμός ενός Ezra Pound καθώς αποπειράται να συνοψίσει με εξαιρετικά φιλόδοξο τρόπο ολόκληρο τον ανθρώπινο πολιτισμό σε στίχους, όλα αυτά λοιπόν, δεν είναι όπως καταλαβαίνει κανείς μια ακόμα "εξέλιξη" στη τέχνη και ασφαλώς δεν τελούνται σε κενό background αφυδατωμένο από κάθε ιστορική ουσία...Θα ήταν τεράστιο λάθος να ιδωθεί το όλο ζήτημα έτσι.

Η εποχή είχε ανατρέψει κάθε τι το "ασφαλές" και "κεκτημένο" και το είχε υποβάλει σε μια αυστηρή δοκιμασία, τόσο από ηθική άποψη όσο και από γνωσιολογική.

Τα πάντα πλέον φαινόνταν πιθανά, καθώς στην Ρωσσία για πρώτη φορά στην Ιστορία ένα επαναστατικό κίνημα αναλαμβάνει την εξουσία και εξαγγέλει με δροσερή νεανικότητα το κομμουνιστικό μέλλον του κόσμου, ενώ στην Ιταλία ο κορπορατικός φασισμός, επιχειρεί μια αναγέννηση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αφήνοντας παρ'όλ' αυτά τις τέχνες σε μια σχετική ελευθερία. Ελευθερία την οποία οι ναζιστικές ορδές στη Γερμανία λίγο αργότερα, δεν πρόκειται να την επιτρέψουν, μιας και για το Γ' Ράιχ, η avant-garde είναι κάτι το εξαιρετικά "άρρωστο" και "εκφυλισμένο" και συνεπώς όλα θα έπρεπε ξανά να πισωγυρίσουν σε έναν ασφαλή και άσφαιρο λόγω λήξης εποχής πλέον (αν όχι ελεεινά κακόγουστο λόγω της απαιδευσιάς του κατώτερου μηχανισμού του ναζιστικού καθεστώτος) ψευδοκλασσικισμό.

Για έναν πεπεισμένο ναζί, η avant-garde ήταν σκάνδαλο, μιας και του αμφισβητούσε όχι μόνο την ακεραιότητα του κόσμου "an sich" αλλά και γιατί, ακόμα, του υπενθύμιζε την απειλή του "εβραιομπολσεβικισμού". Άλλωστε, κατά τα φαινόμενα, η νεαρή μετεπαναστατική Ρωσσία υπέθαλπτε σαφώς κάθε τι το "πρωτοποριακό" στη τέχνη, στο βαθμό που η παλαιά τέχνη, έκφραση ενός κόσμου που πεθαίνει, θα έπρεπε να αντικατασταθεί από μια "φρέσκια" τέχνη που θα αντανακλούσε τις κοσμογονικές αλλαγές της μεταπήδησης από το "βασίλειο της αναγκαιότητας" στο "βασίλειο της ελευθερίας".

Παρ'όλ'αυτά, και παρά τις ελπίδες των σκαπανέων της, η avant-garde δεν κατέστη ποτέ κάτι "άμεσα αφομοιώσιμο" από ένα ευρύτερο, πιο "mainstream" και όχι κατ'ανάγκη "καλλιτεχνικό" κοινό.

Οι λόγοι είναι πολλοί και συνδέονται με την απόλυτη ρήξη που διαγιγνώσκεται πλέον στην τέχνη, μιας και σημαντικές και μακρόχρονες σταθερές της που έμοιαζαν να την ορίζουν όχι μόνο "καλλιτεχνικά", αλλά ακόμα, και ανθρωπολογικά, τινάχτηκαν στον αέρα μέσα από τους κυκεώνες εξαιρετικά ταραγμένων περιόδων στις οποίες ο παράδεισος και η κόλαση για την ανθρωπότητα συνυπήρχαν μαζί ως πιθανότητα κάθε στιγμή, και ως αντίληψη και έκφραση μέσα από εξαιρετικά ευαίσθητους και δυναμικούς καλλιτέχνες που αποφάσισαν να έλθουν σε ρήξη με ό,τι φάνταζε στα μάτια τους ως "παλαιό" και εκδήλωση ενός κόσμου που γεννά την απελπισία.

Και από αυτή την άποψη οι ίδιοι γίνανε οι πιο σημαίνοντες εκφραστές της απελπισίας και της "ερημίας" στον 20ό αιώνα, αλλά από την άλλη τα μεγάλα και φιλόδοξα οράματά τους, εξαιρετικής ποιότητας συνήθως, διαπνέονταν από μια μεσσιανική πίστη στο μέλλον που θα αποκαθιστούσε την ουσία του ανθρώπου μέσα από μια τέχνη οικουμενικών διαστάσεων και εφαρμογών (ας θυμηθούμε, και συγκεκριμένα στη μουσική τέχνη, πέρα από τον ιδιοφυή Edgar Varèse, τον Charles Ives , τον Olivier Messiaen, αργότερα τον Karlheinz Stockhausen και τόσους άλλους...μιλάμε για ούτε ένα, ούτε πέντε, ούτε δέκα, αλλά εκατοντάδες ονόματα στη μουσική, συνθέτες κορυφαίας ποιότητας).

Κατά συνέπεια το ζήτημα του "δημοφιλούς" ή όχι της avant-garde συνδέεται σαφώς με τις ρήξεις που επέφερε σε κοινωνικό και ανθρωπολογικό επίπεδο. Στη μουσική π.χ. η τονικότητα, ως πάγια και εδραιωμένη ηχητική έκφραση χιλιετηρίδων, αμφισβητήθηκε από τις ατονικές και σειραϊκές εκδηλώσεις στην οργάνωση των ήχων ή από πιο "μεικτά" είδη που συνδύαζαν τονικότητα και ατονικότητα ή τονικότητα με σειραϊσμό.

Σε καθαρά κοινωνικό επίπεδο η άρνηση ενός όχι κατ'ανάγκην καλλιτεχνικού κοινού προς την avant-garde έχει μάλλον να κάνει με τα ισχυρά μικροαστικά ανακλαστικά που εκλαμβάνουν ως απειλή ο,τιδήποτε υπονομεύει την ασφαλή εικόνα του κόσμου μέσα από τη συνήθεια της καθημερινότητας.

Αν οι ναζί ηττήθηκαν στον πόλεμο, αυτό δεν σημαίνει πως η μικροαστική τάξη που σε μια υπερβολή της ιστορίας και μέσα στους τρικυμιώδεις φόβους και ανασφάλειές της έφερε τον Χίτλερ στην εξουσία, εξαφανίστηκε μεταπολεμικώς...

Τουναντίον, η μεταπολεμική άνθηση επέφερε από τη μια έναν εφησυχασμό στις συνειδήσεις και μια λιγότερο μαζική υποδοχή της avant-garde, από την άλλη ωστόσο, οι νέες συνθήκες της "ανθρώπινης κατάστασης" κάτω από την βαρειά σκιά του 'Αουσβιτς και του Ναγκασάκι έδωσαν νέες λαβές στην avant-garde να εκφράσει με τρόπο ακόμα πιο ρηξικέλευθο και κατά μία έννοια πιο ώριμο το φωτεινό της όραμα για το μέλλον μέσα από το ημίφως των σχετικά απομονωμένων από την μάζα καλλιτεχνικών διεργασιών της.

Η μικροαστική συνείδηση θα πανικοβληθεί για άλλη μια φορά ενώπιον μιας άγνωστης πνευματικής δύναμης, που φαντάζει σα να ήλθε για να αποβάλλει κάθε τι "μικροαστικό" από την τέχνη, και να απογυμνώσει αυτή την τελευταία σε ουσία και δόξα του δημιουργικού ανθρώπου.

Και ασφαλώς, δεν είναι το θέμα αν οι πιο καλλιεργημένοι των "μη οπαδών" της avant-garde στην μουσική την σέβονται έστω και αν δεν την ακούν , ενώ οι πιο "πριμιτίφ" την εκδιώκουν βιαίως από τον ορίζοντά τους, στην συνήθειά τους να μισούν ό,τι δεν καταλαβαίνουν.

Το ζήτημα είναι αλλού. Πως έτσι κι αλλιώς η avant-garde, κάθε avant-garde και σε οποιαδήποτε έκφραση της τέχνης, συνιστά από μόνη της και ένα αίτημα ανεκπλήρωτο στην εποχή της.

Ποτέ άλλοτε στην Ιστορία της ανθρωπότητας μια τάση στη τέχνη δεν συνδέθηκε περισσότερο με τα πιθανά θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα της Ιστορίας.

Ο "Οδυσσέας" του Joyce, η ποίηση του Celan, η μουσική του Henryk Górecki βρήκαν μεν την θέση τους στους κόλπους του εξειδικευμένου ή ευρύτερου καλλιτεχνικού κοινού, αλλά ως ποιότητες per se, και με ειλικρινή τρόπο είναι αμφίβολο αν είναι το "every day food" για πολλούς, όπως είναι ας πούμε η μουσική pop.

Πράγμα με μιαν έννοια λογικό. Η τέχνη δεν είναι ένα ανιστορικό, συγκινησιακό φαινόμενο, αλλά ένα ιστορικό τέτοιο. Και από αυτή την άποψη η βίαιη και ακραία "αντι-καταναλωτική" άποψη της avant-garde θα παραμένει ακόμα ως υπόσχεση όχι για τη τέχνη (εκεί θαυματούργησε οριστικά και με αναμφισβήτητο τρόπο), αλλά για έναν άλλον κόσμο όπου η εκμετάλλευση ανθρώπου από ανθρώπου θα λήξει οριστικά και το όλο ανθρώπινο πνεύμα θα απεγκλωβιστεί επιτέλους από έναν διαρκή "μεσαίωνα" χιλιετηρίδων...