Σε μια κατά τη γνώμη μου εξαιρετική ανάρτησή της με τίτλο "Ποίηση και Λογική" η Maximax εισάγει μια προβληματική για τη ποίηση, που αμφιβάλλω αν είναι δεδομένη στους πολλούς των ποιητών.
Και όμως, είναι το υπ'αριθμόν ένα ζητούμενο από την ποιητική γραφή, τουτέστιν η ποίηση όχι μόνο ως η καταλυτική δύναμη που ανατρέπει μια συμβατική λογική και την καθιστά καίρια μόνο στο πεδίο της καθημερινότητας, αλλά επίσης και πάνω απ'όλα, η ποίηση ως λογική έτσι όπως τίθεται και μπορεί περαιτέρω να εννοηθεί από την κατακλείδα της ανάρτησης:
"Κι όμως η ποίηση έρχεται να καταστρατηγήσει την εύκολα εννοούμενη μορφή και χρήση της λογικής για να δείξει την ιδανική μορφή της".
Εάν η ποίηση έρχεται να καταδείξει "την ιδανική μορφή της λογικής", τότε συνιστά από μόνη της αυτήν την λογική, την πιθανώς "νέα" στη γνωσιολογική έκταση του ανθρώπου ανεξάρτητα από το γεγονός ότι μιλάμε για μια παλαιόθεν δρώσα τέχνη.
Κατά κανόνα, η Λογική ως αντικείμενο διερεύνησης καθ'εαυτό αλλά και ως όργανο που με τη σειρά του διερευνά περαιτέρω τις δυνατότητες του νου, ή καλύτερα της σκέψης που σκέπτεται τον εαυτό της, είναι αρμοδιότητα της φιλοσοφίας. Όταν όμως η ποίηση διεκδικεί την Λογική και μάλιστα ως η "ιδανική μορφή" της, τότε το όλο θέμα τίθεται αλλιώς πλέον και σίγουρα αρκετά ριζοσπαστικά.
Άλλωστε η όλη "διαμάχη" μεταξύ ποίησης και φιλοσοφίας είναι τόσο παλιά όσο (το λιγότερο) οι Προσωκρατικοί. Ο Ηράκλειτος εξεφράσθη άσχημα για τον Όμηρο και τον Ησίοδο, ενώ ο Πλάτων, μέγιστος Ποιητής ο ίδιος, εξόριζε τους ποιητές από την "Πολιτεία" του. Η όλη, συνήθως άτυπη και άλλοτε έκδηλη "αντιπαράθεση" συνεχίστηκε μέχρι τον 20ό αιώνα, κατά τον οποίο οι υπερρεαλιστές αποπειράθηκαν να βάλουν ένα τέλος σε αυτήν, κυρίως μέσα από τις προσεγγίσεις τους στον διαλεκτικό υλισμό του Μαρξ και την ορθόδοξη φροϋδική θεώρηση του υποσυνειδήτου.
Παρ'όλ'αυτά, είναι αναμενόμενο πως στο βαθμό που η Λογική έχει να κάνει με ένα κατ'εξοχήν σύστημα αυτοπεριεχομένων αξιωμάτων και συναλλήλων με αυτά αναπτυσσομένων εννοιών, να αποστέργει το "πτητικό" στοιχείο της σκέψης καθώς και την μεταφορά στη γλώσσα.
Αν η Λογική (ως φιλοσοφική έννοια) είναι μια ανάδυση από το ετοιμοπαράδοτο σκότος του κόσμου τότε η Ποίηση είναι μια κατάδυση μέσα σε αυτό.
Που ωστόσο για έναν συνειδητό ποιητή ποτέ δεν παραμένει μόνο "κατάδυση" αλλά ταυτόχρονα και με τρόπο απαρέγκλιτο συνιστά και μια ανάδυση με έναν ολόκληρο νέο κόσμο να έρχεται στο φως μαζί με την λογική του.
Με την διαφορά πως η νέα λογική και ο κόσμος που ανασύρει η ποίηση είναι "μακροπρόθεσμης" αναφοράς, αν μπορεί να το πει κανείς έτσι. Σχηματίζει έναν παράλληλο κόσμο μεν και μια παράλληλη λογική δε, η οποία φαίνεται πως θα είναι εσαεί η "ιδανική" μορφή της λογικής στο βαθμό που συνήθως δεν έχει την δυνατότητα να περάσει σε άμεση εφαρμογή και συνεπώς σε αλλοτρίωση και παγίωσή της σε "δόγμα".
Είναι η ποίηση, θα λέγαμε, το μυστικό της αιώνιας νεότητας της λογικής σε έδαφος πάντοτε πρωτόγνωρο και παρθένο όπως φάνηκε να ήταν ο κόσμος και οι έννοιές του στην πρωταρχή τους.
Κάθε στιγμή γνήσιας ποιητικής δημιουργίας, κατά συνέπεια είναι και η Γένεση της Λογικής ξανά, σαν να μην είχε υπάρξει καμμία λογική στο κόσμο, από την τυπική αριστοτέλεια έως την εγελιανή, ανεξάρτητα από το σε ποιο βαθμό μπορεί να εμπεριέχονται και οι δυο κάθε φορά στη ποίηση.
Μια Νέα Εδέμ του νου, που η εν απτότητι πραγμάτωσή της είναι ένα θέμα που αντίθετα απ' ό,τι θα μπορούσαν να πιστέψουν πολλοί, δεν είναι "άμεσο".
Η ποίηση, έτσι κι αλλιώς, ως η μη άμεση αποκαθήλωση του πραγματικού στο έδαφος εκείνου , του ξεχωριστού και εσώτερου "βασιλείου" που κρύβει μέσα του κάθε άνθρωπος, κερδίζει το παιγνίδι.
Και όμως, είναι το υπ'αριθμόν ένα ζητούμενο από την ποιητική γραφή, τουτέστιν η ποίηση όχι μόνο ως η καταλυτική δύναμη που ανατρέπει μια συμβατική λογική και την καθιστά καίρια μόνο στο πεδίο της καθημερινότητας, αλλά επίσης και πάνω απ'όλα, η ποίηση ως λογική έτσι όπως τίθεται και μπορεί περαιτέρω να εννοηθεί από την κατακλείδα της ανάρτησης:
"Κι όμως η ποίηση έρχεται να καταστρατηγήσει την εύκολα εννοούμενη μορφή και χρήση της λογικής για να δείξει την ιδανική μορφή της".
Εάν η ποίηση έρχεται να καταδείξει "την ιδανική μορφή της λογικής", τότε συνιστά από μόνη της αυτήν την λογική, την πιθανώς "νέα" στη γνωσιολογική έκταση του ανθρώπου ανεξάρτητα από το γεγονός ότι μιλάμε για μια παλαιόθεν δρώσα τέχνη.
Κατά κανόνα, η Λογική ως αντικείμενο διερεύνησης καθ'εαυτό αλλά και ως όργανο που με τη σειρά του διερευνά περαιτέρω τις δυνατότητες του νου, ή καλύτερα της σκέψης που σκέπτεται τον εαυτό της, είναι αρμοδιότητα της φιλοσοφίας. Όταν όμως η ποίηση διεκδικεί την Λογική και μάλιστα ως η "ιδανική μορφή" της, τότε το όλο θέμα τίθεται αλλιώς πλέον και σίγουρα αρκετά ριζοσπαστικά.
Άλλωστε η όλη "διαμάχη" μεταξύ ποίησης και φιλοσοφίας είναι τόσο παλιά όσο (το λιγότερο) οι Προσωκρατικοί. Ο Ηράκλειτος εξεφράσθη άσχημα για τον Όμηρο και τον Ησίοδο, ενώ ο Πλάτων, μέγιστος Ποιητής ο ίδιος, εξόριζε τους ποιητές από την "Πολιτεία" του. Η όλη, συνήθως άτυπη και άλλοτε έκδηλη "αντιπαράθεση" συνεχίστηκε μέχρι τον 20ό αιώνα, κατά τον οποίο οι υπερρεαλιστές αποπειράθηκαν να βάλουν ένα τέλος σε αυτήν, κυρίως μέσα από τις προσεγγίσεις τους στον διαλεκτικό υλισμό του Μαρξ και την ορθόδοξη φροϋδική θεώρηση του υποσυνειδήτου.
Παρ'όλ'αυτά, είναι αναμενόμενο πως στο βαθμό που η Λογική έχει να κάνει με ένα κατ'εξοχήν σύστημα αυτοπεριεχομένων αξιωμάτων και συναλλήλων με αυτά αναπτυσσομένων εννοιών, να αποστέργει το "πτητικό" στοιχείο της σκέψης καθώς και την μεταφορά στη γλώσσα.
Αν η Λογική (ως φιλοσοφική έννοια) είναι μια ανάδυση από το ετοιμοπαράδοτο σκότος του κόσμου τότε η Ποίηση είναι μια κατάδυση μέσα σε αυτό.
Που ωστόσο για έναν συνειδητό ποιητή ποτέ δεν παραμένει μόνο "κατάδυση" αλλά ταυτόχρονα και με τρόπο απαρέγκλιτο συνιστά και μια ανάδυση με έναν ολόκληρο νέο κόσμο να έρχεται στο φως μαζί με την λογική του.
Με την διαφορά πως η νέα λογική και ο κόσμος που ανασύρει η ποίηση είναι "μακροπρόθεσμης" αναφοράς, αν μπορεί να το πει κανείς έτσι. Σχηματίζει έναν παράλληλο κόσμο μεν και μια παράλληλη λογική δε, η οποία φαίνεται πως θα είναι εσαεί η "ιδανική" μορφή της λογικής στο βαθμό που συνήθως δεν έχει την δυνατότητα να περάσει σε άμεση εφαρμογή και συνεπώς σε αλλοτρίωση και παγίωσή της σε "δόγμα".
Είναι η ποίηση, θα λέγαμε, το μυστικό της αιώνιας νεότητας της λογικής σε έδαφος πάντοτε πρωτόγνωρο και παρθένο όπως φάνηκε να ήταν ο κόσμος και οι έννοιές του στην πρωταρχή τους.
Κάθε στιγμή γνήσιας ποιητικής δημιουργίας, κατά συνέπεια είναι και η Γένεση της Λογικής ξανά, σαν να μην είχε υπάρξει καμμία λογική στο κόσμο, από την τυπική αριστοτέλεια έως την εγελιανή, ανεξάρτητα από το σε ποιο βαθμό μπορεί να εμπεριέχονται και οι δυο κάθε φορά στη ποίηση.
Μια Νέα Εδέμ του νου, που η εν απτότητι πραγμάτωσή της είναι ένα θέμα που αντίθετα απ' ό,τι θα μπορούσαν να πιστέψουν πολλοί, δεν είναι "άμεσο".
Η ποίηση, έτσι κι αλλιώς, ως η μη άμεση αποκαθήλωση του πραγματικού στο έδαφος εκείνου , του ξεχωριστού και εσώτερου "βασιλείου" που κρύβει μέσα του κάθε άνθρωπος, κερδίζει το παιγνίδι.