Thursday, April 22, 2010

Ο ALEXANDER MOSSOLOV ΚΑΙ Η ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

Κάποτε δεν μπορεί παρά να αναρωτάται κάποιος για το πώς είναι δυνατόν μέσα σε ελάχιστα χρόνια η σοβιετική γραφειοκρατία του Στάλιν και των συν αυτώ μετριοτήτων να ερήμωσε με τόσο αποτελεσματικό τρόπο το τοπίο της επανάστασης όχι μόνο από αυτήν την ίδια την επανάσταση αλλά και από το πρωτοφανές σε ορμή, ευφυία και δημιουργικότητα δυναμικό των καλλιτεχνών της.

Είναι κάτι παραπάνω από αλήθεια πως στα πρώτα χρόνια της ρωσσικής επανάστασης σημειώθηκε μια μεγαλειώδης αναγέννηση των τεχνών προς ορίζοντες μάλιστα πρωτόγνωρους για την ανθρωπότητα. Βέβαια, ήτανε λογικό και αναμενόμενο πως η νεαρή και αναβράζουσα μετεπαναστατική Ρωσσία δεν μπορούσε παρά να θελήσει να ορίσει ξανά όχι μόνο τον κόσμο αλλά και την ίδια την τέχνη από το σημείο μηδέν.

Γι αυτό το σκοπό, οι ίδιες τεράστιες κοινωνικές δυνάμεις που έκαναν πραγματικότητα το πρώτο μαχόμενο κράτος των εργαζομένων στο κόσμο, ώθησαν κολοσσιαίες εκφραστικές δυνατότητες της τέχνης στην εφαρμογή τους με ένα τρόπο που φαντάζαν πως ορίζαν αυτή την ίδια την έννοια της τέχνης από την αρχή.

Όμως αυτή η σχεδόν τιτανική κίνηση δεν είχε τίποτε το φθηνό, το κραυγαλέα "συνθηματολογικό" και δεν υπέκειτο στην άχαρη εποπτεία μιας μονόσημης "στράτευσης" προς όφελος των εκάστοτε επιλογών της ηγεσίας.

Οι πρωταγωνιστές της Ρωσσικής Επανάστασης άλλωστε ήταν ιδιαίτερα ανοιχτόμυαλοι στα της τέχνης. Ο Λένιν, αν και εδήλωνε αναρμοδιότητα περί τα καλλιτεχνικά εν τούτοις είχε εκείνο το "καλό" ένστικτο του ευφυούς ανθρώπου όταν έρχεται σε επαφή με κάτι που πιθανόν να μην γνωρίζει και τόσο καλά. Και ο Τρότσκι, με την τεράστια κουλτούρα και παιδεία του προσπάθησε να μετέχει στον όλο καλλιτεχνικό αναβρασμό της τότε Ρωσσίας, ιδιαίτερα με το έργο του "Λογοτεχνία και Επανάσταση" χωρίς ωστόσο να διανοείται να ελέγξει στο παραμικρό οποιαδήποτε καλλιτεχνική έκφανση ή τάση ή ακόμα χειρότερα να δώσει "ντιρεκτίβες".
Να μην ξεχνάμε ακόμα και τον ιδιαίτερα καλλιεργημένο και ευαίσθητο Λουνατσάρσκυ που από μια θέση-κλειδί έκανε το παν για να προωθήσει ένα βήμα παραπέρα την άνθηση των τεχνών στην μετεπαναστατική Ρωσσία.

Τα πράγματα ωστόσο άλλαξαν δραματικά όταν η σταλινική γραφειοκρατία κυριάρχησε και όταν το επαρχιώτικο μουστάκι του Στάλιν έγινε το νέο αφισσολογικό φετίχ για ανθρώπους που ήταν γεννημένοι να είναι υπάλληλοι και σκλάβοι.

Κάθε ελευθερία στη τέχνη έπαυσε και ο,τιδήποτε πλέον ξέφευγε από τους κούφιους ύμνους στο Στάλιν και τον "σοβιετικό άνθρωπο", στηλιτεύετο, διεπομπεύετο και απεμπολείτο από την καλλιτεχνική ζωή της χώρας. Όχι λίγοι ικανότατοι και ευφυείς δημιουργοί πήραν τον δρόμο προς κάποιο σιβηριανό γκουλάγκ και αρκετοί έχασαν ακόμα και την ζωή τους εξ αιτίας του παρανοϊκού αυτοπροστατευτικού τρόμου της γραφειοκρατίας για τον εαυτό της.

Ο Alexander Mossolov (ή και Mosolov στην λατινική μεταγραφή του ονόματος) δεν μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση σε μια διαδικασία που διέβρωνε πλέον όχι μόνο τα θεμέλια της επανάστασης αλλά και αυτή την ίδια την φύση της τέχνης.

Εξαιρετικά ταλαντούχος συνθέτης, έχοντας δημιουργήσει ήδη το κορυφαίο "Zavod" ("The Iron Foundry" , 1926-27) που έμελε να καταπλήξει το κόσμο σε πολλές παραστάσεις που δόθηκαν ανά την υδρόγειο, είδε σιγά σιγά το έργο του αλλά και τον ίδιο να πέφτουν σε δυσμένεια από το καθεστώς, δυσμένεια που σίγουρα του φάνηκε ακατανόητη στην αρχή, αν αναλογιστούμε την επιστολή διαμαρτυρίας και παράκλησης που έστειλε στον ίδιο τον Στάλιν, σε μια προσπάθειά του να μην αποκοπεί από τα καλλιτεχνικά δρώμενα της χώρας.

Κανείς δεν του έδωσε σημασία ωστόσο, και η ολοένα και αυξανόμενη απομόνωσή του τον οδήγησε στον αλκοολισμό και την απελπισία. Και σαν να μην έφταναν αυτά, το 1937 συνελήφθη για "αντισοβιετική προπαγάνδα" και εκτοπίστηκε σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Σιβηρία όπου και πέθανε.

Μετά θάνατον, η γραφειοκρατία απεκατάστησε κάπως το όνομά του και το έργο του, αλλά τι να το κάνεις...

Από το mixpod δεξιά ακούμε πρώτα το Zavod σε μια σπάνια (μονοφωνική) ηχογράφησή του το 1934 από την Συμφωνική Ορχήστρα του Παρισιού υπό την διεύθυνση του Julius Ehrlich και αμέσως μετά το ίδιο κομμάτι από μια πιο σύγχρονη εκτέλεση της Royal Concertgebouw Orchestra με την διεύθυνση του Riccardo Chailly το 2006.

Η πρώτη και παλαιότερη εκτέλεση όπως θα αντιληφθείτε είναι πιο "βιομηχανική" έναντι της κλασσικής ενορχηστρώσεως σε μια προσπάθεια να αποδοθεί το αυθεντικό πνεύμα της σύνθεσης όσο το δυνατόν πιο πιστά. Ενώ η δεύτερη πιο πρόσφατη, αρκετά πιο ορχηστρική.