Thursday, April 12, 2012

Προλεγόμενα σε μια δημιουργική ανάγνωση της "Μοναδολογίας" του Leibniz

Καθώς τον μόλις προηγούμενο καιρό καταπιάστηκα με ένα σχέδιο μελέτης πάνω στην Μοναδολογία του Leibniz, θεωρώ σκόπιμο να εκθέσω κάποιες προκαταρκτικές σκέψεις εδώ, πριν από μια μελλοντική παρουσίασή του, κυρίως όσον αφορά τους σκοπούς, την μεθοδολογία και τα ζητούμενα από την άποψη μιας σύγχρονης και κατ' ελπίδα δημιουργικής ανάγνωσης πάνω στις πολύ σημαντικές θεωρήσεις του Γερμανού φιλοσόφου.

Η Μοναδολογία (La Monadologie), εγράφη κατά το έτος 1714 στα γαλλικά και συνιστά μια προσπάθεια του Leibniz να εκθέσει με όσο το δυνατόν πιο συνοπτικό, κάποτε δε και αφοριστικό, τρόπο τις αρχές του φιλοσοφικού του συστήματος, το οποίο εν προκειμένω περιστρέφεται γύρω από τον όρο "Μονάδα".
Πρόκειται για κείμενο, όχι εύκολο, σε πολλά "σκοτεινό" ίσως, που ωστόσο είναι πολύ κρίσιμο και οριακό, θα έλεγε κανείς, για την Φιλοσοφία των Νεών Καιρών, μιας και εδώ ο δυαδισμός του Descartes αλλά και η "πανθεϊστική" και συχνά αρκούντως "μηχανική" θεώρηση του Spinoza υπερβαίνονται από την άποψη μιας πολύ συγκροτημένης μονιστικής μεθόδου η οποία πατάει σε σημαντικό βαθμό στο έδαφος μιας πρώιμης και προ-εγελιανής διαλεκτικής των Νέων Καιρών, χωρίς να εγκαταλείπει ωστόσο από την άλλη το έδαφος της σχολαστικής Λογικής, όσο και αν η μπαρόκ περίοδος αντιτίθεται ήδη στους σχολαστικούς.

Όμως από την άλλη, η νηφαλιότητα (παρά το "σκοτεινό" του ύφους του) και η διαύγεια του Leibniz είναι τέτοιες, όσον αφορά το πόσο ενδελεχώς και με συστηματικό τρόπο αποπειράται ο ίδιος να καθορίσει με ένα σχεδόν οντολογικό τρόπο την "Μονάδα" του, ώστε, ο πεπαιδευμένος αναγνώστης σίγουρα θα νοιώσει πως δεν υπάρχει κάποιο έλλειμμα διαλεκτικής εδώ, ει μη ένα λαμπρό εννοιολογικό αρχιτεκτόνημα, γνήσιο τέκνο της εποχής του μπαρόκ στο πεδίο της Φιλοσοφίας, και ακόμα μεγάλης διαχρονικής αξίας, αν σκεφθούμε το πόσες εφαρμογές ή επαληθεύσεις έσχε η σκέψη του Leibniz στον 20ό αιώνα· από τις φράκταλ δομές έως και αυτό το δυαδικό σύστημα που χρησιμοποιείται κατ' αποκλειστικότητα στην πληροφορική και τα computers (ο Leibniz ως μαθηματικός, πέρα από φιλόσοφος, δεν θα μπορούσε παρά να χρησιμοποιήσει ως σημείο εκκίνησης τα μαθηματικά και την πλήρως αφηρημένη υπόστασή τους. Άλλωστε ο όρος "Μονάδα" παραπέμπει ευθέως εκεί, και ο ίδιος ο εισηγητής αυτής προς χρήση για φιλοσοφικό σκοπό δηλώνει πως δανείστηκε τον όρο από τον Πυθαγόρα).

Σκοπός μου λοιπόν είναι να "δω" την Μοναδολογία από δυο απόψεις. Η πρώτη, καθαρά από την σκοπιά της σκέψης έχει να κάνει με μιαν εκτίμηση της ουσίας της Μονάδας, ως αρχετυπίας και της "προεγκατεστημένης αρμονίας" ως συγχρονίας και η δεύτερη, μη πρωτογενώς συσχετιζόμενη με το σύστημα του Leibniz, έχει να κάνει με μια Φιλοσοφία της Ποίησης, για την οποία, ανάμεσα και σε άλλες φιλοσοφικές θεωρήσεις, η Μοναδολογία μπορεί να σταθεί και αυτή ως πολύτιμος αρωγός.
Ακόμα θα επιχειρήσουμε να δούμε με όσο το δυνατόν πιο αναλυτικό τρόπο το πώς ακριβώς αυτή η "προεγκατεστημένη αρμονία" για την οποία μιλάει ο Leibniz, ανάμεσα σε πλήρως αυθύπαρκτες και μη επιδρώσες η μια πάνω στην άλλη "μονάδες", ορίζει ένα πλαίσιο προβληματισμού που ξεφεύγει ίσως αρκετά από τις προθέσεις της λελογισμένης ή αναμενομένης φιλοσοφίας.

Για παράδειγμα, αν αναλογιστούμε πως οι Μονάδες οι οποίες καίτοι δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, εν τούτοις "αντανακλούν" η μία τις αλλαγές της άλλης με ένα καθαρά εσωτερικό (συγχρονικό θα έλεγα) τρόπο και χωρίς καμμία επέμβαση εξωτερικής κίνησης εφ'όσον δεν είναι δυνατόν ούτε να "προσλάβουν" κάτι απέξω ούτε να "πέμψουν" κάτι από μέσα τους προς τα έξω (και αυτό επειδή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που τίθενται, οι Μονάδες δεν ορίζουν "μέρη" αλλά , θα μπορούσε να πει κανείς, ποιοτικές ολότητες μέσα σε ένα Όλο - κάθε Μονάδα εμπεριέχει το Όλο με έναν ιδιαίτερο και ανεπανάληπτο τρόπο), τότε αναμφίβολα εδώ δεν έχουμε απλώς ένα φιλοσοφικό σύστημα, αλλά ένα sub specie aeternitatis πανόραμα της Υπόστασης του κόσμου, μέσα από μια έννοια, που αν και θα μπορούσε να ορίζει την ελάχιστη μονάδα ύλης, εν τούτοις η ίδια δεν είναι υλική αλλά καθαρά μεταφυσική!

Ακόμα προκύπτουν ζητήματα ορισμού αυτής της φιλοσοφίας, μιας και αν θεωρήσουμε την μεταφυσική του Leibniz (και δικαιολογημένα) ως ένα είδος ιδεαλισμού, -στο βαθμό που τα πράγματα κατ' αυτήν δεν έχουν αληθινή ύπαρξη εκτός από τις Μονάδες που είναι οι "ζωντανοί καθρέφτες του σύμπαντος"-, τότε είναι ένας ιδεαλισμός που εκκρεμεί συνεχώς ανάμεσα στον υποκειμενικό και τον αντικειμενικό ιδεαλισμό.
Αυτό γιατί, καίτοι ο "αντικειμενικοποιημένος" μέσα από τις Μονάδες και την λειτουργία τους κόσμος παραπέμπει στον αντικειμενικό ιδεαλισμό, εν τούτοις απέχει πόρρω από τον αντικειμενικό ιδεαλισμό του Hegel μιας και οι "υπέρτατες αλήθειες" εδώ δεν είναι οι έννοιες, αλλά κάτι πολύ πιο σκοτεινό και αφηρημένο, που ωστόσο κατά ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο, και μάλιστα έτσι όπως μόνο μια μεγαλοφυία μπορεί να ορίσει, φαίνεται πως είναι ό,τι πιο πρακτικό από την άποψη μιας εκτίμησης της συνοχής του σύμπαντος.
Και εδώ σίγουρα εντοπίζεται το επίτευγμα του Leibniz: θέτει με ιδιαίτερα λειτουργικό και πειστικό τρόπο ως θεμέλιους στύλους της πραγματικότητας ό,τι πιο "εξω-πραγματικό" (υπέρτατη αφαίρεση, μη υλική και καθαρά μεταφυσική υπόσταση της Μονάδας) υπάρχει, το όποιο έτσι κι αλλιώς είναι το μόνο, σύμφωνα με την θεωρία του που υπάρχει πραγματικά.

Επίσης, θα με ενδιέφερε να συνδεθεί περισσότερο ο Leibniz με την εποχή του, μιας και κατά την γνώμη μου, είναι περισσότερο "μπαρόκ" φιλόσοφος απ'όσο φαίνεται. Η όλη αρχιτεκτονική του συστήματός του παραπέμπει απευθείας στην ολιστική αν όχι ολοκληρωτική νοοτροπία μιας περιόδου που αποπειράθηκε να εγκαταστήσει το "αιώνιο" επί γης τόσο μέσω της πολιτικής της (μην ξεχνάμε ακόμα τον Leibniz διπλωμάτη!), όσο και μέσα από την αρχιτεκτονική, την μουσική και εν γένει την σύνολη τέχνη της.

Προσωπικά πιστεύω πως ο εντελώς ιδιότυπος μεταφυσικός μονισμός του Leibniz έχει να προσφέρει πολλά στη σκέψη του 21ου αιώνα, και ένα μεθοδικό, κριτικό διάβασμα πάνω στις θεωρήσεις του καθίσταται αναγκαίο, μιας και πάντα είχα την εντύπωση πως το σύστημά του απέχει πολύ από το να λειτουργήσει ως εκ των ουκ άνευ "συνδετικός κρίκος" ανάμεσα στον Descartes και τον Kant επί παραδείγματι.

Για να το θέσω καλύτερα, θα έλεγα το εξής. Μπορούμε κάλλιστα να φανταστούμε μια γραμμή συνεχείας που συνδέει τον Descartes με τον Kant και από εκεί τον Fichte με τον Hegel, ωστόσο, ο Leibniz, κατά την γνώμη μου, καίτοι έχει κατά μία έννοια την θέση συνεχείας του πάνω σε αυτή την γραμμή, εν τούτοις μπορεί ταυτόχρονα να σταθεί ως μια μονάδα πλήρως εσώκλειστη στον εαυτό της όσο και οι Μονάδες που θεμελιώνει με την σκέψη και την φιλοσοφία του.
Ίσως αυτός είναι ο λόγος που - όπως έχω την εντύπωση τουλάχιστον- παραμελήθηκε λίγο ως φιλόσοφος κατά τον 20ό αιώνα, παρά τις εντυπωσιακές επιβεβαιώσεις του στον χώρο των φυσικών επιστημών.

Πρόκειται για μια "νήσο" που δεν προσφέρει μεγάλες δυνατότητες "επαφής" με τον υπόλοιπο φιλοσοφικό κόσμο, αν εξαιρέσει βέβαια κανείς τον Descartes, του οποίου τις αρχές αντιπαλεύει ο Leibniz, και τον Spinoza, με τον οποίο καίτοι έχει συγγενική νοοτροπία σε διάφορα ουσιώδη σημεία, εν τούτοις οι καταλήξεις του είναι πλήρως διαφορετικές (δεν θα πρέπει να εξαιρέσουμε εδώ ακόμα κοινούς τόπους με την Λογική του Hegel).
Δεδομένου μάλιστα ότι η πολιτική φιλοσοφία από τη μια και ο νεοπροσωκρατικός στοχασμός από την άλλη, πήραν σαφώς τα ηνία της Φιλοσοφίας στον προηγούμενο αιώνα (μια κατάσταση βέβαια που παρήκμασε και έφθασε σε ένα αδιέξοδο εδώ και καιρό), δεν είναι παράξενο που ο Leibniz δεν υπήρξε ό,τι πιο προτιμητέο, ως αντικείμενο συστηματικής μελέτης, στοχασμού και κριτικής αναφοράς κατά την προηγούμενη περίοδο.


Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, θα επιχειρήσουμε να δούμε εν καιρώ μερικά κρίσιμα σημεία της Φιλοσοφίας του, και δη της Μοναδολογίας του και επιπροσθέτως την ενδεχόμενη ωφέλεια που μπορεί να υπάρξει από μια τέτοια μελέτη όχι ακριβώς για την ποίηση, αλλά για μια φιλοσοφία της ποίησης.

Προς αυτό το σκοπό, οι γνώμες, κρίσεις, ανταλλαγές απόψεων μέσω αλληλογραφίας με τους ενδιαφερόμενους αναγνώστες είναι εκ των προτέρων καλοδεχούμενες και ευχάριστα αναμενόμενες, όπως κάθε φορά που αναρτάται στο παρόν ιστολόγιο κάποιο κείμενο φιλοσοφικής κυρίως αναφοράς.