Τι ακριβώς σημαίνει αυτή η
παράξενη λέξη "ιδεολογία" η οποία φαίνεται πως εκ των υστέρων και εξ
εμπειρίας μας έθεσε σε περισσότερες κακοτοπιές, απ' όσες προετίθετο να
μας γλυτώσει, τούτο ας επιχειρήσουμε να διασαφηνίσουμε κατ' αρχάς εν
είδει ορισμού: ιδεολογία, ήτοι ο λόγος περί μιας ιδέας, είναι ένα σύνολο
αρχών, εκτιμήσεων και σκοπών που έχει στόχο είτε την ανάπτυξη (υλική, ηθική, πνευματική) είτε, ή συναλλήλως, την κατά το ερμηνευτικό δοκούν "απελευθέρωση" μιας
κοινωνίας εν συνόλω ή ενός μέρους αυτής.
Κατά συνέπεια, η ιδεολογία είναι ένα θεωρητικό-ερμηνευτικό σχήμα επί του
κόσμου που αναζητεί ή έχει ήδη εξακριβώσει τα συγκεκριμένα πρακτικά
μέσα για τον επικείμενο θρίαμβό της και γι' αυτό ορίζει πρωτίστως, και με επειγότητα συνήθως, ένα
σύνολο μέσων και σκοπών. Με μια διαφορά όμως: προϋπόθεση
για την ύπαρξη κάθε ιδεολογίας, τουλάχιστον στις αρχές της εμφάνισής της
και στο βαθμό που δεν έχει αποκτήσει ακόμα υλικό αντίκρυσμα και
επίτευγμα σε πραγματικότητα είναι η πίστη. Πρέπει να πιστεύει κάποιος εκ των προτέρων
ότι αυτή η ιδεολογία είναι ορθή για να την ασπαστεί, για τον απλούστατο
λόγο ότι τίποτε άλλο δεν μπορεί να του εγγυηθεί την επιτυχία μιας
ιδεολογίας ει μη αυτή ακριβώς η πίστη.
Η πίστη όμως, αναγόμενη στο επίπεδο ενός καθολικού οράματος όπως είναι
μια ιδεολογία, μας εισάγει κατευθείαν στην περιοχή της καθαρά
θρησκευτικής συνείδησης του ανθρώπου και όχι της λογικής. Η πίστη φυσικά
ως έννοια δεν ταυτίζεται με την θρησκεία, αλλά στο βαθμό που ο
ενστερνισμός μιας θρησκείας είναι αδύνατος χωρίς πίστη (όταν βέβαια
αυτός ο ενστερνισμός είναι ειλικρινής και όχι υποκριτικός), τότε η
ιδεολογία ως πίστη δεν μπορεί παρά να συγγενεύει με το θρησκευτικό
φαινόμενο, κατ' αναλογίαν, αλλά και κατ' ουσίαν.
Για παράδειγμα, ο κομμουνισμός ως ιδεολογία και στον ύψιστο βαθμό
παραμόρφωσης και αλλοτρίωσής του κατά τον 20ό αιώνα είναι το πιο
χαρακτηριστικό παράδειγμα αθρόας μετατροπής μιας θεωρητικής-πρακτικής
προοπτικής επί των ανθρωπίνων σε καθαρή θρησκεία.
Με όλες τις τυπικές
και ιερατικές εκδηλώσεις του, με όλα τα κατάλληλα σύμβολα που μπορούν να
συμπυκνώνουν μια πίστη και ένα θυμικό σε "ηρωικό" πρόταγμα, με όλη την
κάστα ιερέων του, και, εξ όσων γνωρίζουμε έως σήμερα με έναν τουλάχιστον
"Πάπα" που διεκδίκησε στα σοβαρά το δικαίωμά του στο "αλάθητο" (ο
Στάλιν), αλλά ακόμα και με "Πατριάρχες" (Λένιν, Τρότσκι), οι οποίοι παρά
τις αναμφίβολα υγιείς αρχικές προθέσεις τους (κάτι που δεν μπορεί να το
ισχυριστεί κάποιος για τον ιδιοτελή εγκληματικό χαρακτήρα του Στάλιν
καθώς και την λυσσαλέα δίψα του για εξουσία προς χάριν της εξουσίας
και μόνον), και παρά την σε κάθε περίπτωση εκτιμητέα απέχθειά τους προς
κάθε είδος θρησκείας και θρησκευτικής συνείδησης, δεν μπόρεσαν ωστόσο
γι' αυτό να αποφύγουν την "αγιοποίησή" τους (αν δεν την επιζητούσαν
κιόλας κάποιες στιγμές...) και όλα τα θλιβερά συμπαρομαρτούντα που
δηλώνονται στη σχέση ηγέτη από την μια και άκριτου, δουλικού ή
τρομαγμένου οπαδού από την άλλη.
Το κομμουνιστικό όραμα έτσι όπως ξέπεσε στον 20όν αώνα δημιούργησε ακόμα
και στρατιές "αιρετικών" οι οποίοι κατά καιρούς αντιμετωπίστηκαν από τους "ορθόδοξους" με
μεγαλύτερο μίσος απ' αυτό με το οποίο αντιμετώπιζαν τον κλασσικό σατανά
αστό. Πράγματι, οι "αναθεωρητές", οι ρεβιζιονιστές κάθε είδους
όχι σπάνια ήταν στο κέντρο του αναθέματος των κάθε λογής και ιδεολογικής αναφοράς "ορθοδόξων" μιας και η ελάχιστη
παρέκκλιση από τα δόγματα σήμαινε τελεσίδικη προδοσία.
Παρ'όλ' αυτά, προσωπικά δεν βρίσκω κανένα λόγο να πετάξω το "Κεφάλαιο"
του Μαρξ στα σκουπίδια, έστω και αν είμαι πεπεισμένος πως ο "μαρξισμός" από μόνος του
δεν μπορεί να επιτύχει κάποια ριζική κοινωνική αλλαγή, ή αν την
επιτύχει, το πιθανώτερο είναι να καταλήξει σε γραφειοκρατία και
θρησκεία, παρά τις προθέσεις του ιδίου του Μαρξ.
Ούτε θα έβλεπα λόγο να
μην συμφωνήσω με τον Λένιν σε διάφορα, περισσότερα ή λιγότερα, χωρίς αυτό να
σημαίνει πως θα μπορούσα ποτέ να δεχθώ την "δικτατορία του
προλεταριάτου" ή το "κόμμα νέου τύπου" και χωρίς σε κάθε περίπτωση να μου διαφεύγει στο
ελάχιστο ότι ο λεγόμενος "λενινισμός" ήταν η αρχή της βίαιης
παραμόρφωσης του κομμουνιστικού οράματος.
Από την άλλη, ο Αναρχισμός,
λόγου χάριν, δεν είμαι σίγουρος πως όπως ο "μαρξισμός" δεν οδηγεί και αυτός σε μια καινούργια
"θρησκεία", καίτοι από την φύση του διεκδικεί μια απόλυτη
ελευθεριακότητα καθώς και μια ασυμβίβαστη πάλη με κάθε
δόγμα. Όμως κατά πόσο αυτό ισχύει τελικά; όταν βλέπεις αναρχικούς
(παλαιότερους και νεώτερους) να υποστηρίζουν πως "δεν ψηφίζουν σε
εκλογές από άποψη αρχών" ή ότι "η Αναρχία δεν έχει σχέση με την Αριστερά" τότε μπορεί να είναι κάποιος βέβαιος, ότι η "θρησκεία" έχει κάνει την εμφάνισή της και εδώ.
Και σε αυτή την περίπτωση, και παρόλο τον ανεξήγητο δογματισμό που δείχνουν πολλοί αναρχικοί, δεν θα είχα λόγο προσωπικά να μην συμφωνήσω με αρκετές απόψεις διαφόρων αναρχικών θεωρητικών και στοχαστών και να διαφωνήσω βέβαια με άλλες.
Όπως και να έχει, είναι πολύ δύσκολο ή και αδύνατον να χωρέσεις το ανθρώπινο φαινόμενο σε ένα (μόνο) πρόταγμα.
Αυτό
που κατά την γνώμη μου, είναι σώφρον να γίνει από εδώ και πέρα, και
όσον αφορά την πολιτική εκτίμηση και δράση, είναι ένας υψηλού επιπέδου σκεπτικιστικός συγκριτισμός και απροκατάληπτος εκλεκτισμός.
Πρώτα πρέπει να διαλέξει κανείς ό,τι έμεινε σταθερό
από όλες αυτές τις παραμορφώσεις και διαστροφές της ιδεολογίας σε
θρησκεία και κατόπιν να ορίσει ένα δεύτερο επίπεδο μεταβαλλομένων
αντιλήψεων και θεωρήσεων οι οποίες θα πρέπει να επιλέγονται, συνδυάζονται και απορρίπτονται κατά περίσταση.
Κατά συνέπεια κρατάει κανείς πρώτα ως σταθερές τις έννοιες της Δημοκρατίας και της Αριστεράς. Όσον αφορά την πρώτη, εννοείται φυσικά η Άμεση Δημοκρατία, χωρίς όμως
αυτό να σημαίνει πως θα ήταν ιδιαίτερα έξυπνο να σνομπάρει ή να
αναθεματίσει κάποιος και αυτήν την αλλοτριωμένη,
αντιπροσωπευτική-κοινοβουλευτική "δημοκρατία" ως κατάκτηση και μέσο
αγώνα. Γιατί το κοινοβούλιο ορισμένως είναι ιστορική κατάκτηση και
χρειάστηκε να χυθεί πολύ αίμα για να υπάρξει. Ναι μεν, πρόκειται για
αλλοτρίωση, αλλά θα είναι ασφαλώς πολύ χειρότερο αν την θέση αυτής της
αλλοτρίωσης πάρει για παράδειγμα η αλλοτρίωση μιας ...στρατιωτικής
χούντας!
Πάντα θα πρέπει να διατηρούμε κάτι, μέχρι να είμαστε σίγουροι ότι μπορούμε να το αντικαταστήσουμε επιτυχώς με κάτι ανώτερο (και όχι χειρότερο!).Όσον
δε αφορά την δεύτερη έννοια, την Αριστερά, αυτή πρέπει να εκτιμάται
κυρίως ως κοινωνική δικαιοσύνη και σοσιαλισμός (με την τάση το Κράτος να
εξαφανιστεί και με την απόρριψη κάθε έννοιας δικτατορίας του
προλεταριάτου).
Σε επίπεδο δεύτερο, μεταβαλλομένων ή "μη σταθερών" εννοιών,
μπορεί να συνυπάρχουν κομμουνιστικές, σοσιαλιστικές. ρεφορμιστικές, αυτόνομες, ελευθεριακές, αναρχοκομμουνιστικές, αναρχοατομικιστικές ιδέες και θεωρήσεις, πάντα μέσα από ένα πρίσμα συγκριτικής
επιλογής και στιγμιαίας ή περιστασιακής χρησιμότητας και παραμερισμού τους!
Θα
πρέπει να γίνει κάποτε αντιληπτό πως η ευφυία, και δη στην πολιτική
εκτίμηση, συνίσταται ακριβώς σε αυτό: στην συγκριτική ικανότητα διαλογής
και ενσωμάτωσης κατά περίσταση στοιχείων, ιδεών, "αρχών" που από μόνες
τους και έτσι όπως έχουν διατυπωθεί ή πραγματωθεί έως σήμερα, δεν ορίζουν επιθυμητό στόχο, όμως λόγω της πιθανής στιγμαίας
αποτελεσματικότητάς τους ή του συγκριτικώς επαρκέστερου τους για μια δεδομένη περίσταση, πρέπει αδίστακτα να υιοθετούνται και μετά να αφήνονται κατά μέρος, όταν η περίσταση απαιτεί μια άλλη τακτική και οπτική!
Με λίγα λόγια, θα πρέπει να ανακαλύψουμε ξανά την δοκιμή και το πείραμα.
Γιατί
το κακό είναι πως κατά κανόνα οι άνθρωποι ρέπουν προς την
θρησκευτική συνείδηση. Τούτο σημαίνει απλά πως δεν επιθυμούν τόσο ένα αποτέλεσμα όσο μια αιτία ζωής.
Μια ιδέα για την οποία αξίζει να ζουν και βάσει αυτής να διαμορφώνουν
τον χαρακτήρα και την ζωή τους. Όπως λοιπόν καταλαβαίνει κανείς, η
μονολιθικότητα και ο δογματισμός είναι επίμονες έξεις στην ανθρώπινη
φύση, αλλά δεν πρέπει να θεωρούνται απόλυτες. Μπορούν να μετριασθούν ή
και να εξαφανιστούν μετά από σκληρή ομολογουμένως προσπάθεια.
Το δίλημμα σε κάθε περίπτωση είναι το εξής: είναι προτιμώτερο οι άνθρωποι να πιστεύουν σε ιδέες ή να έχουν ιδέες;
Είναι προτιμώτερο να ζούνε για μια ιδέα, ή να δημιουργούνε την ιδέα;
Είναι πολυτιμότερη μια ιδεολογική "ταυτότητα" από το αποτέλεσμα;
Ανάλογα
με το πώς θα απαντήσει σε αυτό το δίλημμα ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά,
κρίνεται και το κατά πόσο θα αφεθεί οριστικά πίσω όλο αυτό το χάλι του
ανορθολογισμού, της μονολιθικότητας και του φανατισμού καθώς και της
τερατώδους θρησκευτικότητας που παρασίτισε και τελικώς κατάπιε κατά τα
άλλα λιγότερο ή περισσότερο χρήσιμες και αναγκαίες θεωρήσεις·
κατά πόσο εν τελεί μπορεί να ξεπεραστεί κάποτε κάθε ιδεολογική
δυστοπία, από την αποφασισμένη ωριμότητα κάθε ενδιαφερομένου, αν βέβαια
ο τελευταίος έχει την στοιχειώδη εξυπνάδα να μην επαναλάβει τα ίδια λάθη που
ταλαιπώρησαν τόσο πολύ το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης κατά τους δυο
τελευταίους αιώνες.