Wednesday, June 29, 2011

ANA-MARIA AVRAM: Ekagrata (1990)

Από τη σχετικά πιο πρόσφατη γενεά των συνθετών της avant-garde, η Ρουμάνα Ana-Maria Avram (η οποία γεννήθηκε στο Βουκουρέστι το 1961), έχει γράψει κατά την προσωπική μου γνώμη, μερικά πάρα πολύ ποιοτικά και άκρως καθηλωτικά έργα, όπως το "Ekagrata", σύνθεση του 1990, το οποίο και ακούγεται από το player δεξιά.

Κινούμενη κατά μείζονα λόγο στο χώρο της λεγομένης "spectral music", της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό είναι η δόμηση της σύνθεσης μέσα από την ανάλυση των ηχητικών φασμάτων, προσδίδει εκτός των άλλων και ιδιαίτερο βάρος στην σκηνική παρουσίαση της μουσικής της με τα αποτελέσματα ομολογουμένως, να είναι κάποτε κάτι παραπάνω από εντυπωσιακά.

Οι υφολογικές και συνθετικές συγγένειές της με τον άλλο πολύ σημαντικό Ρουμάνο συνθέτη της avant-garde, Iancu Dumitrescu (με τον οποίον άλλωστε συνδιευθύνει το avant-garde σύνολο "Hyperion Ensemble") δεν είναι σπάνιες, αν και έχω την εντύπωση πως η Ana-Maria Avram αγαπάει κάποτε και την χρήση των μεγάλων ορχηστρικών συνόλων, όπως επί παραδείγματι στο έργο της "Chaosmos" του 1996, γραμμένο για δύο ορχήστρες.

Άκρως εφευρετική και εμπνευσμένη, με υψηλό δείκτη δημιουργικότητας και ευφυίας, η Ana-Maria Avram ανήκει σίγουρα σε εκείνους τους ταλαντούχους συνθέτες που φροντίζουν να κρατάνε πάντοτε την avant-garde ζωντανή.



Friday, June 24, 2011

Ο ΣΤΑΛΙΝ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΣ

Είναι βέβαιο σήμερα ότι ο μέγας τύρρανος του 20ού αιώνα και νεκροθάφτης της Ρωσικής Επανάστασης δεν έτρεφε αρχικώς ή πρωτογενώς ιδιαίτερο φυλετικό μίσος προς την εβραϊκή εθνότητα, της οποίας η παρουσία ήταν σημαντική στην επαναστατική, μετεπαναστατική και σταλινική περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης, μιας και συχνά κατείχε κρίσιμες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, την ιντελλιγκέντσια και το στρατό.

Τουλάχιστον, δεν φαίνεται να είχε κάποια πλεονάζοντα αντισημιτικά αισθήματα, πέρα βέβαια από τις συχνά εμφανιζόμενες ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα του καιρού του (και όχι μόνο) σχετικές προκαταλήψεις.
Γιατί, πάνω απ'όλα, δεν πρέπει να ξεχνούμε πως ο Στάλιν ήταν ένας άνθρωπος χωρίς καμμία ιδιαίτερη παιδεία και μόρφωση και αυτός θα ήταν ένας ακόμη λόγος που θα φθονούσε κάποια στιγμή τους ιδιαίτερα μορφωμένους, πολύγλωσσους και με καλλιεργημένους τρόπους Εβραίους που μετείχαν του σταλινικού κρατικού μηχανισμού, καθώς θα τους συνέκρινε με την δική του επιδεικτική αμορφωσιά και άγνοια ακόμα και σε στοιχειώδη ζητήματα πολιτικής θεωρίας, την έλλειψη γνώσης έστω και μίας ξένης γλώσσας και τους άξεστους, ακατέργαστους και λαϊκούς τρόπους συμπεριφοράς του.

Και δεν πρέπει να ξεχνούμε ακόμα βέβαια, πως ο μεγαλύτερος αντίπαλός του, ο Λέων Τρότσκι ήταν εβραϊκής καταγωγής.

Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, καχύποπτος από την φύση του απέναντι σε κάθε εθνική μειονότητα, ο Στάλιν δεν μπορούσε παρά να στραφεί και εναντίον της εβραϊκής μειονότητας στην ΕΣΣΔ, παρόλο που δημοσίως κατεδίκαζε σφόδρα (και υποκριτικά) κάθε αντισημιτισμό.

Η καταδιωκτική παράνοιά του έφτασε σε τέτοιο σημείο, ώστε να δημιουργήσει και την λεγόμενη "Αυτόνομη Ιουδαϊκή Κοινότητα" (Jewish Autonomous Oblast) κατά το έτος 1934, στην απώτατη εσχατιά της ...Σιβηρίας στα σύνορα με την Κίνα. Έκεί ο Στάλιν σκόπευε να συγκεντρώσει ολοένα περισσότερους Εβραίους της Σοβιετικής Ένωσης, ούτως ώστε να μπορεί να τους ελέγχει και μάλιστα σε όσο το δυνατόν πιο απομεμακρυσμένο σημείο από την καρδιά των σοβιετικών εξελίξεων, που ήταν βέβαια η Ευρωπαϊκή Ρωσσία και οι πέριξ αυτής συνάλληλες "σοβιετικές δημοκρατίες".

Το όλο σχέδιο βέβαια παρουσιάστηκε εξαιρετικά εξωραϊσμένο, μιας και υπετίθετο ότι οι Εβραίοι θα αποκτούσαν για πρώτη φορά μια αυτόνομη σοσιαλιστική "πατρίδα" με κέντρο την πόλη του Birobidzhan στην περιοχή, ένα είδος Σοβιετικής Σιών με λίγα λόγια, στην οποία προεκρίνετο ωστόσο σαφώς η χρήση της yiddish γλώσσας και κουλτούρας έναντι της κλασσικής εβραϊκής.
Ο λόγος γι' αυτό ήταν πως οι Σοβιετικοί ηγέτες της εποχής θεωρούσαν την δεύτερη ως "σήμα κατατεθέν" της εβραϊκής μπουρζουαζίας και του σιωνισμού, ενώ αντίθετα, η yiddish κουλτούρα, ήταν σύμφωνα με την απλοποιημένη σκέψη τους, η κουλτούρα του εβραϊκού προλεταριάτου, η οποία και έπρεπε να κυριαρχήσει ανάμεσα στους Εβραίους τόσο της Σοβιετικής Ένωσης όσο και της διασποράς και της Παλαιστίνης.

Το όλο σχέδιο βέβαια δεν ήταν παρά μια οικτρή καρικατούρα "αυτονομίας" μιας και η εβραϊκή κοινότητα στην ουσία θα εγκλειόταν σε ένα σιβηριανό στρατόπεδο συγκέντρωσης (χωρίς να είναι γκουλάγκ βέβαια και έχοντας, πράγματι, πλήρη πολιτική και πολιτιστική ζωή έστω και κατευθυνόμενες) , και θα απομονωνόταν από την σοβιετική ζωή.

Τηρουμένων των αναλογιών η όλη σκέψη δεν διαφέρει και πολύ από το "Σχέδιο της Μαδαγασκάρης" των ναζί, οι οποίοι σκοπεύαν βάσει αυτού να εκτοπίσουν τον εβραϊκό πληθυσμό της Ευρώπης στην ...Μαδαγασκάρη! Ιδέα που εγκαταλείφθηκε μετά την Μάχη της Βρεττανίας που δεν απέβη ευνοϊκή για τους ναζί.

Παρ'όλ' αυτά όμως, δεν μπορεί να πει κάποιος ότι παρουσιάστηκαν ισχυρά κρούσματα αντισημιτισμού κατά την δεκαετία του 30 στην Σοβιετική Ένωση, έστω και αν οι "μεγάλες εκκαθαρίσεις" του Στάλιν ευρίσκονταν εν πλήρη εξελίξει κατά τα έτη 1937-38.

Η μεγάλη αντισημιτική υστερία ανάμεσα στα κορυφαία στελέχη του σοβιετικού μηχανισμού και τον Στάλιν άρχισε να εκδηλώνεται με την δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, έστω και αν οι Σοβιετικοί συνέβαλαν στον στρατιωτικό εξοπλισμό του νεοεμφανιζόμενου σιωνιστικού κράτους στην περιοχή της Παλαιστίνης και ο ίδιος ο Στάλιν ενεθάρρυνε τον σχηματισμό του.
Παρ'όλ' αυτά όμως, οι ελπίδες του ότι το Ισραήλ θα μπορούσε να αποβεί ένα είδος "δορυφόρου" για λογαριασμό της Σοβιετικής Ένωσης στην περιοχή δεν ευοδώθηκαν, ενώ ο πανικός του μπροστά σε ένα πλήθος χιλιάδων Εβραίων της Μόσχας που αποθέωναν την Γκόλντα Μέιρ, την πρώτη πρέσβη τότε του Ισραήλ στην Σοβιετική Ένωση, καθώς επισκέπτετο μια εβραϊκή συναγωγή κατά την ημέρα του Γιομ Κιππούρ το 1948 , ήταν κάτι περισσότερο από μεγάλος.

Η αρχή της αντισημιτικής σταλινικής παράνοιας είχε ήδη γίνει, μιας και ο τύρρανος κατά τη συνήθειά του να απλοποιεί και να ευτελίζει κάθε πολιτική θεωρία και κίνηση των μαζών, θεώρησε ότι οι Εβραίοι της Σοβιετικής Ένωσης έβλεπαν στον σιωνισμό και το νεόδμητο κράτος του Ισραήλ τους "ελευθερωτές" τους.

Για τον Στάλιν, κάθε Εβραίος στο εξής θα ήταν και ένας πιθανός σύμμαχος των Αμερικάνων και μια απειλή για την γραφειοκρατική Σοβιετική Ένωση.

Η όλη αντισημιτική καμπάνια και υστερία κλιμακώθηκαν με την διάλυση της Ιουδαϊκής Αντιφασιστικής Επιτροπής το 1948 (που είχε παίξει σπουδαίο ρόλο στην μεγάλη αντιφασιστική νίκη των Σοβιετικών κατά των Ναζί) και την δολοφονία των σημαντικοτέρων στελεχών της, ανάμεσά τους και του μεγάλου Εβραίου ηθοποιού και προέδρου της, Solomon Mikhoels, όπως επίσης και στην ανακάλυψη της περίφημης "συνωμοσίας των γιατρών" το 1953 (χρονιά θανάτου του τυράννου) , ένα εφεύρημα (ή παρανοϊκή έμμονη ιδέα, ή το πιθανότερον και τα δυο μαζί) του κουτοπόνηρου και υπερκαχύποπτου Στάλιν, σύμφωνα με το οποίο διάφοροι γιατροί εβραϊκής καταγωγής δηλητηρίασαν σημαίνοντα στελέχη της σοβιετικής κυβέρνησης, καθώς και άλλους επιφανείς κομμουνιστές και σκόπευαν να δηλητηριάσουν ακόμα περισσότερους, εξυπηρετώντας έτσι τις βλέψεις της διεθνούς μπουρζουαζίας κατά της Σοβιετικής Ένωσης.

Οι μηχανευμένες δίκες, οι εκτελέσεις και οι εκτοπίσεις στα γκουλάγκ πολυαρίθμων Εβραίων που ακολούθησαν, και οι οποίοι εφέροντο ως αναμεμειγμένοι με την υπόθεση με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, αποτέλεσαν την πλέον δραματική κορύφωση του αντισημιτισμού κατά τα χρόνια της ύπαρξης της Σοβιετικής Ένωσης.

Ήταν τόσο χονδροειδώς όμως στημένο αυτό το "παραμύθι" και τόσο κραυγαλέες οι συνισταμένες του, που κατέρρευσε αμέσως μετά τον θάνατο του Στάλιν (που ευτυχώς δεν άργησε) στην αρχή της "χρουστσωφικής" περιόδου.

Αξίζει ακόμα να σημειωθεί πως κατά την περίοδο του εκδηλωμένου αντισημιτισμού στην Σοβιετική Ένωση κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του Στάλιν, τα κέντρα της Ιουδαϊκής Κουλτούρας στην απομεμακρυσμένη εσχατιά του Birobidzhan και της Αυτόνομης Ιουδαϊκής Κοινότητας έκλεισαν, και κάθε στοιχείο yiddish παιδείας, αντικαταστάθηκε από τα σταλινικά κομματικά "εγκόλπια" που, εννοείται, εξευτέλιζαν κάθε έννοια πολιτικής θεωρίας και μαρξισμού.

Η όλη τραγική αντιμετώπιση του εβραϊκού ζητήματος από τον σταλινισμό, αντιμετώπιση που συνίστατο σε μια άνευ προηγουμένου υποκρισία, κουτοπόνηρη διγλωσσία, άναρχες "πολιτικές" σκοπιμότητες σε βάρος και ερήμην του εβραϊκού λαού, και καταλήγοντας στο τέλος στο λαϊκό πανικό και την δεισιδαιμονία, δεν ήταν παρά μια ακόμα ταφόπλακα επί της Μεγάλης Ρωσσικής Επανάστασης και των αρχών της που έθεσε ο νεκροθάφτης της, Στάλιν.

Και θα εκπλήσσει πάντοτε το γεγονός του πώς κατέστη δυνατόν ένας άνθρωπος σαν και αυτόν να αποκτήσει τέτοια εξουσία σε μια χώρα, που στα πρώτα βήματα της επανάστασής της παρουσίασε ό,τι πιο ελπιδοφόρο για την ανθρωπότητα.

Και πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο, το αν πρόκειται να παρουσιαστεί ξανά, μετά από δεκαετίες σταλινικής λαίλαπας και καταρράκωσης του λενινιστικού επαναστατικού οράματος.


*Οι δυο αφίσσες σταλινικής εποχής άνωθεν και κάτωθεν του παρόντος κειμένου, προπαγανδίζουν τον εβραϊκό σοσιαλιστικό "παράδεισο" του Birobidzhan.


Monday, June 20, 2011

Ο ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΤΟΥ RALPH STEINER

Το έργο του Αμερικανού φωτογράφου και κινηματογραφιστή Ralph Steiner (1899 - 1986) είναι πολύ σημαντικό στον 20ό αιώνα, και ακόμα, σημείο -"κλειδί" για να γίνει περισσότερο κατανοητή η ουσία και ατμόσφαιρα της avant-garde, όπως αυτή εκδηλώθηκε με ιδιαίτερο τρόπο στο χώρο, λόγου χάριν του κινηματογράφου.

Στα δυο φιλμς που μπορείτε να παρακολουθήσετε κατωτέρω, ο Steiner ανάγει την φιλοσοφία της "μηχανικής" ή "φυσικής" κίνησης ("Mechanical Principles" και "H2O" αντίστοιχα) σε υψηλής ποιότητας εικονικά ποιήματα, παρουσιάζοντας έτσι νέες εκφραστικές δυνατότητες της κάμερας και της σκηνοθεσίας κατά την εποχή της νεότητας της κινηματογραφικής τέχνης.

Στο φιλμ "Mechanical Principles" (1930) διαρκείας δέκα περίπου λεπτών, ο Steiner καταγράφει ρυθμικά και αφαιρετικά , και συνήθως με έξοχες λήψεις γκρο-πλαν τις αυτοματοποιημένες κινήσεις μηχανισμών, με τα πιστόνια, τα γρανάζια και τα έμβολά τους, ενώ στο "H2O" του 1929, διαρκείας περίπου 12 λεπτών, αποδίδει με πιο ελεύθερο τρόπο την κίνηση του υδάτινου στοιχείου μέσα από τις φυσικές μορφές του.





Friday, June 17, 2011

PĒTERIS VASKS: μια αριστουργηματική συμφωνία

O Λεττονός Pēteris Vasks (γεν. το 1946) είναι αναμφίβολα ένας από τους πλέον σημαντικούς συνθέτες στον καιρό μας, έχοντας διατρέξει μια διαδρομή από την avant garde και την αλεατορική μουσική στην πρώιμη περίοδό του ως συνθέτης, μέχρι την μετα-ρομαντική και με έντονες folk επιρροές από την πατρίδα του μουσική, έως στην μείξη αυτής της τελευταίας με έντονα ημι- ή μετα-μινιμαλιστικά στοιχεία.
Σε κάθε περίπτωση, έχει πετύχει να κτίσει ένα προσωπικό ύφος εξόχως ποιοτικό και γοητευτικό, και ακόμα, η αξία του έχει ήδη αναγνωριστεί σε σημαντικό βαθμό κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ακούγοντας τις προάλλες ξανά την Πρώτη Συμφωνία του (για έγχορδα), έμεινα έκπληκτος από την άψογη ηχητική αισθητική και οργάνωση, όπως επίσης και από την ευρηματικότητα και δύναμη έμπνευσης που διαθέτει.

Το έργο χωρίζεται σε τρία μέρη.

Το πρώτο, "Φωνές της Σιωπής", μας εισάγει σε ένα στοχαστικό, εσωστρεφές ηχητικό περιβάλλον στο οποίο τα έγχορδα χτίζουν μερικά έξοχα λυρικά μέρη σε "χαμηλούς" τόνους, ενώ κάποτε οι στιγμιαίες εντάσεις απλά τονίζουν με ευφυή τρόπο την υφισταμένη νηνεμία της σκέψης μέσα στην σιωπή.

Το δεύτερο μέρος, "Φωνές της Συνείδησης", πολύ πιο εξωστρεφές δομείται από έντονες αντιθέσεις που υπογραμμίζουν με μουσικό τρόπο την πάλη μιας συνείδησης με τον εαυτό της. Οι προοδευτικά ανελισσόμενες συγχορδίες , οι παύσεις και τα ξεσπάσματα, λαμπρύνουν την όλη ηχητική έκταση αυτού του μέρους με αξεπέραστη συνθετική γοητεία.

Το τρίτο μέρος, "Φωνές της Ζωής", έρχεται σαν συνθετικό επιστέγασμα και γεφύρωμα των αντιθέσεων που παρατηρούνται στα δυο πρώτα μέρη της συμφωνίας. Μια κίνηση, εγελιανή στην ουσία της, πεφρασμένη με ηχητικούς-μουσικούς όρους ωστόσο. Από την θέση στην αντίθεση, και από εκεί στην σύνθεση, στην ενότητα των αντιθέτων, αλλά με ένα θετικό πρόσημο πάντοτε, δίνοντας διέξοδο και όραμα στον άνθρωπο.
Εδώ η θετική προοπτική, η αισιοδοξία και η χαρά της ζωής, φαίνεται να έχουν κυριαρχήσει κατά μείζονα βαθμό αν όχι εξ ολοκλήρου, και όλα αυτά αριστοτεχνικά δοσμένα σε μια εξαίρετη μετα-ρομαντική ημι-μινιμαλιστική (αν και ο όρος "μινιμαλισμός" είναι εντελώς παραπλανητικός εδώ) κλασσική μουσική, κορυφαία στον καιρό της και πιθανώς σε κάθε μέλλον.


Από το player δεξιά μπορείτε να ακούσετε και τα τρία μέρη της "Συμφωνίας για Έγχορδα" του Pēteris Vasks.


Sunday, June 12, 2011

ΣΤΟ ΗΜΙΦΩΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Φαίνεται ότι ζούμε τις ημέρες μιας μετάβασης παρόμοιας, -αλλά με άλλους όρους και σε άλλο υπόστρωμα ιδεών- με εκείνη που σημάδεψε την έξοδο από τον παγανιστικό στον χριστιανικό κόσμο, ή το πέρασμα από την "χειρόγραφη" εποχή στην γουτεμβέργεια.
Η μετάβαση σήμερα από την γουτεμβέργεια στην ηλεκτρονική εποχή, και εν παραλλήλω από την "εθνική" στην παγκοσμιοποιημένη εποχή έχει δημιουργήσει ένα χάος από αλληλοσυγκρουόμενες σκέψεις, ιδέες,προθέσεις και εν γένει, έχει ανοίξει ένα τέτοιο χάσμα στην Ιστορία, το οποίο διάφοροι καλούνται ή προτείνονται να το "κλείσουν" ή να το γεμίσουν με άνθη, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν φαντάζει και τόσο εύκολο κάτι τέτοιο...

Δεν είναι μόνο η διεθνής οικονομική κρίση ενός βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος ανταλλαγής ανάμεσα στους ανθρώπους, ήδη πεπαλαιωμένου, αν όχι απηρχαιωμένου που κάνει την εποχή μας να φαντάζει τόσο σκοτεινή. Μηδέ και η κρίση του χριστιανισμού που επί 2000 χρόνια επέφερε τρομαχτικές ιστορικές και ψυχικές μεταβολές και άλματα και άλλους τόσους διχασμούς στην ανθρώπινη συνείδηση. Ούτε ακόμα και το εποικοδόμημα της κουλτούρας που κλονίζεται πλέον καθώς παραπαίει σε έναν αφύσικα παρατεταμένο στον χρόνο και συμβατικό μοντερνισμό, άτολμο, μίζερο και επαναληπτικό (οι κάποιες, και όχι σπάνιες, έξοχες εξαιρέσεις στον τομέα της τέχνης απλά επιβεβαιώνουν τους εαυτούς τους και μόνον, και όχι κάποιον κανόνα).

Είναι πάνω απ'όλα η αίσθηση ότι μια μακροπερίοδος 2000 χρόνων τελειώνει και αυτό που θα την αντικαταστήσει όχι μόνο δεν είναι ορατό ακόμα, αλλά καλείται να προβάλλει μέσα από τρομαχτικούς σπασμούς της Ιστορίας και κολοσσιαίες ανακατατάξεις στην παγκόσμια σκηνή, βίαιες ή λιγότερο βίαιες και σε κάθε περίπτωση ριζικές και ανεπίστρεπτες, και που θα ορίσουν με τον τρόπο τους όχι απλά ένα ιστορικό άλμα, αλλά μαζί επίσης, και κυρίως, ένα ανθρωπολογικό άλμα.

Έχω την εντύπωση ότι η μόνη πνευματική δύναμη που μπορεί να δώσει μια προόραση για τα μελλούμενα, δεν είναι η πολιτική θεωρία, όσο διαυγής και αν είναι κάποτε αυτή, μηδέ και η ξεπερασμένη φιλοσοφία, αλλά η ποίηση.
Επειδή ακριβώς η ουσία της ποίησης πάντα υπήρξε και εξακολουθεί να υφίσταται ως κάτι το υπερχρονικό, σε ένα κόσμο όπου το έγχρονο και το επίκαιρο λατρεύονται ως θεοί, και λαμβάνουν διαστάσεις πνευματικής επιδημίας που αποξηραίνει το πνεύμα από κάθε διέκτασή του προς κάτι το πραγματικά ανθρώπινο και θεϊκό συνάμα.

Η ποίηση, στις ημέρες μας μπορεί να ξαναγίνει η γλώσσα των ανθρώπων, αρκεί να θυμηθεί για άλλην μια φορά και να ομιλήσει την γλώσσα των θεών, όπως έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν.

Όμως αναγκαία προϋπόθεση για κάτι τέτοιο, είναι να αναχθεί ξανά στις οικουμενικές αφετηρίες της και να ξεφύγει οριστικά, και αδίστακτα από τους περιορισμούς της "εθνικής" τέχνης.

Σε κάθε περίπτωση, έρχεται η εποχή στην οποία θα είναι αδύνατον οποιαδήποτε ποίηση να υφίσταται και να λειτουργήσει αν οι ορίζοντες της δεν διανοιχθούν αποφασιστικά προς μιαν ευρεία ανθρώπινη παιδεία, σε νέα περιεχόμενα και θεματολογίες και σε οικουμενικές συνισταμένες πρόσληψης των εννοιών και των γεγονότων.

Αν αυτό δεν συμβεί, τότε και η ίδια η ποίηση ως τέχνη θα καταστεί απηρχαιωμένη και ανώφελη, όπως και η συμβατική φιλοσοφία.

Μια πρόκληση, σε κάθε περίπτωση, που οι καιροί θα αναδείξουν το κατά πόσο αντιμετωπίστηκε σωστά ή όχι.

Tuesday, June 7, 2011

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΛΙΘΟΥΑΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: Tomas Venclova (γ.1937)

Καθώς αυτόν τον καιρό ασχολούμαι με την συγγραφή των ποιημάτων μιας τριλογίας που φέρει τον τίτλο "Mikalojus Konstantinas Čiurlionis" (αναφορική προς την ζωή και το έργο του μεγάλου Λιθουανού ζωγράφου και συνθέτη κλασσικής μουσικής), έρριξα μια αναγνωστική ματιά σε διάφορους σύγχρονους Λιθουανούς ποιητές.
Ομολογώ ότι οι γνώσεις μου πάνω στην Λιθουανική γλώσσα (πολύ σημαντική, μιας και η μορφή της παρέμεινε σταθερή και κατά το πλείστον αναλλοίωτη στους αιώνες, ενώ θεωρείται από τους γλωσσολόγους η πιο κοντινή στην πρωτο-ινδοευρωπαϊκή γλώσσα από όλες τις ευρωπαϊκές) δεν ξεφεύγουν από τα στοιχειώδη επίπεδα του labas rytas, labas vakaras και kaip gyveni, παρόλο που θα επιθυμούσα ασφαλώς να ξέρω περισσότερα από αυτήν.
Αναγκαστικά λοιπόν, προσέτρεξα σε αγγλικές μεταφράσεις αυτών των Λιθουανών ποιητών, εκ των οποίων ξεχώρισα ιδιαίτερα το έργο ενός πολύ σημαντικού σύγχρονου ποιητή, του Tomas Venclova.

Ο γεννημένος το έτος 1937 ποιητής είναι γιος ενός φημισμένου Λιθουανού (σοβιετικού τότε) πολιτικού, του Antanas Venclova, ο οποίος παράλληλα υπήρξε και ποιητής και έγραψε τους στίχους για τον εθνικό ύμνο της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λιθουανίας.
Ο γιός του Antanas όμως, Tomas, δεν ακολούθησε τον δρόμο του πατέρα του, όσον αφορά τουλάχιστον τις φιλοσταλινικές πεποιθήσεις του, και στην δεκαετία του 70, το σοβιετικό καθεστώς της Λιθουανίας του στέρησε την σοβιετική υπηκοότητα εξ αιτίας των αποσχιστικών και αυτονομιστικών ιδεών και οραμάτων του για την Λιθουανία.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μεταναστεύσει στις Η.Π.Α. όπου αρχικά έγινε λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Berkeley της California, και έκτοτε ακολούθησε σημαντική ακαδημαϊκή καρριέρα πάνω στην ειδικότητά του που είχε να κάνει με τις σλαβικές γλώσσες και την σλαβική λογοτεχνία (η Λιθουανική ως γνωστόν δεν ανήκει στις σλαβικές γλώσσες). Σήμερα είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Yale.

Η ποίησή του είναι ποιοτική, έντονα στοχαστική και με περιφραστική εικονοποιία κάποτε, με συμπαγή και συγκεντρωτικό ρυθμό, όμως ταυτόχρονα εύπλαστο και ευέλικτο, για τις ανάγκες μίας σκέψης που εμπνέεται κυρίως από τα ζητήματα του χρόνου, της μοίρας, και του ασυμβάτου ανάμεσα στην προσωπική θέληση του ανθρώπου και την οποιαδήποτε "συλλογική μοίρα" που επιφυλάσσουν τα αυταρχικά καθεστώτα.

Ο ίδιος ο Venclova είχε επηρεαστεί κατά την δεκαετία του 70 από τις θεωρήσεις του στρουκτουραλισμού, πράγμα το οποίο δεν φαίνεται ευθέως στο έργο του, ει μη εμμέσως και τροποποιημένο καταλλήλως για τις ανάγκες της ποιητικής τέχνης.

Κατά τη προσωπική μου γνώμη, και όσο η αγγλική μετάφραση μου επέτρεψε να αντιληφθώ, το έργο του όχι σπάνια είναι έξοχο, πολύ σοβαρό και απέριττο στις γραμμές του, και με μια ιδιαίτερη δύναμη να πείθει για την αυθεντικότητά του.

Επιλέγω και παραθέτω κατωτέρω, τρία ποιήματά του (από αγγλική μετάφραση του Jonas Zdanys) ενώ από το player δεξιά ακούγεται το πρώτο μέρος της 5ης Συμφωνίας ενός πολύ αξιόλογου σύγχρονου Λιθουανού συνθέτη, του Osvaldas Balakauskas.



POEM

Nightfall arrived with a chill:
Beyond the thick blackened arches
Appeared perhaps ten stations
And several November parks
That settlement or circle
Where on the blind brickhouse falls
An errant one-hundred-watt lightray,
The escort into the labyrinth.

The rule of Ariadne and Minos
Is temporarily useful:
Because of the fog for several hours
Not a single plane takes off.

Each day the trains are packed
How much space, how much air and misery!
That's how prisoners who returned home
Sometimes longed for the guard.

Like the repaid debt of the void
Opened several familiar places.
I repeated: "Monument, island,
Bus, university."
I said: "I will leave tomorrow,
I will go or will at least try."
And along the edge of the world of the living
My soul hurried into darkness.

Old addresses drew near,
Letters changed form and meaning.
I listened to how voices deaden,
Not able to find the two of us
Even within this empty locked house
Where the paintings don't recognize me,
Not in dreams, not in heaven's kingdom,
Not in Dante's second circle.

That's how time is stopped; more precisely,
It must be broken off gradually,
It's just that, you'd say, each year
You hear the more distant ringing of the telephone.
And day after day memory
Changes its diameter like a compass,
Until the past becomes a single stroke
After having at first feigned complexity.

I don't know what you hear and see
In the reality chipped from reality.
Acheron's paved shores
Withstood the unfeeling swell.
Each nullity is separate,
And the world lives on without us,
And, to tell the truth, there are
Stillness and the nine muses.

There where the capital turns in circles
And the snow-games weary us,
Where fog does not betray the things,
Thank God there is still the dictionary.
In the kingdom where a friend's hand
Will never hurry to help
Emptiness or the highest power
Sends the angel rhythm and language.

I don't ask for even a short oblivion,
Nor death, nor the forgiveness of sins,
Just leave the primordial pealing
Above the stone and icy night.



SESTINA

It is nearly six, and the ice-covered road
Bends toward the north. Chains
Clatter on tires. The muffled metal echo,
Like the surface of a lake, glitters up front.
The weightless and wounded March snow
Still tries to cover the annihilated forest.

Like a drawbridge which divides the sluggish forest,
My glance lifts and stops. It is led astray by the road
Against which several times have battered the snow
And the monotonous chains
Of birch trees. In the pure mist the well rises in front
Of the empty houses. And everything else is an echo

And clots of air. The aimless echo,
Which does not exist, resounds through the forest.
The graphite mirror stands blackly in front
Of the great darkness. We have been given the road
And the heaven-sent chains,
The invisible but all-powerful snow.

The old-aged spring is watched by the snow,
And our hearing is unraveled by the many-faced echo.
Like a pond which has broken loose from its chains,
A blind thought seeps into the forest.
Here, gasoline will not help, the white road,
Or the beam of light clearing up front.

The formless cosmos emerges in front.
The biting star, the mindless snow
That cloaks the field, the armed road.
A shadow, a reflection, a painting, an echo
Fill the crumbling Arden forest,
And their payment is the solitary chains.

Will we be tempered by your chains?
Things and elements stand in front
Of me. I will leave that severe forest
Where the trees are covered and guarded by snow,
And the word is replaced by an empty echo,
And everything ends. Perhaps the road

Is a net of chains. My protected road
To your forest. The earth is frozen with snow.
We have become enemies. You are only an echo.



R.K.

All I know is this, that it has passed (or is passing)
this century of blackness, maybe not any blacker
than a few others, but on an incredible scale.
It was consistent. It turned bodies into numbers,
and crumbled souls into sawdust and nothingness,
so it'd seem as though the mind had won. A precipice
pretending to be hope, I'd say, somewhat successfully.

The evil designs of conceit were loyally executed by furnaces,
and in the next ring was solid ice
under a stony star. Choking freight trains
labored towards nothingness, to the West and to the North.
But everything is temporary. Monuments to the Empire
in the mud between tenacious thistles and burrs.
The megaphones grew quiet and the granite weathered.

We were born in that land. Now, as we leave it behind,
we don't even dare turn around, like Orpheus.
What did we have with us? Irony, patience,
and, very rarely, courage. Often it was the undefined feeling
that you'd done far less than you could have
(a sinking realization of guilt, or sin, that your children
would not forgive you even if God did.)

That is all we chose. And even so we knew how
to accept the bitter truth as though it were a gift.
We did not worship death. Above the tracks and the cement
we watched the angels. We loved them. We lit the lamp
in the library. We called evil by its name
and good, knowing, how hard it was to tell them apart.
We carry the lamp into the darkness and that is probably enough.






Thursday, June 2, 2011

HERBERT EIMERT, ένας πρωτοπόρος της ηλεκτρονικής μουσικής

Άκουγα αυτές τις ημέρες ξανά, και εντελώς τυχαία, τα έργα του μεγάλου Γερμανού συνθέτη της ηλεκτρονικής μουσικής Herbert Eimert (1897 - 1972) και ομολογώ ότι μαγεύτηκα.
Παραμένει πάντα εντυπωσιακό τελικά το πόση μεγάλη αξία και δύναμη υπάρχουν στα έργα των συνθετών της πρώιμης ηλεκτρονικής μουσικής του 20ού αιώνα που προήλθε από την κλασσική μουσική. Ένα δυναμικό που όπως και να έχει οι κατοπινότερες γενεές δεν είναι σίγουρο ότι εκμεταλλεύθηκαν πλήρως...
Η καθαρή ηλεκτρονική μουσική (και όχι σε προσμίξεις με ορχήστρα ή άλλα όργανα) φαντάζει κάπως σαν να έχει παραμεληθεί από τους συνθέτες από τα χρόνια της δεκαετίας του 80 και μετά, αν εξαιρέσει βέβαια κανείς κάποιους φανατικούς πιστούς, και ακόμα, κάποιους παντελώς αναπάντεχους μαθητές που μπορεί να συναντήσει αίφνης στην πιο ποιοτική electro-pop, όπως λόγου χάριν, το κορυφαίο γκρουπ των Kraftwerk.

Ο Herbert Eimert δημιουργεί κατά βάση κολλάζ ήχων εξαντλώντας τις δυνατότητες τόσο των ηλεκτρονικών πηγών (πρώιμα synthesizers εκείνων των εποχών) όσο και της μαγνητοταινίας. Τα "Klangstudie" I και II του είναι εξαίρετα ηχητικά ποιήματα πάνω στην περιοδική ανακύκλωση των ήχων επί ενός θέματος που ανελίσσεται ως σπείρα προς κάτι το οργανωμένα χαοτικό...αν μπορεί να το πει κάποιος έτσι.

Κορυφαία επίσης τα έργα του "Etüde über Tongemische" (1954),"Zu Ehren von Igor Strawinsky" (1962), "Sechs Studien" (1962), και βέβαια, εκείνο το απίστευτο αριστούργημα που φέρει τον τίτλο "Epitaph für Aikichi Kuboyama" (1960-62) γραμμένο για έναν Ιάπωνα τηλεγραφητή σε αλιευτικό πλοίο, θύμα της ραδιενέργειας που ξεχύθηκε στην ατμόσφαιρα κατά τις αμερικανικές πυρηνικές δοκιμές στα νησιά Μπικίνι του Ειρηνικού Ωκεανού, το έτος 1954.
Το έργο είναι συγκλονιστικό, πρόκειται ασφαλώς για ένα από τα σημαντικότερα της ηλεκτρονικής μουσικής του 20ού αιώνα.

Αξίζει να σημειωθεί ακόμα πως ο Herbert Eimert ήταν ο πρώτος διευθυντής του θρυλικού Studio για την ηλεκτρονική μουσική της Κολωνίας, μέχρι το 1962, οπότε και τον διαδέχθηκε ο Karlheinz Stockhausen, με τον οποίον εξέδιδαν μαζί και το μουσικό περιοδικό "Die Reihe".

Από το player δεξιά, μπορείτε να απολαύσετε την μαγεία του trautonium μέσα από την σύνθεση του Eimert, "Klangstudie II".