Monday, March 16, 2009

ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ (Όνειρο III)

Τη νύχτα εμφανίστηκε στον ύπνο μου το μεγάλο δένδρο του κόσμου για άλλη μια φορά.
Βρισκόταν στη μέση μιας απέραντης ερήμου ενώ από πολύ μακριά πλήθη σαν προσκυνητές προσπαθούσαν να το εντοπίσουν.

Ο κορμός του ήταν ολόφωτος λες και κάποιοι βρισκόταν εντός του και ζούσαν, ενώ τα κλαδιά και τα φύλλα του έμοιαζαν από μακριά σαν ένας ιστός αράχνης που συστελλόταν και διαστελλόταν συνεχόμενα και ρυθμικά σαν παλμός ζωντανού όντος.

Γύρω από το δένδρο δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά απλωνόταν μόνο η ανηλεής έκταση της ερήμου και από πάνω του ο ουρανός ήταν ντυμένος σε ένα αγριωπό κόκκινο χρώμα που έμοιαζε πως από στιγμή σε στιγμή θα ξεσπούσε σε ένα είδος επίθεσης κατά των ανθρωπίνων ή σε ένα είδος αναγγελίας.

Οι ρίζες του δένδρου έδειχναν να εισέρχονται πολύ βαθειά μέσα στη γη ενώ το μέρος τους που ήταν πάνω από την επιφάνειά της έμοιαζε κλιμακωτό, σαν να ήταν σκαλοπάτια που σε κάποιο σημείο απορροφούνταν από το κορμό και γίνονταν ένα μαζί του.

Kαθόμουν και θαύμαζα την λάμψη και την ισχύ του δένδρου, μέχρι που κάποτε η εικόνα του αποκολλήθηκε και αποσύρθηκε απο μπροστά μου σαν κάποιος να τράβηξε μια διαφάνεια πάνω στην οποία ήταν ζωγραφισμένα τόσο το δένδρο όσο και η έρημος.

Στις θέσεις τους βρίσκονταν τώρα μια πόλη μέσα στη νύχτα.

Τα φώτα της, έλεγε μια φωνή μέσα στο όνειρο, ήταν το ίδιο το φως του κορμού του δένδρου που έβλεπα πρωτύτερα.

Και πρόσεξα ακόμα, πως καίτοι νύχτα πάνω από τη πόλη εν τούτοις ο ήλιος βρισκόταν στο στερέωμα, με ένα φως ωστόσο πολύ μακρινό σα να είχε μετακομίσει ήδη σε άλλους γαλαξίες.