Tuesday, November 26, 2013

Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΥΠΟΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΩΝ "ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ"


Εξ αρχής θα πρέπει να ορίσουμε σε έναν ασφαλή βαθμό καθώς και για τις νοηματοδοτικές ανάγκες του τίτλου του κειμένου το τι συνιστά "υποκουλτούρα" σε μια δραστηριότητα που ορίζεται ως "ποιητική".
Υποκουλτούρα ακριβώς είναι εκείνο το (υπο)πνευματικό υλικό που κείται στο ενδιάμεσον ανάμεσα καλλιτεχνικό (ή δοκιμιακό ή απλά επιχειρηματολογικό κάποιων αξιώσεων) λόγο και καθημερινή ομιλία. 
Δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, παρ'όλο που διεκδικεί κάποτε τις "δάφνες" και των δυο. 
 
Η υποκουλτούρα συνήθως έρχεται να καλύψει κάποια "πρακτικά" αιτήματα που δεν συναρμόζονται κατ' ανάγκην με τον καλλιτεχνικό λόγο, όπως η "διαφήμιση" κάποιου πνευματικού υλικού, οι δημόσιες σχέσεις, ή απλά η ανάγκη των υποπνευματικών για σκυλοκαυγάδες.
Τα λεγόμενα "social media" συνεπώς, λόγω της διαδικτυακής ιδιοσυστασίας και λειτουργίας τους, είναι ο ιδανικός, σχεδόν ο ασύγκριτος από κάθε άποψη, τόπος για την άνθηση κάθε υποκουλτούρας.

Ας πάρουμε για παράδειγμα το facebook.

Φανταστείτε ένα χωριό όπου οι κάτοικοί του μοιάζουν ξαφνικά να τρελλάθηκαν και εμφανίζονται σχεδόν ομού στην πλατεία του όπου αρχίζουν να ομιλούν φωναχτά ο ένας προς τον άλλον ή όλοι προς όλους. Ένα απερίγραπτο πανδαιμόνιο και μια σύγχυση γλωσσών, σκέψεων και ενεργειών εμφανίζεται και καθώς όλοι ομιλούν προς όλους, κανείς δεν ακούει στην πραγματικότητα κανέναν ει μη μόνον φαντάζεται το πώς ακριβώς μπορεί να τον ακούνε οι άλλοι και κατά πόσο έπραξε επιτυχώς το "κομμάτι" του σε αυτούς. 
Ο,τιδήποτε περνάει από τη σκέψη καθ' ενός εκάστου, η παραμικρότερη στιγμιαία αρέσκεια ή απαρέσκεια διοχετεύεται αμέσως προς τους άλλους οι οποίοι και ανταποδίδουν παρόμοια, σε ένα μαζικό παραλήρημα που φαντάζει σαν ένα φεστιβάλ συλλογικής εξομολόγησης προς έναν μεγάλο διαδικτυακό λευκό τοίχο.

Σε μια κατάσταση πραγματικά φρενήρη όπου προσωπικές σκέψεις και αυτοστιγμεί φωνασκούσα τάση ανακοίνωσης πλέον ταυτίζονται και όπου ο ιδιωτικός και ο δημόσιος λόγος ΔΕΝ διακρίνονται μεταξύ τους, μα κυρίως, σε ένα νέτγουορκ όπου ακόμα και τα επαρχιώτικα πλαίσια συμπεριφοράς φαντάζουν από συγκριτική άποψη υπερπροοδευτικά, η υποκουλτούρα γίνεται σχεδόν νόμος.

Υπάρχουν φυσικά και οι εξαιρέσεις. Έχω δει, όχι συχνά και εξαιρετικές αναρτήσεις στο facebook ή και ολόκληρες σελίδες που πασχίζουν για μια αξιοπρεπή δημιουργική παρουσία. Όμως είναι τέτοια τα πλαίσια λειτουργίας του όλου network καθώς και οι άγραφοι νόμοι συμπεριφοράς του, που ακόμα και αυτές οι αναρτήσεις ή σελίδες παρά τις καλές προθέσεις και την αξία  χάνουν τελικώς το παιγνίδι μέσα σε μια πολύ άνιση ποιότητα εν συνόλω.

Όπως και να έχει εδώ μας ενδιαφέρει απλά το πώς είναι δυνατόν η ποίηση να συνυπάρξει με μια τέτοια κατάσταση και δεν θα ασχοληθούμε καθόλου με ανθρώπους μη-ποιητές που χειρίζονται το facebook για τον α ή β λόγο, κακό ή κακό ή με όσους χρησιμοποιούν το facebook περιστασιακά για να κάνουν την πλάκα τους.
Ούτε πρόκειται να ασχοληθούμε με τις συνέπειες που έχει πάνω στον ανθρώπινο ψυχισμό και προσωπικότητα η πολύωρη καθημερινή χρήση του facebook και των παρομοίων, όπως έχουν επισημάνει κατά καιρούς οι ειδικοί.

Μας ενδιαφέρει εν προκειμένω η ποίηση στα κοινωνικά μέσα.

 Ό,τι παρακινεί συνήθως διάφορους ποιητές και "ποιητές" να μετακομίσουν οριστικώς στα κοινωνικά μέσα, είναι ασφαλώς η ματαιοδοξία τους (που στην θετική της έννοια θα μπορούσε να είναι φιλοδοξία και ως τέτοια φυσικά επιθυμητέα) και μια παρεξήγηση της έννοιας της "αναγνώρισης".

Φαντάζει λυπηρό το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι που συγγράφουν δεν έχουν καταλάβει ακόμα το απλό και στοιχειώδες που και ένα μικρό παιδί καταλαβαίνει: 
η αναγνώριση και η "καταξίωση" ενός έργου ποτέ δεν είναι ζήτημα του εκάστοτε "παρόντος". Είναι αρμοδιότητα μελλουσών γενεών και ανθρώπων που κατά κανόνα δεν έχουν γεννηθεί ακόμα στους καιρούς που δρα πνευματικώς ένας ποιητής.
Από εκεί και πέρα, ο,τιδήποτε μηχανευθεί η ανθρώπινη ματαιοδοξία για να ξεγελάσει στην ουσία τον εαυτό της, δεν είναι παρά απελπισία.

Και τι άλλο εκτός από απελπισία είναι η προσφυγή στην δημοφιλία ενός μικρο"πληθυσμού" επαρχιακών προδιαγραφών που αυτοεπικυρώνεται μέσα από likes και παρόμοιες φαιδρότητες;
Αν το έργο σου δεν αξίζει, όσα likes και αν επαιτείς, βάζοντας στους άλλους likes (έχω δει ποιητές και "ποιητές" ξαφνικά να επιδράμουν και να βάζουν μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα έναν κατακλυσμό από likes σε σκουπιδοαναρτήσεις οι οποίες και είναι βέβαια ο κανόνας στο facebook) και όσα "φαν-κλαμπάκια" και αν φτιάχνεις για την ...ποίησή σου, πολύ απλά δεν θα μείνει τίποτα από αυτό. 
Γιατί το τελευταίο πράγμα που θα πάρουν σοβαρά οι ιστορικοί του μέλλοντος είναι το απερίγραπτο χάλι της υποκουλτούρας των κοινωνικών μέσων, αν δεν λειτουργήσει και αρνητικά κιόλας εν προκειμένω.

Μένει λοιπόν το παρακάτω ερώτημα.
Κατά πόσο ένας ποιητής μπορεί να νοιώθει ακόμα ποιητής όταν αναλώνεται σε αναρτήσεις υποκουλτούρας έστω και αν ο ίδιος σε φυσιολογικές συνθήκες διοχέτευσης πνευματικής δραστηριότητας δεν θα έδειχνε τέτοια συμπτώματα.
Κατά πόσο μπορεί να παράγει κάποιος πνευματικό έργο σοβαρό, όταν ξοδεύει ώρες και ώρες σε κατά κανόνα ανούσια ή ασήμαντα σχόλια και στο να βάζει δεκάδες likes για να του ανταποδοθούν κάποια στιγμή;

Συνήθως οι αναρτήσεις και τα σχόλια στο facebook είναι ακριβώς κάτι που - όπως ορίστηκε εξ αρχής κειμένου-, χωρίς να ταυτίζεται ολοκληρωτικά με την καθημερινή ομιλία, πόρρω απέχει όμως από έναν πραγματικό καλλιτεχνικό ή δοκιμιακό λόγο.

Το θέμα είναι πως σε αυτή την δίνη της υποκουλτούρας χάνονται ή κινδυνεύουν να χαθούν πολλές φορές και αξιόλογοι ποιητές ή αλλοτριώνονται στην γραφή τους σε τέτοιο βαθμό που τρομάζεις μετά να τους αναγνωρίσεις. 

Πράγμα λογικό εξ άλλου. Η ποίηση δεν είναι για όλα τα περιβάλλοντα. Δεν μπορείς να φυτέψεις σπόρους ανθέων στους βράχους, ούτε ποιητικό λόγο στα λευκά κελλιά του facebook.
Το χαμηλό ΠΟΤέ δεν μπορεί να συμβαδίσει ή συμβιώσει με το υψηλότερο. Σε αυτές τις περιπτώσεις το πρώτο απορροφά πλήρως και εν καιρώ το δεύτερο.

Η ποίηση έχει κάποιες "δεσμεύσεις". Αφ' ης στιγμής κάποιος επιλέγει αυτόν τον δύσκολο δρόμο θα πρέπει να έχει πάρει εξ αρχής τα μέτρα του να "αποκλείσει" μερικά πράγματα από την πορεία του.

Αν όχι, τότε ας μην ελπίζει πως ο σκύλος της γνωστής παροιμίας πρόκειται ποτέ να χορτάσει με μία μόνον άθικτη πίττα .