Tuesday, September 15, 2015

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΕ ΜΙΑ ΚΡΙΣΙΜΑ ΑΚΡΙΤΗ ΕΠΟΧΗ




Γενικά μιλώντας, θα έλεγε κανείς πως το επίπεδο της κριτικής του λόγου στην χώρα μας, κατά τα τελευταία χρόνια -και συνεπικουρούσης, ασφαλώς, της διαδικτυακής προχειρότητας-, είναι σε τραγική κατάσταση, εξαιρουμένων ασφαλώς αρκετών εξαιρέσεων.
Προς τούτο, θα επιχειρήσουμε να βάλουμε κάποια συσχετιζόμενα με το θέμα σε μια σειρά, έστω σε ένα συνοπτικό-συγκεντρωτικό κείμενο, που θα προτίθεται ωστόσο να παραθέσει την ανάμνηση μιας σίγουρα στοιχειώδους "υγείας" εν προκειμένω.

Η κριτική, η αμφισβήτηση, η διαφοροποίηση, λοιπόν, είναι δικαιώματα και πράγματα, ασφαλώς, επιθυμητά, επειδή χωρίς αυτά δεν νοείται πνευματική ζωή. Δυστυχώς, όμως, ιδιαίτερα στη σημερινή ηλεκτρονική εποχή, (και ακόμα πιο ιδιαίτερα, όταν προσμετράται στην προηγούμενη και ο κλασσικός ανορθολογικός ψυχισμός των νεοελλήνων), όπου ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι του κατεβαίνει και λογαριασμό να μην δίνει, αυτά τα παραπάνω επιθυμητά, δύσκολα πλέον είναι ή θυμίζουν σήμερα ό,τι δηλώνουν ως έννοιες. 

Επιπροσθέτως, όταν τα "κίνητρα" είναι πλήρως εξωλογοτεχνοκειμενικά και αναγόμενα σε αυτή την περίπτωση συνήθως στην σφαίρα του ανταγωνισμού, της πίκρας, του παραπόνου, του φθόνου, της εναντίωσης στην λεγόμενη "συντεχνία" κλπ., τότε όχι σπάνια οι όποιες αιτιάσεις "κριτικής" υπάγονται καθαρά στην σφαίρα του παραλόγου, και ιδιαίτερα στο διαδίκτυο, όπου τα μίση, τα πάθη, τα πισώπλατα αμόκ και οι κρίσεις ψυχοπαθοσυκοφαντικής φαντασίας αφθονούν.

Όσον δε αφορά την λεγόμενη "συντεχνία", μπορεί να πει κανείς πως κατά μία έννοια, ασφαλώς υπάρχει ως πραγματικότητα. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα κάτι τέτοιο, σίγουρα, δεν λαμβάνει και την καλύτερη των μορφών. Όμως, και τι έγινε.

Δν έχει σημασία καμμιά "συντεχνία", και -κατά το ήμισυ τουλάχιστον- , παραμύθια τούμπανα. Όλα αυτά παραφουσκώνονται στο μυαλό του ανώριμου οπαδού-αναγνώστη, ενώ από την άλλη, πολλές φορές, αντανακλάται στον όρο "συντεχνία", η επιθυμία τυχόντος "διαμαρτυρoμένου" να γίνει "χαλίφης στη θέση του χαλίφη" από καθαρά διοικητική-εξουσιαστική άποψη, μια ματαιοδοξία, ένα σύνδρομο εξουσίας αξιολύπητο, απ' όπου και αν προέρχεται.
Χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει πως ο όρος "συντεχνία" και η όποια πραγματικότητά του τυγχάνουν της αρεσκείας μου. 

Επιπροσθέτως, η θέση του "χαλίφη" ή "βεζύρη" (και για την λογοτεχνική πραγματικότητα με το μικρό πληθυσμιακό βεληνεκές της, μόνον "μικροβεζύρη") δεν συνιστά παρά μια πρόσκαιρη θέση εξουσίας, η οποία δεν του εξασφαλίζει κατ' ανάγκην λογοτεχνική καταξίωση στο απώτερο μέλλον. Επειδή, σ' αυτό το τελευταίο, οι οποιεσδήποτε πιθανές σχέσεις "δούναι" και "λαβείν" παύουν να υφίστανται ή να είναι δρώσες, και, συνεπώς, αν δεν έχει κάποιος σοβαρό έργο, πρόκειται αναπόφευκτα να "σβήσει". Ό,τι λοιπόν μπορεί να ληφθεί σοβαρά (όμως σε κάθε περίπτωση ακόμα και αυτό σχετικά) από το "παρελθόν" κάθε μέλλοντος, είναι μόνον η οποιαδήποτε νόμιμη κριτική που τηρεί τουλάχιστον ορισμένες προϋποθέσεις.

Απ' αυτή την άποψη, κριτική σημαίνει: επιχειρηματολογία, επαρκής παραδειγματολογία, αναλυτικό σκεπτικό, τεκμηρίωση, πάντοτε πάνω στο έργο, και σε όσον το δυνατόν μεγαλύτερη έκταση γραφής ώστε να δοθεί η ευκαιρία στα μόλις προαναφερθέντα να υπάρξουν. Πάνω σε αυτή τη βάση ο αναγνώστης θα κρίνει αν μια κριτική έχει λόγο ύπαρξης ή είναι για τα "μπάζα". Με λίγα λόγια η κριτική και η αμφισβήτηση προϋποθέτουν υπευθυνότητα και τεκμηριωμένο λόγο και όχι συνθηματολογία και αρλουμποφρένεια.

Δεν μας ενδιαφέρει τι "διαπιστώνει" ένας κριτικός ή "κριτικός" (ακόμα χειρότερα η πληθώρα των αυτοσχεδίων ή περιστασιακών ψευδοκριτικών στο διαδίκτυο) επί ενός έργου. Κάλλιστα μπορεί να αυθαιρεσιολογεί, να λέει ψέμματα, ή απλά να πρόκειται για διανοητικά ανεπαρκές άτομο. Μας ενδιαφέρει το πώς παραδειγματολογεί αφθόνως ή επαρκώς επ' αυτού και το πώς τεκμηριώνει με σαφείς αιτιατές συσχετίσεις αυτό που διαπιστώνει
Δεν μας ενδιαφέρει ακόμα η οποιαδήποτε "προσποίηση" επιχειρηματολογίας σε λίγες μόλις γραμμές, που τις περισσότερες φορές ομοιάζει με επίφαση "πιωμένης". ασυνάρτητης κουλτούρας, όχι σπάνια διανθισμένης με φάλτσο ναρκισσισμό της ψαραγοράς από την πλευρά του αυτοσχεδίου κριτικού.

Η ποίηση μπορεί μεν να είναι μη ορθολογικό φαινόμενο, αλλά η κριτική οφείλει να είναι υπέρτατα ορθολογική.

Φωνασκίες, λαϊκισμοί, απλές ατεκμηρίωτες "διαπιστώσεις", χοντροκομμένες διαστρεβλώσεις και παραμορφώσεις, παραπληροφόρηση, ύβρεις, συκοφαντίες, λάσπες κλπ. δεν συνιστούν κριτική και αναπόφευκτα οδηγούνται στον κάδο των λεκτικών σκουπιδιών.
Ακόμα περισσότερο, οδηγείται στα σκουπίδια κάθε προϊόν εκείνου του πολύ νοσηρού φαινομένου που ευδοκιμεί ιδιαίτερα στο διαδίκτυο, τουτέστιν, το να βρίζει ή να παραμορφώνει κανείς κάποιον λογοτέχνη είτε σε προσωπική βάση είτε πάνω σε  κάποιο έργο του, δίχως να κατονομάζει τίποτε από αυτά τα δύο (!), και επιχειρώντας ντροπαλά, πλην όμως σκόπιμα, να αφήνει δυσφημιστικές και παρανοϊκές εντυπώσεις. 
Ως προς αυτό, ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι στο διαδίκτυο και δη στα κοινωνικά μέσα προσχωρούν σε αυτή την γελοία τακτική, και ολοένα και περισσότεροι θυμίζουν, κατά μία έννοια, την ταινία "Ο Εξορκιστής", όταν η δαιμονισμένη ...στριφογυρίζοντας το κεφάλι της και έχοντας πει τα μύρια όσα ακατονόμαστα κατά του "εξορκιστή", δεν θα μπορούσε παρά να λάβει την εξής έκπληκτη απάντηση από αυτόν τον τελευταίο: 

" are you talking to ...me?!".

Όπως και να 'χει, φαίνεται, πως είναι αδύνατον για αυτή την χώρα, σε ένα σημαντικό πληθυσμιακό ποσοστό της τουλάχιστον, να μάθει τι είναι διάλογος και κριτική. Ανάγουν τα πάντα σε προσωπική-θυμική βάση και καταλήγουν έξαλλοι, άνευ αρχών, και κυρίως, άνευ καμμιάς λογικής, προπαγανδιστές. Και πάνω σε αυτή τη βάση αναπτύσσονται "τυφλές πίστεις", φθόνοι, μίση, εμπάθειες και διάφορα.

Εν κατακλείδι, θα έλεγα, πως ο σύνολος κόσμος της λογοτεχνίας, σε αυτή τη χώρα, πιθανώς αποτυγχάνει στις προθέσεις του, ως προς αυτό το παρακάτω ερώτημα-πρόκληση, αν του ετίθετο. Ερώτημα φυσικά που μπορεί να έχει αξία μόνον ως "τεστ", μιας και η περίπτωση να συμβεί ποτέ ό,τι "προτείνει", πρέπει να θεωρείται απίθανη:

θα δέχοταν, έστω υποθετικά, να μην υπάρχουν προπαγάνδες, κυκλώματα, "κριτικές" της πλάκας, γκαιμπελισμοί, οπαδικό πνεύμα, δημόσιες σχέσεις και άλλες αηδίες, και να αποφασίζουν ΜΟΝΟΝ οι αναγνώστες , παντελώς ανεπηρέαστα, για το τι τους αρέσει ή όχι; να γίνουν δηλαδή οι αναγνώστες οι ΜΟΝΟΙ κριτικοί της ποίησης και να μην επιχειρεί κανείς άλλος να μιλήσει για λογαριασμό τους και να τους ποδηγετήσει;

Για σκεφθείτε το λίγο.

Εγώ σας λέω, ότι το 90% των λογοτεχνών και "λογοτεχνών" στη χώρα μας, αν το άκουγε αυτό ως υποθετικό σενάριο μελλούμενης πραγματικότητας, θα φρόντιζε να τρελλαθεί προκαταβολικώς.