Ας μας σαρώσουν τότε οι φωτιές στην άκρη του χρόνου, εκεί που τα μερίσματα της Ιστορίας κάθε άλλο παρά ίσα είναι.
Μην και δεν ήλθαμε εδώ όλοι αποφασισμένοι για τα σίγουρα αίματα και την καθέλκυση των εορταστικών τρόμων σε ολόκληρη την επικράτεια της μαύρης οπτασίας της γης; για τις πολυσύχναστες οδούς των φαντασμάτων της λερναίας ύλης την που κανένας Ηρακλής έως τώρα δεν τόλμησε να αποκεφαλίσει;
Μια ιδέα στο μυαλό μας ζήσαμε με το κύρος της αφής και της ώσης.
Ας είμασταν και οι φυλακισμένοι των ουρανών σε σκοτεινή ανταύγεια μιας δυνατότητας, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε ότι η εκδήλωση μιας επιθυμίας θα μας έφερνε τόσο κοντά στο συρρέον αίμα της Γένεσης, εκεί που απωλέσαμε, -πιθανώς όχι για πάντα- την αθανασία κάποιου. Εκείνου του κάποιου που υπήρξαμε σε ασφαλή οχύρωση έναντι της ταραχής που έσυρε η φθορά στο κόσμο.
Η ποίηση δεν είναι το αντίδοτο στο γκρεμό αλλά η επικαρπία του.
Και η ηδονή είναι το συνώνυμο της φθοράς. Καταδικασμένοι-ευλογημένοι με ασύγκριτη λαμπρότητα να φθειρόμαστε σε μια αιώνια καννιβαλική αυγή που χωρίς αυτήν ακόμα και ο ίδιος ο ουρανός δεν θα μπορούσε να σταθεί στην ακλόνητη βασιλική του θλίψη και επιστασία.
Ω γηραιές μούσες, σωριασμένα κύμβαλα των θαμμένων πόλεων του πάλαι ποτέ αλύγιστου ήλιου και σοφή αρχοντιά των βαρβαρικών λαών!
Ένα πικρό χέρι θα σας σφουγγίσει οριστικά από την επιφάνεια της γης όμως κανείς άνθρωπος δεν θα είναι εκεί για να επικυρώσει την νύχτα.