Wednesday, December 16, 2009

Η ΠΟΙΗΣΗ ΩΣ ΛΟΓΙΚΗ



Σε μια κατά τη γνώμη μου εξαιρετική ανάρτησή της με τίτλο "Ποίηση και Λογική" η Maximax εισάγει μια προβληματική για τη ποίηση, που αμφιβάλλω αν είναι δεδομένη στους πολλούς των ποιητών.
Και όμως, είναι το υπ'αριθμόν ένα ζητούμενο από την ποιητική γραφή, τουτέστιν η ποίηση όχι μόνο ως η καταλυτική δύναμη που ανατρέπει μια συμβατική λογική και την καθιστά καίρια μόνο στο πεδίο της καθημερινότητας, αλλά επίσης και πάνω απ'όλα, η ποίηση ως λογική έτσι όπως τίθεται και μπορεί περαιτέρω να εννοηθεί από την κατακλείδα της ανάρτησης:

"Κι όμως η ποίηση έρχεται να καταστρατηγήσει την εύκολα εννοούμενη μορφή και χρήση της λογικής για να δείξει την ιδανική μορφή της".

Εάν η ποίηση έρχεται να καταδείξει "την ιδανική μορφή της λογικής", τότε συνιστά από μόνη της αυτήν την λογική, την πιθανώς "νέα" στη γνωσιολογική έκταση του ανθρώπου ανεξάρτητα από το γεγονός ότι μιλάμε για μια παλαιόθεν δρώσα τέχνη.

Κατά κανόνα, η Λογική ως αντικείμενο διερεύνησης καθ'εαυτό αλλά και ως όργανο που με τη σειρά του διερευνά περαιτέρω τις δυνατότητες του νου, ή καλύτερα της σκέψης που σκέπτεται τον εαυτό της, είναι αρμοδιότητα της φιλοσοφίας. Όταν όμως η ποίηση διεκδικεί την Λογική και μάλιστα ως η "ιδανική μορφή" της, τότε το όλο θέμα τίθεται αλλιώς πλέον και σίγουρα αρκετά ριζοσπαστικά.

Άλλωστε η όλη "διαμάχη" μεταξύ ποίησης και φιλοσοφίας είναι τόσο παλιά όσο (το λιγότερο) οι Προσωκρατικοί. Ο Ηράκλειτος εξεφράσθη άσχημα για τον Όμηρο και τον Ησίοδο, ενώ ο Πλάτων, μέγιστος Ποιητής ο ίδιος, εξόριζε τους ποιητές από την "Πολιτεία" του. Η όλη, συνήθως άτυπη και άλλοτε έκδηλη "αντιπαράθεση" συνεχίστηκε μέχρι τον 20ό αιώνα, κατά τον οποίο οι υπερρεαλιστές αποπειράθηκαν να βάλουν ένα τέλος σε αυτήν, κυρίως μέσα από τις προσεγγίσεις τους στον διαλεκτικό υλισμό του Μαρξ και την ορθόδοξη φροϋδική θεώρηση του υποσυνειδήτου.

Παρ'όλ'αυτά, είναι αναμενόμενο πως στο βαθμό που η Λογική έχει να κάνει με ένα κατ'εξοχήν σύστημα αυτοπεριεχομένων αξιωμάτων και συναλλήλων με αυτά αναπτυσσομένων εννοιών, να αποστέργει το "πτητικό" στοιχείο της σκέψης καθώς και την μεταφορά στη γλώσσα.
Αν η Λογική (ως φιλοσοφική έννοια) είναι μια ανάδυση από το ετοιμοπαράδοτο σκότος του κόσμου τότε η Ποίηση είναι μια κατάδυση μέσα σε αυτό.

Που ωστόσο για έναν συνειδητό ποιητή ποτέ δεν παραμένει μόνο "κατάδυση" αλλά ταυτόχρονα και με τρόπο απαρέγκλιτο συνιστά και μια ανάδυση με έναν ολόκληρο νέο κόσμο να έρχεται στο φως μαζί με την λογική του.

Με την διαφορά πως η νέα λογική και ο κόσμος που ανασύρει η ποίηση είναι "μακροπρόθεσμης" αναφοράς, αν μπορεί να το πει κανείς έτσι. Σχηματίζει έναν παράλληλο κόσμο μεν και μια παράλληλη λογική δε, η οποία φαίνεται πως θα είναι εσαεί η "ιδανική" μορφή της λογικής στο βαθμό που συνήθως δεν έχει την δυνατότητα να περάσει σε άμεση εφαρμογή και συνεπώς σε αλλοτρίωση και παγίωσή της σε "δόγμα".

Είναι η ποίηση, θα λέγαμε, το μυστικό της αιώνιας νεότητας της λογικής σε έδαφος πάντοτε πρωτόγνωρο και παρθένο όπως φάνηκε να ήταν ο κόσμος και οι έννοιές του στην πρωταρχή τους.

Κάθε στιγμή γνήσιας ποιητικής δημιουργίας, κατά συνέπεια είναι και η Γένεση της Λογικής ξανά, σαν να μην είχε υπάρξει καμμία λογική στο κόσμο, από την τυπική αριστοτέλεια έως την εγελιανή, ανεξάρτητα από το σε ποιο βαθμό μπορεί να εμπεριέχονται και οι δυο κάθε φορά στη ποίηση.

Μια Νέα Εδέμ του νου, που η εν απτότητι πραγμάτωσή της είναι ένα θέμα που αντίθετα απ' ό,τι θα μπορούσαν να πιστέψουν πολλοί, δεν είναι "άμεσο".

Η ποίηση, έτσι κι αλλιώς, ως η μη άμεση αποκαθήλωση του πραγματικού στο έδαφος εκείνου , του ξεχωριστού και εσώτερου "βασιλείου" που κρύβει μέσα του κάθε άνθρωπος, κερδίζει το παιγνίδι.


Tuesday, December 1, 2009

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΥΠΝΟΣ



Με αφορμή ένα κείμενο της Dianathenes, μου προέκυψαν κάποιες σκέψεις πάνω στα θέματα που θίγει η ιστολόγος, τις οποίες και καταθέτω εδώ. Σκέψεις οι οποίες μπορούν να εφάπτονται είτε άμεσα είτε αρκετά έμμεσα στη σύνολη προβληματική του κειμένου, μιας και αναπόφευκτα όταν αναφερόμαστε στον ύπνο (κυριολεκτικά ή μεταφορικά), υποσημαίνεται αντικειμενικά και πρωτίστως μια υποχώρηση του συνειδητού προς όφελος του ασυνειδήτου.

Το θέμα της "συνειδητότητας" (και σε ποιο ποσοστό εντοπιζομένης) στην διαδικασία παραγωγής ενός λογοτεχνικού έργου είναι αρκετά ευρύ, ωστόσο έχω την εντύπωση πως μπορούν να ανιχνευθούν συνοπτικώς ορισμένα ασφαλή "πορίσματα".

Πάντοτε υπήρχαν στη λογοτεχνία , εν είδει άτυπης αντίθεσης, δυο διαφορετικές θεωρήσεις της έννοιας του δημιουργού. Η μία, επιχειρούσε να τον αναγάγει σε ένα είδος "διαμέσου" ανάμεσα σε έναν υπερβατικό ή μη κόσμο της αλήθειας και τους "δέκτες" της τέχνης, και η άλλη προκρίνει περισσότερο την ατομικότητα του δημιουργού έναντι του δημιουργήματός του.

Η πρώτη θεώρηση είναι πιθανόν να είναι ένα είδος γενετικής κληρονομιάς και κυτταρικής ανάμνησης του τρόπου που αντιμετωπίζαν οι πρόγονοί μας τους ραψωδούς, ή οι ύστεροι μεσαιωνικοί και αναγεννησιακοί άνθρωποι τους jongleurs και τους ménestrels . Ως καθαρά "διάμεσα" μιας άλλης αλήθειας που έρχεται με μια "νομιμοποιημένη κοινωνικά" για την περίσταση, όσο και σε μεγάλο ποσοστό "θεατρική" αντισυμβατικότητα να επέμβει στα ανθρώπινα.

Η δεύτερη θεώρηση είναι κυρίως απότοκο της περιόδου της βιομηχανικής επανάστασης του καπιταλισμού, όταν το υποκείμενο δεν μπορούσε παρά να νοιώθει αρκετά "χειραφετημένο" έναντι του συνόλου κόσμου που έπρεπε να "κατακτηθεί" από τις φρέσκες δυνάμεις της Ιστορίας, αν και, η εξατομίκευση ήταν ήδη παρούσα από την εποχή του Chaucer και της πρώιμης νεωτερικότητας.

Ωστόσο, η διαδικασία της εξατομίκευσης στη τέχνη άρχεται σαφώς από πιο παλιά, και μπορεί να ανιχνευθεί από την εποχή του Αρχιλόχου και της Σαπφούς.

Προσωπικά, βρίσκομαι πιο κοντά στην δεύτερη θεώρηση χωρίς φυσικά να αγνοώ την τεράστια δύναμη που ασκεί το ατομικό υποσυνείδητο (ή ακόμα και συλλογικό ασυνείδητο αν σκεφθούμε τον Jung) πάνω στον καλλιτέχνη δημιουργό.

Όπως και στον ύπνο, έτσι και κατά τη διάρκεια της δημιουργίας ο άνθρωπος μένει "ανοιχτός" σε κατακλυσμιαίες δυνάμεις που εξορμούν για να αναφανούν μέσα από τη τέχνη. Ωστόσο έχω την εντύπωση πως η παθητικότητα του (καλλιτεχνικού) "ύπνου" δεν είναι ο ιδανικός όρος -από μόνος του τουλάχιστον- για να οργανώσει κάποιος αυτές τις δυνάμεις σε καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.

Βέβαια, η λογοτεχνική δημιουργία προσομοιάζει κάποιες φορές στον πραγματικό ύπνο, ωστόσο υπάρχουν και αρκετές διαφορές mutatis mutandis σε αυτή την μεταφορά.

Κατά τη γνώμη μου δεν είναι δυνατόν να "ξεχωριστεί" το έργο από το δημιουργό του - κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, ειδικά με τους όρους που βιώνουμε την τέχνη εδώ και αρκετούς αιώνες.
Ο "ύπνος" από μόνος του χωρίς να είναι ο συγκεκριμένος ύπνος ενός συγκεκριμένου ανθρώπου κάθε φορά είναι εξάλειψη της ατομικότητας, επιστροφή στο αδιαφοροποίητο, κύληση ξανά προς την matrix mundi.

Μετέχει μεν το υποσυνείδητο (το συγκεκριμένο υποσυνείδητο του συγκεκριμένου ανθρώπου) στη τέχνη και μετέχει ισχυρώς, μετέχει όμως και η διαυγής συνείδηση. Χωρίς την δεύτερη, απλά δεν υπάρχει τέχνη.

Δεν μπορεί να καταστεί ο καλλιτέχνης ένα είδος αρτίστικου μέντιουμ. Δεν βλέπω και λόγο για κάτι τέτοιο, και όποτε επιχειρήθηκε, όπως στην "αυτόματη γραφή" των υπερρεαλιστών, είχαμε μεν ενδιαφέροντα αποτελέσματα από την άποψη μιας περαιτέρω κατεργασίας και αφομοίωσής τους σε άλλες φόρμες, δεν είχαμε όμως τέχνη.

Έλειπε σαφώς η δύναμη της συνειδητότητας, ο έλεγχος και η επέμβαση του νου πάνω στα ακατέργαστα και αδιαφοροποίητα περιεχόμενα του υποσυνειδήτου.

Χρειάζεται ο χαλινός του συνειδητού νου και της μετρικής (με μια πολύ ευρεία όσο και μεταφορική έννοια) δυνατότητας και ικανότητας του καλλιτέχνη αναμφίβολα, ούτως ώστε το αδιαφοροποίητο να μην κατακλύσει το συνειδητό με πιθανώς απρόβλεπτα αποτελέσματα, όχι και τόσο επιθυμητά.

Και ακόμα, για να μπορέσουν τα περιεχόμενα του ασυνειδήτου να μορφοποιηθούν σε τέχνη και να προβάλλουν ως "κόσμος" μέσα από τη πρωταρχική λάβα της δημιουργίας.

Όλα αυτά βέβαια, εξαρτώνται και απο το είδος της τέχνης για το οποίο γίνεται λόγος κάθε φορά, όπως επίσης και από τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη δημιουργό.
Είναι λογικό το υποσυνείδητο να μην εντοπίζεται στο ίδιο ποσοστό συμμετοχής σε όλους όπως και σε όλα τα είδη των δημιουργών, όμως σε κάθε περίπτωση δεν νοείται τέχνη χωρίς την εισβολή αυτού μέσα στο συνειδητό του καλλιτέχνη.

Η τέχνη, κυρίως, είναι εκείνο ακριβώς το λεπτό αδιόρατο σημείο που κάνει μια ποσότητα (ασυνείδητο) να φεγγοβολεί σε μια ποιότητα (συνειδητό)...Ακριβώς, το λίγο παραπάνω από το χείλος της συσσώρευσης που είναι ικανό να μετατρέψει με μαγικό τρόπο μια αγριεμένα φουσκωμένη θάλασσα στο ίδιο το ιστιοφόρο της έννοιας που θα την πλεύσει.

Και αυτό, έχω την εντύπωση πως είναι αρμοδιότητα του εναργούς ανθρώπου και όχι του "αφημένου" στον "ύπνο".

Κάποτε η παράδοση της μοίρας του δημιουργού σε κάτι υπερπροσωπικό και καθολικό, φαίνεται ανακουφιστική, στο βαθμό που ο,τιδήποτε φαίνεται να αποσείει την προσωπική ευθύνη είναι -και πώς αλλιώς- ένας έμμεσος εξορκισμός του θανάτου.
Ωστόσο, ο δημιουργός δεν μπορεί παρά να ενέχει θέση μυθολογικού ήρωα όταν επιχειρεί να διαστρωματώσει έναν κόσμο μέσα από το χάος.
Για την ακρίβεια, η διαδικασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας είναι μια τελετουργική αναπαράσταση αυτής της κοσμολογικής εξόδου από το "τίποτε στο "κάτι", από το αρχέγονο έρεβος στο φως ενός κόσμου, όσο και αν χρειάζεται να αποσύρει πρώτα ο δημιουργός , σε συμβολικό και εννοιολογικό επίπεδο, πρώτα τον υπάρχοντα "κόσμο" πίσω σε χάος.

Όμως ας σταματήσω εδώ για τώρα, και πιθανότατα θα επανέλθω επί του θέματος.



*****************************************************************
Κατ'εξαίρεσιν για αυτή την ανάρτηση τα σχόλια θα είναι ανοιχτά.

Monday, November 23, 2009

Η ΠΡΩΤΟΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑNNHEIM


Συνήθως όταν ακούμε τη λέξη "πρωτοπορεία" στο χώρο της τέχνης, ενστικτωδώς και ακαριαίως ανατρέχουμε πρώτα στις πρωτοπορείες του πρώτου ημίσεως του 20ού αιώνα (ντανταϊσμός, φουτουρισμός, σουρρεαλισμός κ.λπ.), ξεχνώντας προς στιγμήν πως αυτός ο όρος φωτίστηκε από πράξεις και έργα σε κατ'εξοχήν περασμένους αιώνες...
Προς τούτο, αρκεί να θυμηθούμε για λίγο το κίνημα Sturm und Drang στην λογοτεχνία (αλλά και τη μουσική) κατά το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα, όπως επίσης και την "σχολή του Mannheim" στη μουσική την ίδια περίπου εποχή και λίγο πιο νωρίς.

Πάντοτε, όταν ακούω έργα των συνθετών του Mannheim μένω έκπληκτος από το πόσο μπροστά ήταν αυτοί οι άνθρωποι, και με πόση αποφασιστικότητα και ανοιχτούς ορίζοντες πνεύματος μετέτρεψαν την κλασσική μουσική σε αυτό που είναι σήμερα!

Πράγματι, είναι αδύνατο, να φανταστεί κανείς την μορφή της κλασσικής μουσικής όπως ανιχνεύεται π.χ. στον Haydn , τον Mozart και τον Beethoven χωρίς να έχει προηγηθεί η "έκρηξη" του Mannheim.

Το κρίσιμο κομβικό σημείο π.χ. για την εξέλιξη της φόρμας της Συμφωνίας θεωρείται π.χ. ο Haydn, όμως οι συνθέτες του Mannheim (που σχεδόν όλοι ήταν κατά μείζονα λόγο συμφωνιστές) ήταν εκείνοι που πρώτοι διένοιξαν αποφασιστικά το είδος, εισάγοντας τέτοιες ριζικές καινοτομίες (όπως π.χ. τα ξαφνικά crescendos και decrescendos ή την περίφημη "Mannheim Rocket") και πραγματώνοντας τέτοιες εκφραστικές δυνατότητες που συνοδεύονταν συνήθως και από υψηλή έμπνευση, που δε θα ήταν ούτε άστοχο και ούτε υπερβολικό να πει κάποιος πως το Mannheim είναι ο ένας από τους δυο κύριους θεμέλιους λίθους ολόκληρης της μουσικής νεωτερικότητας, ενώ ο άλλος είναι μάλλον ο Beethoven ως πρωτεύουσα έκφραση της μετάβασης από τον κλασσικισμό στο ρομαντισμό (ο Wagner είναι ξεχωριστή περίπτωση).
Οι συνθέτες του Mannheim, είναι ακριβώς αυτό το πράγμα, η μετάβαση από το μπαρόκ στο κλασσικισμό, πατώντας τις περισσότερες φορές με το ένα πόδι στο πρώτο και με το άλλο στον δεύτερο.

Με προεξάρχουσα ιδρυτική φιγούρα τον Βοημό συνθέτη Johann Stamitz και με μια γκάμα συνθετών από τους πλέον ριζοσπάστες όπως οι Johann Christiann Cannabich (ο πολύ μεγάλος συνθέτης), Franz Beck, Anton Filtz (και οι δύο ανήκουν στην δεύτερη "γενιά" της σχολής του Mannheim), και Johann Stamitz και Ignaz Holzbauer (ανήκουν στη πρώτη "γενιά" της σχολής), μέχρι πιο "συντηρητικούς" (αν μπορεί να το πει κανείς έτσι για εκ φύσεως ανανεωτές!), όπως ο Franz Haver Richter (πρώτη γενιά) και εξαιρετικούς βιρτουόζους όπως οι Carl και Anton Stamitz (γιοί του Johann, ανήκουν στη δεύτερη γενιά συνθετών του Mannheim), η ορχήστρα του Mannheim υπήρξε κάποτε η πλέον φημισμένη στην Ευρώπη, και οι συνθέτες της έδωσαν έργα εξαιρετικής ποιότητας και σπάνιας αντίληψης όσον αφορά το πώς μπορεί να συλλάβει ένας καλλιτέχνης το "καινούργιο" που κυοφορείται μέσα σε μια εποχή.

Ως ένα μικρό φόρο τιμής στην σπουδαία αυτή μουσική Σχολή και περίοδο της κλασσικής μουσικής, επέλεξα τρία αντιπροσωπευτικά έργα της να ακούγονται διαδοχικά από το gcast δίπλα δεξιά. Πρόκειται για έργα του Franz Ignaz Beck, του Johann Christian Cannabich και του "ιδρυτή" της Σχολής του Mannheim, Johann Stamitz.



***************************************************************
Η εικόνα άνω, απεικονίζει τον Johann Stamitz.
Κάτω, γκραβούρα που απεικονίζει το Mannheim κατά τα μέσα του 18ου αιώνα.


Thursday, November 12, 2009

Ο KAFKA ΚΑΙ Ο ΝΟΜΟΣ



Δεν θα ήταν υπερβολή αν έλεγε κανείς πως ο Franz Kafka υπήρξε ο άνθρωπος-κλειδί για την κατανόηση του 20ού αιώνα σε όλες τις εκφάνσεις του. Ήταν ο πρώτος (τουλάχιστον στην λογοτεχνία) που είδε τόσο καθαρά την βαθμιαία αποξένωση του ανθρώπου από κάθε ουσία ζωής και την μετατροπή του σε ένα σύγχρονο res vocale μιας αδιέξοδης γραφειοκρατικής κοινωνίας, η οποία μπορεί να συντηρείται και να αναπαράγεται μόνον χάρις στην ομοιομορφία και την μαζικοποίηση της μετριότητας, στο όνομα μάλιστα των "δικαιωμάτων" ή της "ανάπτυξης" του ατόμου.
Από αυτή την άποψη ο Kafka υπήρξε επίσης ένας μεγάλος προφήτης για τις τραγωδίες του αιώνα που θα ακολουθήσουν λίγο αργότερα από την εποχή του. Η "απ-ανθρωποποίηση" του ανθρώπου, η ολοκληρωτική εξάρτησή του από μιαν απρόσωπη όσο και υπερσυγκεντρωτική αρχή με χαρακτηριστικά θεολογικής καρικατούρας και κρατικής-υπαλληλικής υπερσυσσώρευσης ελέγχου των ανθρωπίνων στα χέρια της, θα βρει την πιο συντριπτική της έκφραση στη πραγματικότητα στα ναζιστικά lager του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου. Όπου το εφιαλτικό σύνθημα στην είσοδο του Auschwitz-Birkenau "Arbeit macht frei" φαντάζει σαν η μεγαλύτερη γκροτέσκα ειρωνεία στην ιστορία της ανθρωπότητας αν αναλογιστεί κανείς τι συνέβαινε εκεί. Ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο φανερή η σύνδεση του γκροτέσκου με τα εν δυνάμει φυσικά και διανοητικά εγκλήματα της γραφειοκρατίας, και ο Franz Kafka, ήδη πολύ πρώιμα δείχνει να το αντιλαμβάνεται αυτό στο έργο του.
Στο Auschwitz-Birkenau άλλωστε, ο θάνατος, απόρροια μιας γραφειοκρατικής απόφασης τελείτο εξ ίσου γραφειοκρατικά, αποπροσωποποιημένα και αυτοματικά, σαν μοίρασμα συσσιτίου. Και αυτό είναι που σοκάρει περισσότερο και από τον αριθμό των θυμάτων.

Είναι η ίδια διαδικασία απο-προσωποποίησης που στηλιτεύεται μεγαλοφυώς και προφητικώς και στα έργα του Εβραίου συγγραφέα της Πράγας. Διαδικασία η οποία κρύβει βαθύτερες ζυμώσεις στους κόλπους των συγχρόνων κοινωνιών.

Στην πλέον διεθνοποιημένη και χρηματιστηριακή εποχή του καπιταλισμού η "προσωπικότητα" του ατόμου ολοένα υποχωρεί προς όφελος μιας "πλασματικής" ή "φαντασιακής" ατομικότητας. Με παράλληλο τρόπο που η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου και οι επενδυτικές απαιτήσεις δεν μπορούν παρά να οδηγούν σε υπερσυσσώρευση πλασματικού χρήματος και συνακόλουθη καταστροφή του.
Ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν ήταν τόσο "όμοιοι" μεταξύ τους, σκιές ανθρώπων-αριθμών (πράγμα που από τη μεταφορά του λόγου θα περάσει στην ωμή πραγματικότητα στο Auschwitz-Birkenau με τους αριθμούς-"σημάδια" που έφεραν οι κρατούμενοι στα χέρια τους...) ή με μονογράμματα επίθετα όπως στα έργα του Kafka, (ως εάν το όνομά τους να μην είχε πλέον σημασία, μιας και η μοναδικότητα του ήρωα θα μπορούσε να αναπαραχθεί ακριβώς από τον οποιονδήποτε...) και ακριβώς γι' αυτό τόσο βαθιά φενακισμένοι στην ψευδαίσθηση και κομπορρημοσύνη μιας ατομικότητας η οποία αναπαραγόταν σε εκατομμύρια ολόιδια αντίτυπα κάθε μέρα...
Για να φτάσουμε βέβαια στην πιο πρόσφατη εποχή, όπου η προσωπικότητα είθισται να αντικαθίσταται πλήρως από την παράνοια και εφιάλτη του πλαστού και "εξιδανικευμένου" ηλεκτρονικού-διαδικτυακού προσωπείου.

Η εποχή της βιομηχανικής επανάστασης του καπιταλισμού εξήρε την προσωπικότητα, ως ενεργό, δρώσα ατομικότητα, ως όρο απαιτούμενο για την τυχοδιωκτική-επική εξάπλωση του κεφαλαίου σε κάθε σφαίρα της κοινωνικής ζωής και σε κάθε γωνιά της υδρογείου. Στον εικοστό αιώνα ωστόσο, η ατομικότητα έχει ήδη μετατραπεί σε ένα άδειο πουκάμισο, που μπορεί να το φορέσει ο καθείς. Και ταυτόχρονα να νομίζει ότι είναι ο μοναδικός άνθρωπος στο κόσμο που το φορά...

Ο Κafka συλλαμβάνει αυτή την αντίφαση ως απώλεια του "άλλου", και σε τελική ανάλυση ως απώλεια του εαυτού. Στο βαθμό που ο άνθρωπος απο-προσωποποιείται, απ-ανθρωποποιείται, τότε πάσα επικοινωνία με τον "άλλον" και τον εαυτό του εκλείπει και τη θέση της παίρνουν η αμηχανία και ο φόβος, ο φόβος πρωτίστως έναντι στον Νόμο, που ως απρόσωπη αρχή διαιωνίζει και "ασφαλίζει" τις φενάκες της "μοναδικότητας" πληθυσμών και πληθυσμών απροσώπων προσώπων ...

Στο έργο του Kafka, ενυπάρχει μονίμως ως αίτημα αυτή ακριβώς η αναζήτηση του "άλλου" ως μια αντανάκλαση της βαθύτερης επιθυμίας για αναζήτηση του εαυτού. Η συνάντηση ωστόσο με τον "άλλον- ταυτόν" πάντα διακόπτεται ή υπονομεύεται από μιαν "αρχή εξουσίας", η οποία όχι σπάνια φαντάζει αμήχανη μπροστά στην ίδια την εξουσιαστική δύναμή της. Το "κενό νόμου", σε μια εποχή αύξουσας γραφειοκρατικoποίησης και σοβαρών κλυδωνισμών του χρηματοπιστωτικού συστήματος από έναν προηγηθέντα παγκόσμιο πόλεμο, που δέχεται μια κοινωνία της "αφθονίας" από τη μια και της "μαζικής πείνας" από την άλλη στην πιο γκροτέσκα αντίφασή της, είναι το κενό που αφήνει ο ίδιος ο Νόμος στην ολική του υπόσταση.
Ο Νόμος τόσο με την θεολογική όσο και με την πολιτική του έννοια είναι περιορισμός, και ο Kafka το γνωρίζει καλά. Γνωρίζει ακόμα πως είναι Φόβος, ο φόβος μέσα στα έγκατα του ιδίου του Νόμου, ο ίδιος Φόβος που διαπνέει την Τορά και τις συνθήκες του Γιαχβέ με το Ισραήλ.

Είναι περισσότερο από βέβαιο πως η ιουδαϊκή κουλτούρα ενυπάρχει στο έργο του μεγάλου Τσεχογερμανοεβραίου όχι άμεσα, όχι δηλωτικά, άλλα ως το σπέρμα για την κατανόηση της εποχής του και των πέραν αυτής. Ο Νόμος στον Kafka είναι πάνω απ'όλα μια διαδικασία "αποξένωσης" του ανθρώπου , σε τέτοιο βαθμό όσο αποξενωμένος ένοιωθε και ο ίδιος από τον βιολογικό πατέρα -"νόμο" του.
Ο άνθρωπος είναι εγκλωβισμένος όχι μόνο στις εντολές, αλλά ακόμα μπορεί να εγκλωβιστεί και στο κενό που αφήνει η παράβαση των εντολών.
Aπό αυτή την άποψη το μεγαλοφυές υπερπραγματικό χιούμορ του Kafka δείχνει να του προσφέρει την κύρια αγχολυτική δυνατότητα για την υπέρβαση μιας ριζικής αντινομίας: τον περιορισμό και το αδιέξοδο του Νόμου από τη μια, αλλά και την αδυναμία για την συγκρότηση οποιαδήποτε "ανθρώπινης κατάστασης " χωρίς αυτόν.
Ταυτόχρονα όμως, δεν υπάρχει Νόμος που να μην είναι πρόκληση για την παράβαση. Από μία άποψη το έγκλημα είναι γέννημα του νόμου, κάτι στο οποίο μπορούν να ομονοούν τόσο ο εκκεντρικός Μαρκήσιος de Sade στη "Φιλοσοφία της Κρεβατοκάμαρας" του, όσο και, παραδόξως, ο απόστολος Παύλος όταν δηλώνει:

"νόμος δὲ παρεισῆλθεν ἵνα πλεονάσῃ τὸ παράπτωμα"
(Ρωμ. 5,20)

Κατά συνέπεια το έργο του Kafka φαντάζει όχι απλά ως μια διαμαρτυρία και έγερση απέναντι σε μια κοινωνική γραφειοκρατία , αλλά πρωτίστως και κυρίως απέναντι σε μια "κοσμολογική-θεολογική" γραφειοκρατία της οποίας η πρώτη είναι απόρροια.

Ο Kafka δείχνει να συναισθάνεται ότι η "υπακοή" στο "Νόμο" (με την πιο αφηρημένη έννοιά του) είναι η ρίζα της αποξένωσης του ανθρώπου από την ουσία του και από την ίδια την ζωή ακόμα.
Ο άνθρωπος εκείνος που "αποδέχεται" μια νόρμα ζωής, μια έτοιμη "συνταγή" γι αυτόν, απαλλάσσεται μεν από πολλές προσαρμοστικές σκοτούρες , αλλά δεν μπορεί μετά εύκολα να προσαρμοστεί στον ίδιο τον εαυτό του.
Σώζει την ψυχή του αλλά χάνει τον εαυτό του.
Αντίθετα, ο άνθρωπος της ανυπακοής χάνει την ψυχή του για να σώσει τον εαυτό του.
Όμως το κενό υπαρξιακής εξουσίας που αφήνει η ανυπακοή δεν καλύπτεται αυτονόητα μέσα από την αρνητική διαλεκτική της.

Και κάτω από αυτό το πρίσμα μπορεί να καταλάβει κάποιος και την θέση του Kafka στην εποχή του και στον περίγυρό του. Ένας παρίας στην κυριολεξία, ένας πλάνητας της σκέψης και της αμφισβήτησης ο οποίος δεν μπορούσε να βρεί καμμία θέση κάτω από κανέναν ήλιον...Για την εβραϊκή κοινότητα που απλά τον ανεχόταν υπήρξε ένα "μαύρο πρόβατο", και για την υπόλοιπη κοινωνία ένας "ανεπίκαιρος" άνθρωπος, ένα sui generis "γρανάζι" που φάνταζε να μην λειτουργεί τόσο εύρυθμα όσο τα υπόλοιπα γρανάζια...

Όντας μέσα στην βαθύτερη ουσία κάθε ρόλου, αδυνατούσε να πραγματώσει ο ίδιος έναν νόμιμο ρόλο για τον εαυτό του... Καμμία "στέγη" δεν μπορούσε να τον φιλοξενήσει, καμμία "γη" δεν μπορούσε να τον υποδεχθεί.Και όντας από τους ελάχιστους ανθρώπους που διερεύνησε συστηματικά την απομόνωση του ανθρώπου από τον εαυτό του, απομονώθηκε ο ίδιος από την κοινωνία της σύμβασης και της μετριότητας.
Και καμμία προστασία δεν θα μπορούσε να βρει ο ίδιος πίσω από μια ιδιότητα , έναν χαρακτηρισμό, μια "ταυτότητα". Η έλλειψη ταυτότητας σε έναν κόσμο χωρίς ταυτότητα πλέον μέσα σε αυτήν την ολοκληρωτική και "απολυταρχική" ταυτότητά του, εκείνη της ισοπέδωσης κάθε "διαφοράς" , θυμίζει τηρουμένων των αναλογιών λίγο τον μετά επιγνώστου αυτοδικαιώσεως αυτοσαρκασμό ενός άλλου μεγάλου Εβραίου, εκείνου που ο κορυφαίος μαέστρος Hans von Bülow θα αποκαλούσε κάποτε " ο Michelangelo του πιάνου", του Anton Rubinstein":

"Οι Ρώσοι με αποκαλούν Γερμανό, οι Γερμανοί Ρώσο, οι Ιουδαίοι με αποκαλούν Χριστιανό, οι Χριστανοί Ιουδαίο. Οι πιανίστες με αποκαλούν συνθέτη ενώ οι συνθέτες πιανίστα. Οι κλασσικιστές με θεωρούν φουτουριστή, και οι φουτουριστές αντιδραστικό. Το συμπέρασμά μου είναι πως δεν είμαι μήτε ψάρι μήτε πετεινό του ουρανού - απλά ένα αξιολύπητο άτομο."
(Anton Rubinsteins Gedankenkorb 1897, S. 422)

Το να μην είσαι ούτε ψάρι, ούτε πετεινό του ουρανού, μα μήτε και θηρίο της γης, αυτή ήταν η δραματική και "αξιολύπητη" ευλογία του Kafka. Ένας απόλυτα "ξένος" που κατέστη "ξένος" στην προσπάθειά του να ξεπεράσει κάθε διαδικασία "αποξένωσης" του ανθρώπου.
Πώς μπορεί να ζήσει κανείς σε ένα περίκοσμο τον οποίο έχει υπερβεί προ πολλού; Μπαίνει ξανά το δίλημμα του Νόμου και της σύμβασης, και ο Kafka φαίνεται πως δεν είχε πλέον τις απαιτούμενες ψυχικές δυνάμεις να παίξει ένα παιγνίδι συμβίωσης με την πραγματικότητα του καιρού του, έχοντάς την ήδη αφήσει κατά πολύ πίσω του ως καλλιτέχνης, και όσον αφορά τις έσχατες συνέπειές της, πολύ μπροστά του ως προφήτης.

Ο δε λογοτεχνικός περίγυρος του τον αγνόησε επιδεικτικά. Ελαχιστότατες σύντομες ιστορίες του είδαν το φως της δημοσιότητας όταν ζούσε, - το έργο του βασικά παρέμεινε ανέκδοτο καθ'όλη την διάρκεια της ζωής του.
Ο ίδιος από την άλλη δεν φάνταζε να έχει σε τόσο μεγάλη εκτίμηση αυτό το έργο (γνωστοί είναι οι σκωπτικοί αστεϊσμοί του εν προκειμένω στον καρδιακό φίλο του Max Brod, όσο δε και η επιθυμία του να κάψει τα χειρόγραφά του - ευτυχώς ο Max Brod τον παράκουσε).

Αυτό είναι περισσότερο συγκλονιστικό απ'όσο αναγιγνώσκεται. Είναι ο περιπλανώμενος-ακινητοποιημένος Ιουδαίος σε ένα γραφείο και μια στοίβα χαρτιά που θέλει όμως να κάψει. Ο άνθρωπος που θέλοντας να "ξεφύγει" από την εποχή του έφτασε ακριβώς γι' αυτό στο βυθό της.

(πρωτοαναρτήθηκε ως συνεισφορά στο χώρο των σχολίων του ιστολογίου της εκλεκτής φίλης Νανάς Τσόγκα)


Friday, October 30, 2009

Alexandre Tansman: Sabbatai Zevi, ou le faux messie


Ο Alexandre Tansman (1897 - 1986) υπήρξε πάντα μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση συνθέτη όσο και βιρτουόζου πιανίστα. Τόσο το πολωνικό πολιτισμικό υπόβαθρό του όσο και το εβραϊκό-yiddish που τον στοιχειώναν, σε συνδυασμό με την γαλλική κουλτούρα του (ο συνθέτης πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Παρίσι) έδιναν πάντα στα έργα του έναν ξεχωριστό τόνο, πολλές φορές γοητευτικά αντιφατικό και άλλοτε -όντας ο ίδιος ως συνθέτης στο μεταίχμιο ανάμεσα στον νεοκλασσικισμό και την πολύ πρώιμη avant-garde-, την απαραίτητη εκείνη πνευματική σπίθα για να σπρώξει την τέχνη του σε μια αρκετά πρωτότυπη και παράδοξη φόρμα που χωρίς να ανοίγει καινούργιους δρόμους στον 20ό αιώνα,έμελε ωστόσο να αφήσει το πολύ ισχυρό ίχνος της σε αυτόν.

Η κωμική όπερά του "Sabbatai Zevi, ou le faux messie" είναι ένα από τα μείζονα έργα του, και μάλιστα μοναδικό στην πρωτοτυπία του όσον αφορά την θεματολογία του. Πρόκειται για έργο βασισμένο στην ζωή του εβραιο-ελληνορουμανιώτη καββαλιστή ψευδομεσσία Σαμπατάι Τσεβί (1626 - 1676), ο οποίος δρώντας στους κόλπους της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατάφερε να δημιουργήσει ένα πολύ ισχυρό κίνημα από "πιστούς" του (τους λεγόμενους "Σαββατιστές") το οποίο μάλιστα κάποια στιγμή κατέστη απειλή στα μάτια των Τούρκων οι οποίοι και το κατεδίωξαν μετά από μάλλον μπουρλέσκ-κωμωδιακές και επεισοδιακές καταστάσεις.

Ασφαλώς θα έσφαλε εκείνος που θα έψαχνε στη περίπτωση των "Σαββατιστών" μια μάλλον φαιδρή ιστορία σαν εκείνες που μας έχουν συνηθίσει οι ψευδομεσσίες στις ημέρες μας.

Ο εκκεντρικός Σαμπατάι Τσεβί μέσα στα μεσσιανικά οράματά του κατόρθωνε όχι σπάνια να γίνεται, ηθελημένα ή άθελά του ο εκφραστής των προσδοκιών των πιο φτωχών στρωμάτων των εβραϊκών κοινοτήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, και το κίνημά του πήρε κάποια στιγμή ευρωπαϊκές διαστάσεις.

Ζώντας μια περιπετειώδη ζωή και μετακινούμενος συνεχώς από πόλη σε πόλη (από την Σμύρνη όπου μεγάλωσε και εδραίωσε το κίνημά του, στην Κωνσταντινούπολη και από κει σε Θεσσαλονίκη, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, Ιερουσαλήμ, Κάιρο και άλλες πόλεις), προφήτευσε τον ερχομό του μεσσία στο πρόσωπο του ...εαυτού του, και άρχισε να ερμηνεύει ιερά εβραϊκά κείμενα όπως το Σέφερ χα Ζοχάρ σύμφωνα με τις επιδιώξεις του.
Όταν παντρεύτηκε μάλιστα μια νεαρή πιστή του, την Σάρα (εξ ίσου εκκεντρική όπως και αυτός), ο ίδιος ερμήνευσε αυτό τον γάμο ως την ένωση του "Έϊν Σοφ" (καββαλιστικό προσωνύμιο του θεού που σημαίνει "χωρίς τέλος") με την εβραϊκή Τορά (η Πεντάτευχος του Μωυσή που καλύπτει το πρώτο μέρος της εβραϊκής Βίβλου).

Η καρριέρα του Σαμπατάι Τσεβί ως ψευδομεσσία έληξε μάλλον άδοξα όταν ήδη φυλακισμένος μεταφέρθηκε από την Άβυδο στην Αδριανούπολη. Εκεί τον συνάντησε ένας επιφανής ταλμουδιστής, ο Νεεμία χα Κοέν, ο οποίος όντας μουσουλμάνος για λόγους σκοπιμότητας ο ίδιος, τον έπεισε να μεταστραφεί στο Ισλάμ, πράγμα που ο Τσεβί έκανε σχεδόν αμέσως, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο για τη ζωή του σε αντίθετη περίπτωση.

Η αναπάντεχη είδηση της "αποστασίας" του Τσεβί έσπειρε την απογοήτευση και την θλίψη στους οπαδούς του και η αιτιολογία της "σκοπιμότητας" δεν μπορούσε παρά να προσφέρει πολύ λίγη παρηγοριά.

Από τη σπουδαία όπερα του Alexandre Tansman, "Sabbatai Zevi", ακούμε από το gcast δίπλα δεξιά τον "Πρόλογό" της.
Πρόκειται για ζωντανή ηχογράφηση της παγκόσμιας πρεμιέρας της όπερας στο θέατρο των Champs-Elysées την 3η Μαρτίου του 1961.
Στο ρόλο του Sabbatai Zevi ο βαρύτονος Jacques Doucet και στο ρόλο της γυναίκας του Sarah η σοπράνο Genviève Moizan. Την Χορωδία και Ορχήστρα της Γαλλικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης του Παρισιού, διευθύνει ο Charles Bruck.


Tuesday, October 20, 2009

Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (Μέρος Β΄)



(το πρώτο μέρος εδώ)

Η ανάγκη για μια ενοποίηση στη φόρμα της ποίησης υπαγορεύεται πάντοτε από καιρούς είτε της υψηλότερης ακμής είτε της πιο χαρακτηριστικής παρακμής. Στην μεν πρώτη περίπτωση, ως ευθεία έκφραση και αντανάκλαση του ύψους στο όποιο φθάνει μια εποχή στις αποφασιστικές στροφές και καμπές της έναντι της Ιστορίας και στη δεύτερη, ως μια απόπειρα υπέρβασης της αποτελμάτωσης που επιφέρει μια ιστορική περίοδος στα ανθρώπινα καθώς τα οδηγεί από επανάληψη σε επανάληψη χωρίς ουσία και νόημα.

Σαν μια άδεια πλέον τελετουργία από επιθυμίες και προσδοκίες, στην οποία έχουν κατακρατηθεί μόνο τα τυπικά και οι δυσκίνητοι ιερατικοί κανόνες, έτσι και η τέχνη όταν βρίσκεται σε ευθεία γραμμή αναπαράστασης του αδιεξόδου μιας ιστορικής εποχής μπορεί να καταστεί το πιο ανόητο των πραγμάτων...

Η στείρα συναισθηματολογία και ο αδιέξοδος φορμαλισμός (η μεγάλη παρεξήγηση του ρόλου του ποιητή ως εάν ήταν κάποιος εξωτικός ζονγκλέρ των λεκτικών ακροβασιών χωρίς νόημα και στόχο) παίρνουν τη θέση του πραγματικά δημιουργικού πνεύματος, ο ερασιτεχνισμός και η αδύναμη έκφραση τη θέση της θέλησης και της δύναμης, οι κακόφημες μέθοδοι της "κλίκας" την θέση της πραγματικής αλληλεγγύης μεταξύ καλλιτεχνών, ο τρόμος και ο πανικός της μετριότητας καθώς αισθάνεται ως απειλή ό,τιδήποτε θα μπορούσε να διαταράξει την ησυχία της την θέση της μόνιμης ανησυχίας και έρευνας για νέα έκφραση και νέους ανθρώπους...

Με λίγα λόγια, σε μια εποχή που παρακμάζει, η ποίηση είναι καταδικασμένη όχι απλώς να καθρεπτίζει αυτή την παρακμή, αλλά να την βαθύνει ακόμα περισσότερο.

Σε αυτήν την περίπτωση, αναμφίβολα, επιφέρει μια μεγαλύτερη εξαθλίωση στην ήδη υπάρχουσα, και ένας "αλλοτριωμένος" και "γραφειοκράτης" ποιητής είναι ένα θέαμα κατά πολύ αηδιαστικότερο από έναν γραφειοκράτη και διεφθαρμένο υπάλληλο της εξουσίας... Ο δεύτερος αν μη τι άλλο βρωμίζει κάτι που είναι ήδη ένα λύμα, ο πρώτος ωστόσο φροντίζει να εκχυδαίσει και ο,τιδήποτε θα μπορούσε να μείνει αλώβητο από την φτήνεια των καιρών.

Το αδιέξοδο στη φόρμα και την έκφραση είναι αδιέξοδο μιας ολόκληρης κοινωνίας καθώς βυθίζεται μέσα στη συντήρηση ενός κενού τελετουργικού ζωής που αν μη τι άλλο φαίνεται να της προσφέρει μια συνέχεια επιβιώσεως στα ρηχά σκότη της επιδειξιομανίας και της ξιππασιάς, και από την άλλη πλευρά, ένα αίτημα-πρόκληση για τις δημιουργικές δυνάμεις εκείνες που αναλαμβάνουν τον ρόλο του εικονοκλάστη και καινοτόμου σε κάθε εποχή.

Αν μια κοινωνική επανάσταση είναι πάντα προϊόν του εσχάτου αδιεξόδου στο οποίο καταφθάνει μια εποχή που κατασυντρίβει τις παραγωγικές δυνάμεις της στο όνομα της λαθροβιώσεως του ήδη "δοκιμασμένου", τότε μια επανάσταση στη τέχνη έρχεται πολλές φορές όχι μόνον ως προάγγελος μιας κοινωνικής επανάστασης, αλλά ακόμη, -και σε ένα πιο αυτοαναφορικό επίπεδο- ως το προϊόν του αδιεξόδου που επιφέρει η σύμβαση και η μετριότητα στους όρους αναπαραγωγής της τέχνης στην πνευματική ζωή μιας χώρας.
Στην μεν πρώτη περίπτωση, συντρίβονται ανελέητα κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις προς όφελος μιας μειοψηφίας εκμεταλλευτών, στην δε δεύτερη καθηλώνονται και ισοπεδώνονται γνήσιες καλλιτεχνικές παραγωγικές δυνάμεις προς όφελος της αναπαραγωγής του ίδιου πάντα στερεότυπου:

μιας ποίησης ανώδυνης και εύπεπτης που από την άλλη θέλει να διεκδικεί για τον εαυτό της και κάπως πιο σοβαρούς (όμως ανέκαθεν γελοίους και αφυδατωμένους από κάθε ιστορικό προσδιορισμό) χαρακτηρισμούς, όπως "έκφραση γενιάς", "εστέτ", ή και "κοινωνική διαμαρτυρία", "αμφισβήτηση" κλπ.

Ο φετιχισμός των "λογοτεχνικών γενεών" ωστόσο υπήρξε από πάντα η παιδική αρρώστεια της λογοτεχνίας, ιδιαίτερα σε χώρες οπως η Ελλάδα, όπου η ανάγκη της ταξινόμησης των πάντων σε "αβλαβή εικονίσματα" υπαγορευόταν από την αγωνία της επιβίωσης και της διαιώνισης των γραφειοκρατικών "κλικών" που πρωτίστως έρχονταν να αναπαράγουν στο πνευματικό εποικοδόμημα την με οργανικό τρόπο δεμένη με το κράτος διαφθορά παρασιτικών στρωμάτων που είναι αδύνατον να νοηθούν έξω από τον ενδιάμεσο ρόλο του "προαγωγού"...

Ο όρος "εστέτ" π.χ. , καθυστερημένα δοκιμασμένος (και αυτός) στην Ελλάδα, δεν είναι μόνον μια μεγάλη παρεξήγηση της έννοιας, αλλά ακόμα, και ένας ανιστορικός και ανιστόρητος χειρισμός αυτοδοτούμενου τίτλου προς όφελος του πατροπαράδοτου ελληνικού "βλαχοδημαρχισμού".
Συνήθως ο ελαφρών και περιορισμένων δυνατότητων προσποιείται πάντα τον (ψευδο)"εστέτ" μην κατανοώντας πως ένας τέτοιος αυτοχαρακτηρισμός δεν διαφέρει από το να επιχειρεί κάποιος να παραστήσει την ψόφια μύγα της αυτοεπιβεβαίωσης μέσα σε ένα από καιρό "ληγμένο" γάλα της Ιστορίας...

Από αυτή την άποψη, ο παρωχημένης ιστορικής μόδας "εστέτ" είναι για τον πραγματικό αριστοκράτη του πνεύματος ότι ένα απορημένο μικρόσωμο πόνυ έναντι ενός καθαρόαιμου αλόγου ιππασίας...

Από την άλλη ο "λαϊκισμός" και η μοχθηρία ήταν ανέκαθεν οι αντιδράσεις των πιο αδύναμων που σε τελική ανάλυση στηρίζαν το όλον φαύλο κύκλο προσφέροντας άθελά τους μιαν ευκαιρία στα παρασιτικά στρώματα της λογοτεχνίας να αποενοχοποιηθούν, εκφέροντας το δίλημμα "είτε εμείς, είτε το χάος".

Οι λόγοι δεν θα μπορούσαν να εντοπιστούν σε μεμονωμένους "κακούς" που αρκεί να "οπισθοχωρήσουν" για να λυθούν ως δια μαγείας τα προβλήματα . Το όλο πλέγμα ισοπέδωσης κάθε πνευματικής ζωής και αναπαραγωγής μιας ημι-εστέτ και ημι-λαϊκίστικης φθήνειας έχει τις ρίζες του στις πλημμυρίδες και αμπώτιδες της Ιστορίας που αναπόφευκτα συμπαρασύρουν και τη τέχνη τοποθετώντας την ωμά ενώπιον ενός και του ιδίου διλήμματος κάθε φορά:

είτε επανάσταση στη φόρμα και το περιεχόμενο είτε καθήλωση στον πνευματικό θάνατο ενός καλλιτεχνικού μικρόκοσμου που αδυνατεί να δει πέρα από τη μύτη του και τα παραμορφωτικά γυαλιά του.

(συνεχίζεται)



Sunday, October 11, 2009

Στην ανάσα της στιγμής (Αφορισμός I)



Ένα σωστό που γίνεται τη σωστή στιγμή, είναι απλά σωστό.
Ένα σωστό που γίνεται τη λάθος στιγμή είναι λάθος.

Και ένα λάθος που γίνεται τη σωστή στιγμή είναι "εκπαίδευση".

Όμως ένα λάθος που γίνεται τη λάθος στιγμή, είναι απλά θεϊκό.


Thursday, September 17, 2009

György Kurtág : Η ηχητική αναδιάταξη του χώρου



Σίγουρα η μουσική του Ούγγρου συνθέτη György Kurtág δεν είναι από τις πλέον "προσιτές" ή "εύληπτες".
Και αυτό γιατί μετά από έναν εικοστό αιώνα παραχάραξης κάθε έννοιας μουσικής, καθώς και προσαρμογής αυτής της τελευταίας στο αβλαβές πεδίο της "διασκέδασης" και του "ξεσπάσματος", φαίνεται πως η αδηφάγος μουσική βιομηχανία κατακυριάρχησε στα μυαλά και τα αυτιά των μέσων ανθρώπων, χωρίς ωστόσο να μπορεί να παινευτεί ότι δημιουργεί και σοβαρή τέχνη...τουλάχιστον στο υπερπλείστον των περιπτώσεών της.

Γιατί η μουσική είναι πάνω απ'όλα τέχνη, και αυτό φαντάζει να έχει ξεχαστεί στο καιρό μας. Και ως τέχνη πρέπει να την προσεγγίζουμε και όχι ως απεριτίφ των φαντασιώσεων της καθημερινότητας που λυμαίνονται το χρόνο και την ψυχή του ανθρώπου...

Όμως, και παρ'όλ' αυτά, η διαδρομή του György Kurtág στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα υπήρξε μάλλον θεαματική.

Μετείχε ενεργά στην Ουγγρική εξέγερση κατά του σταλινικού καθεστώτος το 1956 προτού αυτοεξοριστεί στο Παρίσι για δύο χρόνια. Από κει και πέρα, το πολύ ιδιότυπο και "μοναχικό" στυλ σύνθεσής του, του χάρισαν γρήγορα την αναγνώριση και τον εδραίωσαν ως μια από τις πλέον αξιοπερίεργες και δημιουργικές φιγούρες στην μουσική σύνθεση των τελευταίων χρόνων, φτάνοντας ο ίδιος να καταστεί κάποια στιγμή ως ένας από τους επίτιμους συνθέτες της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου.

Αυτό που χαρακτηρίζει πρωτίστως την μουσική του Kurtág είναι μια πολύ συμπαγής, απρόβλεπτη και μαγική συνάφεια με την έννοια του "χώρου".

Πράγματι, όλα τα όργανα στις μάλλον λιτές και χαμηλόφωνες συνθέσεις του τείνουν να "συνομιλήσουν" με τον χώρο που καταλαμβάνουν κατά την ηχητική τέλεσή τους και να τον αναπροσδιορίσουν ως έναν από τους πλέον λειτουργικούς παράγοντες στην πρόσληψη της τέχνης της μουσικής.

Μια προσπάθεια που φαντάζει πολύ πιο δύσκολη απ'όσο ακούγεται και απαιτεί τρομαχτικό ταλέντο και ευφάνταστη ικανότητα μεταμόρφωσης κάθε "πρώτης ύλης" που μπορεί να ανιχνευτεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της δημιουργίας του έργου τέχνης.

Αρκεί να μνημονεύσω εδώ το απαράμιλλο αριστούργημά του "Grabstein für Stephan", το ίσως πιο γνωστό έργο του "Stele", τα εξόχως καινοτομικά "Neun Stücke für viola solo" καθώς και το λαθραίο, υπόγειο μεγαλείο των "Franz Kafka fragments" του.

Mπορείτε να ακούσετε από το gcast δίπλα δεξιά ολόκληρο το έργο του συνθέτη, "Hommage à Robert Schumann" για κλαρινέττο, βιόλα και πιάνο. Ένα έργο που απαιτεί πολύ προσεχτική και επαναλαμβανόμενη ακρόαση.


Saturday, September 5, 2009

Henryk Górecki - Quasi una fantasia...



Η Πολωνία είναι μια χώρα με τόσο λαμπρή παρουσία στην διεθνή σκηνή της κλασσικής και σύγχρονης μουσικής, που πραγματικά εκπλήσσεται κάποιος όταν αναλογίζεται τους αρκετούς, πρώτης διαλογής και ποιότητας, συνθέτες της που εμφανίστηκαν (κυρίως) κατά τον 190 και 20ό αιώνα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η μουσική της κληρονομιά δεν ξεκινάει σχεδόν από τον μεσαίωνα...

Για να θυμηθούμε μερικούς: Fryderyk Chopin, Władysław Żeleński, Mieczysław Karłowicz, Karol Szymanowski, Grażyna Bacewicz, Witold Lutosławski, Krzysztof Penderecki, Henryk Górecki και πολλοί πολλοί άλλοι που θα ήταν αδύνατον να αναφερθούν εδώ όλοι.

O Henryk Górecki είναι ένα σημείο τομής, αλλά και υπέρβασης, ανάμεσα στον σειραϊσμό του Schoenberg και της Σχολής της Βιέννης από τη μια, και την αποφασιστική έξοδο προς την avant garde του Varèse και του Boulez από την άλλη.

Συνθέτης ιδιοφυής με πραγματικά απίστευτη δύναμη σύλληψης και πραγμάτωσης και μια τιτανική ισχύ υποβολής της μουσικής ιδέας, κατέστη στον καιρό μας ένα σχεδόν μυθικό πρόσωπο.

Μετά από μια σειρά έργων-standards για τα δεδομένα του 20ού αιώνα, όπως οι τρεις συμφωνίες του, τα κουαρτέττα εγχόρδων του, οι πιανιστικές σονάτες & πρελούδια του κ.α. αναμένεται η πρεμιέρα της Τετάρτης Συμφωνίας του συνθέτη στο Λονδίνο το 2010.

Προς τιμήν αυτής της εν αναμονή Συμφωνίας είναι αφιερωμένες και οι λιγοστές γραμμές αυτού του σημειώματος.



Μπορείτε να ακούσετε από το gcast δίπλα δεξιά, ολόκληρη την Πρώτη Συμφωνία του Henryk Górecki.

Sunday, August 23, 2009

UNE SAISON EN ENFER...



Ένα εξαίρετο κείμενο-μέρος από ακαδημαϊκή έρευνα, του Επίκουρου Καθηγητή Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Ευστράτιου Παπάνη.


FACEBOOK ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ


Ένα ανησυχητικό στοιχείο που προέκυψε από συνεντεύξεις είναι το αίσθημα κενού, που συνεπάγεται η πολύωρη χρήση του facebook, των ‘chat rooms’ και των άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης:

Σχέσεις επιφανειακές, φρενήρεις, στιγμιαίες δημιουργούνται, μεταλλάσσονται και διαγράφονται με ένα κλικ. Νεαρά άτομα που εφευρίσκουν πολλαπλά προσωπεία, ανάλογα με την πλευρά του εαυτού, που θέλουν να παρουσιάσουν. Χρήστες που καπηλεύονται και οικειοποιούνται προφίλ άλλων ατόμων. Έκφραση κάθε συναισθήματος, παρόρμησης ή ενστίκτου χωρίς κανένα πρόσχημα.

Επικοινωνία στην οποία, ακόμα και η χρήση κάμερας, αποκρύπτει τη γλώσσα του σώματος, αποδυναμώνοντας την αποκωδικοποίηση των μηνυμάτων.

Πλευρές της προσωπικότητας, που αναδεικνύονται αλόγιστα, χαρακτηριστικά που δραματοποιούνται για να εντυπωσιάσουν. Χρήστες άτολμοι στην προσωπική τους ζωή, με περίπλοκες οικογενειακές βιογραφίες, απαξιωμένοι από το εκπαιδευτικό σύστημα, αναδομούν την αυτοεκτίμησή τους μέσα από συγκρίσεις (π.χ. compare hotness)και διαγωνισμούς του Facebook, εισπράττουν φιλοφρονήσεις για την απόκρυφη φωτογραφία που ‘ανέβασαν’. Γυναικεία σαγηνευτικά και εν πολλοίς ψεύτικα προφίλ, που προκαλούν ρίγη σε χιλιάδες άγνωστους θαυμαστές, εικονικά κεράσματα και δώρα, υπενθύμιση γενεθλίων και σημαντικών στιγμών και έξαφνα ο πολύωρος χρήστης βυθίζεται σε μια ουτοπία κοινωνικότητας, γίνεται το επίκεντρο της προσοχής σε άτομα που υπό άλλες συνθήκες δεν θα θυσίαζαν γι’αυτόν ούτε λεπτό από το χρόνο τους.

Μια ιδιότυπη ψυχοθεραπεία χωρίς κανόνες και όρια. Οι δεξιότητες που πρέπει να καλλιεργηθούν για μια επιτυχημένη προσωπική κοινωνική προσαρμογή, τώρα αντικαθίστανται από άλλες που εγγυώνται ότι η εικονική προσωπικότητα και τα διαδικτυακά επιτεύγματα θα γίνονται διαρκώς αποδεκτά.

Η πραγματική ζωή φαντάζει ανιαρή, αργή, πληκτική, ανούσια. Οι σχέσεις, με τα τυπικά και τους κανόνες που επιβάλει η κοινωνία, απαράδεκτες. Το αίσθημα κενού καθώς ο χρήστης επαναφέρεται στην πραγματικότητα, ανήκεστο. Η νέα γενιά που βίωσε την παγίωση του διαδικτύου μετά το 1995, που ανατράφηκε με online παιχνίδια και internet καφέ, που μέσα από το κινητό μπορεί να συνεχίσει απρόσκοπτα ό,τι άρχισε στον υπολογιστή, παρατείνοντας ακόμα περισσότερο τις ώρες χρήσης, έχει πρόβλημα συνεννόησης με τις υπόλοιπες γενιές, που δεν κατανοούν την ελκυστικότητα του ιντερνέτ.

Η επικοινωνία και οι σχέσεις στην πραγματική ζωή απαιτούν διαπραγμάτευση, ρίσκο, υπομονή, επένδυση χρόνου και συναισθήματος. Η έκβασή τους πολλές φορές αμφίβολη.

Αυτός που τις επιχειρεί δεν δέχεται άμεση ενίσχυση, όπως συμβαίνει στο διαδίκτυο, ειδικά σε μια κοινωνία που η συλλογικότητα φθίνει και ο ατομισμός ανακηρύσσεται σε πρώτιστη αξία.

Οι σημερινοί νέοι, που μεγαλώνουν γνωρίζοντας άριστα την ηδονή του ‘social networking’, που χρησιμοποιούν το facebook περισσότερο από πέντε ώρες την ημέρα ,αποδίδουν στις πραγματικές τους ταυτότητες λιγότερη αξία σε σύγκριση με τις διαδικτυακές και δεν μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στον αληθινό κόσμο.

Νιώθουν κατάθλιψη για την ανικανότητα αυτή, αδυνατούν να αντλήσουν ευχαρίστηση από μη ακραίες καταστάσεις, όπως αυτές των ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Για το λόγο αυτό τις επιζητούν και στην πραγματική ζωή, με αποτέλεσμα πολλές φορές να φέρονται αντικοινωνικά. Βιώνουν στερητικά σύνδρομα, όταν δεν έχουν πρόσβαση και εξαρτούν την αυτοεκτίμησή τους από ένα πληκτρολόγιο ή joystick.

Ο πολύωρος χρήστης αποδίδει μεγαλύτερη σημασία σε μια κακή βαθμολογία στα ratings του facebook, παρά σε μια αποδοκιμασία του δασκάλου ή των γονιών του. Πραγματικές σχέσεις καταστράφηκαν όταν ο ένας από τους δύο συντρόφους ανακάλυψε ότι ο άλλος έκανε flirt στο facebook ή διατηρούσε ένα πολύ επιτυχημένο προφίλ.

Η φιλία και η επικοινωνία επανανοηματοδοτείται: Ο ‘άλλος’, ο συνομιλητής σε ένα chat room δεν είναι ένα αμιγώς πραγματικό πρόσωπο, αλλά ένα προσωπείο, ένα κράμα από αληθινές ιδιότητες και φαντασιακές προβολές. Οι αισθητηριακές αναπαραστάσεις μηδαμινές.

Ο χρήστης μιλά σε ένα πρόσωπο που ο ίδιος κατασκευάζει. Προβάλλει επάνω του τις επιθυμίες του, τις ελλείψεις του, τις προσδοκίες του και τις φαντασιώσεις του. Ο ‘άλλος’ ανάγεται σε μορφή ιδεατή.

Η απογοήτευση είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό, όσων αποφασίζουν να συναντηθούν στην πραγματική ζωή. Στο Facebook ο κόσμος είναι αταξικός. Ο πλούτος, το φύλο, η ηλικία, η καταγωγή, η εθνικότητα, το παρελθόν, τα επιτεύγματα δεν έχουν καμιά σημασία. Εξάλλου, καθένας μπορεί να προσποιηθεί οτιδήποτε. Η διαπραγμάτευση γίνεται επί ίσοις όροις, αλλά με τον διαρκή κίνδυνο να αποδειχθεί φενάκη. Οι περισσότεροι νέοι εκφράζουν αποτροπιασμό και θλίψη, όταν επιχειρούν να μεταφέρουν αυτή την εμπειρία στην πραγματική ζωή. Βυθίζονται έτσι ακόμα περισσότερο στην επίπλαστη κατάσταση των διαδικτυακών κοινοτήτων. Και είναι αυτή η αναντιστοιχία ανάμεσα στην ζωή και την εικονική πραγματικότητα που τελικά οδηγεί στην κατάθλιψη.

Ευστράτιος Παπάνης



Πηγή: εδώ


ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Δεν είναι η πρώτη φορά που λαϊκά δίκτυα όπως αυτό του facebook, και εν γένει το διαδίκτυο στην οποιαδήποτε τυχούσα έκφανση "πλασματικής διακοινωνικότητάς" του, απασχολούν τους ψυχολόγους, τους γιατρούς ή τους κοινωνιολόγους όπως στην παρούσα περίπτωση. Σε κάτι από το οποίο κατά γενική ομολογία φαντάζει πιο δύσκολο να απεξαρτηθεί κανείς σε σχέση π.χ. με το αλκοόλ ή την ηρωίνη.

Η "ονειρική"-υποσχετική διάσταση του διαδικτύου όχι λίγες φορές οδηγεί σε εξόχως αλλοτριωτικά φαινόμενα που φαίνεται ότι αποξενώνουν πλήρως αρκετούς ανθρώπους από την ουσία τους και τους μετατρέπουν σε ονειροπολούσες "σκιές" του εαυτού τους, οι οποίες περιφέρονται ανά τον κυβερνοχώρο με τις φανταστικές προβολές τους, χαίρονται και θλίβονται για τους δικούς τους φανταστικούς λόγους, υπάρχουν σε τελική ανάλυση με καθαρά φανταστικό τρόπο. Όπως ακριβώς οι τρελλοί, δεν υπάρχει καμμία διαφορά.

Για να φτάσει π.χ. ένας άνθρωπος στο σημείο να θέλει να βιώσει μια "κοινωνικότητα" στο διαδίκτυο ή στο facebook ειδικώτερα, την οποία για τον α ή β λόγο δεν μπορεί να βιώσει στην εξωτερική ζωή, αυτό σημαίνει πως έχει ήδη διαβεί τον Ρουβίκωνα που χωρίζει πραγματικότητα και τρέλλα.
Και τα "κολλήματα" στο διαδίκτυο είναι και συχνά και εξαιρετικά κωμικοτραγικά στην όλη διαδικασία τους.
Δεν έχει καμμία σημασία αν η Μέκκα της Υποκουλτούρας όπως το facebook φροντίζει από νωρίς να αποθαρρύνει τους χρήστες της όσον αφορά τα "υπεσχημένα". Η τάση αρκετών ανθρώπων για εύκολο όσο και εντελώς απατηλό διακοινωνικό κέρδος δεν υποχωρεί ποτέ εύκολα, και δημιουργεί συνεχώς φαύλους κύκλους εξάρτησης πάνω σε εξαρτήσεις, φαντασιών πάνω σε φαντασίες, ιδιοπαθείς και αυτοπαθείς πλασματικούς "κόσμους" μέσα στους οποίους το αίσθημα της ερημίας συναγωνίζεται εκείνο της απογοήτευσης.

Πριν από αρκετά χρόνια είχα γράψει ένα, κατά κάποιο τρόπο, μελλοντολογικό κείμενο, "Το Φόρουμ", στο οποίο προέβλεπα ότι κάποια στιγμή θα δημιουργηθεί ένα παγκόσμιο network, ένα φόρουμ, μέσω του οποίου οι άνθρωποι θα βιώνουν οποιαδήποτε ζωή και διακοινωνικότητα. Η εμφάνιση και εξάπλωση του facebook φαίνεται πως με επιβεβαίωσε, αν και δεν μπορούσα να φανταστώ τότε τον ιδιαίτερα λούμπεν χαρακτήρα που θα μπορούσε να πάρει.

Εναπόκειται στην παιδεία και στο αίσθημα αξιοπρέπειας του καθενός -αν όχι σε τελική ανάλυση στο ένστικτο αυτοσυντήρησής του- να συνεχίσει να υπάρχει πραγματικά και όχι καλωδιακά. Με το ανθρώπινο σώμα του να αποτελείται από κύτταρα και όχι από πίξελς.

Να χαμογελάει στο κόσμο με το πραγματικό πρόσωπό του και όχι με ένα smiley.

Δ.Π.

Thursday, August 6, 2009

Η ΔΟΤΙΚΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ


Thousands of candles can be lit from a single candle, and the life of the candle will not be shortened. Happiness never decreases by being shared.

-The Buddha.

Το γεγονός ότι υπάρχει έλλειμμα δοτικότητας στη σύγχρονη ζωή και δη σε εκείνη μιας δυτικής μεγαλούπολης είναι κάτι που δεν επιδέχεται τόσο εύκολα αμφισβήτηση. Όμως θα είναι λάθος αν το δει κανείς το θέμα καθαρά σε μια βάση ηθικής επιταγής και εντοπίζοντάς το κάθε φορά στους "χαρακτήρες" των ανθρώπων, απομονώνοντάς το έτσι από όλες τις αλλοτριωτικές κοινωνικές δομές που μετατρέπουν τον άνθρωπο σε ένα σύγχρονο res vocale.

Φυσικά μπορεί να παραπέμψει κάποιος το αίτημα για μια (απο)δοτική αναφλεκτική αλληλουχία στα ανθρώπινα είτε σε κάποιον ουράνιο παράδεισο είτε στη γήινή του εκδοχή, στην αναμονή δηλαδή ενός "αταξικού παράδεισου", εκεί όπου η ουσία του ανθρώπου θα αναφαίνεται αδιαμεσολάβητη από τις παρεκκλίσεις του κέρδους και του ιδιοτελούς συμφέροντος.

Χωρίς να απορρίπτω αυτές τις δυο εκδοχές, θα έλεγα ωστόσο ότι για μένα έχει περισσότερη αξία, τόσο μυθοποιητική-δραματουργική όσο και περσοναλική η διαχείριση της δοτικής δυνατότητας εδώ στα "στενά", στο πεδίο της Πτώσης και της συνεπαγομένης βαρβαρότητας που αντανακλάται από τον λεγόμενο "καπιταλιστικό κόσμο".

Ακριβώς γιατί ο κόσμος στο σύνολό του είναι ένα μαζικό φαινόμενο μεν, αλλά για έναν ποιητή η κίνηση της μονάδας "μετράει" περισσότερο, ο εκάστοτε υποψήφιος "πρωταγωνιστής" στα γραπτά του.

Σαν πολλές παράλληλες Οδύσσειες που τελούνται σε ανέμελο και ανύποπτο φως, ο κόσμος θα υποχρεωθεί κάποια στιγμή να καταλήξει σε μία και μόνο Ιθάκη για όλους.

Ως τότε όμως τα ίχνη δημιουργούν από μόνα τους τον δρόμο.

Και ο δρόμος αυτός είναι αδιανόητος χωρίς την δοτική προ-λάμψη μιας άγνωστης ακόμα ανθρωπότητας στις επιμέρους ατομικές πράξεις των παρόντων.

Αν συνολικά ο άνθρωπος είναι η ονομαστική πτώση, τότε το εκμεταλλευτικό προσωπείο του είναι η γενική πτώση. Ο φιλόσοφος θα έλθει αργότερα ως η αιτιατική πτώση και ο ποιητής οριστικά ως η δοτική και κλητική πτώση σε πληθυντικό αριθμό.



*Στο gcast δίπλα δεξιά μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το "Stereomusik für elektronisches Orchester in fünf Sätzen" των Oskar Sala και Harald Genzmer. Πρόκειται για έργο ορόσημο του 20ού αιώνα όσον αφορά την πρωτοπορεία της κλασσικής και ηλεκτρονικής μουσικής από δυο κορυφαίους Γερμανούς συνθέτες.

Monday, July 27, 2009

SOFIA GUBAIDULINA - GALINA USTVOLSKAYA, Βίοι αναγκαστικά παράλληλοι


Και αυτό γιατί οι δυο γυναίκες δημιούργησαν ως συνθέτριες κατά τις πλέον ζοφερές δεκαετίες της Σοβιετικής Ένωσης, όταν παραδόξως η τέχνη θεωρείτο συμπλήρωμα ούτε καν μιας πολιτικής, αλλά μόνον της επίσημης κρατικής "συνθηματολογικής" προπαγάνδας.

Εξαιρετικά ταλαντούχες και οι δυο και με πρωτόγνωρες για τα τότε σοβιετικά δεδομένα καλλιτεχνικές ανησυχίες, προσπάθησαν να επιβιώσουν ανάμεσα στην στενοκεφαλιά της σύγχρονης με αυτές μετριότητας και την χαζοχαρούμενη "σταχανοβίτικη" προοπτική που είχε για το ρόλο του καλλιτέχνη μια γραφειοκρατία, η οποία μην έχοντας καμμία αυτοπεποίθηση και μη όντας τάξη (αφού δεν κατείχε μέσα παραγωγής), μπορούσε να μιλήσει μόνον τη γλώσσα της αστυνομικής καταστολής σε βαθμό κατά πολύ πιο ανυπόφορο από εκείνο μιας δυτικής "αστικής" δημοκρατίας...

Θα χρειαζόταν το ανάστημα ενός Dmitri Shostakovich (για τις "περιπέτειες" που είχε ο Ρώσος συνθέτης με το σοβιετικό καθεστώς βλ. "SHOSTAKOVICH: Η σοβιετική γάτα του Schrödinger") για να "ξεμπλέκει" κάθε τρεις και λίγο την ιδιοφυή Ustvolskaya από τις επικρίσεις των άχρωμων και άοσμων συναδέλφων της και εν γένει της καλλιτεχνικής εξουσίας, μιας και οι τελευταίοι αδυνατούσαν να κατανοήσουν την μουσική της, μια μουσική με αυστηρές, απίστευτα πλήρεις μέσα στην ελλειπτικότητά τους "γραμμές" , και με "σκληρούς" τόνους που έρχονταν σε τρομερή αντίθεση με ολόκληρη την παράδοση της ρωσσικής ρομαντικής μουσικής από τον Γκλίνκα μέχρι τον Τσαϊκόφσκυ.

Η Gubaidulina από την άλλη βρήκε πνευματικό καταφύγιο στον σπιριτουαλισμό, τη θρησκεία και την ποίηση (αξεπέραστος ο "φόρος τιμής" της στον T.S.Eliot) προχωρώντας ταυτόχρονα τις "χρωματικές" και εξ ίσου σπιριτουαλιστικές διαθέσεις του Alexander Scriabin ένα βήμα πιο πέρα.

Αν ο Scriabin (και ο Olivier Messiaen σε πολλά) στάθηκε ένας εμπνευσμένος πρόδρομος για την Gubaidulina ή η ίδια απέβη η πλέον δημιουργική επίγονός του, αυτό είναι ένα ζήτημα που δεν λύνεται εύκολα, ή και ίσως τίθεται εκ του μηδενός γιατί τελικώς, και παρά τις πνευματικές "συγγένειες" είναι τόσο "αυτοτελείς" και οι δυο τους, που μπορεί να πει κάποιος πως η λάμψη της ιδιοφυίας χαρίζεται εξ ίσου τόσο στον έναν όσο και στον άλλον.

Η μουσική της εν συγκρίσει με εκείνη της Ustvolskaya είναι πιο "πλούσια" σε ηχητικές δομές αν και παραμένει και αυτή "ελλειπτική" σε ένα βαθμό και κυρίως "υπαινισσόμενη" το θέμα μάλλον παρά αναπτύσσοντάς το.

Μπορείτε να ακούσετε δίπλα δεξιά στο gcast το δεύτερο και τρίτο μέρος από το "The Canticle of the Sun of St Francis of Assisi" (για τσέλλο, χορωδία δωματίου και ορχήστρα - αφιερωμένο στον Mstislav Rostropovich) της Sofia Gubaidulina και αμέσως μετά την Σονάτα για πιάνο Νο.1 της Galina Ustvolskaya που ακολουθεί.


Tuesday, July 14, 2009

Εκδοτικές τυμβωρυχίες...


Ομολογουμένως με όχι καλή διάθεση διάβασα στο φύλλο της "Ελευθεροτυπίας" της 28/6/2009 , πως ο εκδοτικός οίκος Ίκαρος σκοπεύει να συγκεντρώσει διάφορα "κατάλοιπα" του Νίκου Καρούζου και να τα εκδώσει σε έναν τόμο.
Τα κατά κανόνα ολιγόστιχα αυτά σχεδιάσματα ο ποιητής τα έγραφε συνήθως σε "χαρτάκια" όταν βρισκόταν με παρέα και τα χάριζε σε διάφορους συνδαιτυμόνες του, έτσι, "τιμής ένεκεν" για την περίσταση. Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, πρόκειται για καθαρά ευκαιριακούς στίχους τους οποίους ο ίδιος είχε απαρεγκλίτως κρατήσει έξω από το σύνολο του προς έκδοση έργου του.
Και όχι μόνον αυτό.

Όσοι υπήρξαν κοντά στο Νίκο Καρούζο σε κάποια περίοδο της ζωής του, γνωρίζουν καλώς πως ο ποιητής είχε ρητά εκφράσει την επιθυμία του ώστε αυτά τα "σχεδιάσματα του κεφιού" να μην συμπεριληφθούν ποτέ σε έκδοση ποιημάτων του.
Και αναρωτάται κανείς; μήπως δεν γνωρίζουν αυτό το πράγμα και οι εκδότες του Ικάρου; Ασφαλώς και το γνωρίζουν, ή οφείλουν να το γνωρίζουν και αυτό είναι το πλέον λυπηρό. Διότι όταν παραβιάζεις την εκφρασμένη θέληση ενός ανθρώπου που δεν είναι πλέον στη ζωή και δεν μπορεί να υπερασπιστεί το έργο του απέναντι σε τέτοιες "πρωτοβουλίες", τότε αυτό είναι κάτι που ας το χαρακτηρίσει όπως θέλει ο καθένας...

Ιλαρή δε αίσθηση αποκομίζει κανείς όταν διαβάζει και τα λεγόμενα του επιμελητή αυτής της επικείμενης έκδοσης. Ο Νίκος Καρούζος, μας πληροφορεί περιχαρής, χάριζε αυτά τα "χαρτάκια" σε "συμπότες"(!) του, και υπάρχουν πολλά τέτοια σκορπισμένα από εδώ και από εκεί, και όποιος προσκομίσει ένα, αν το έχει στη κατοχή του, για να συμπεριληφθεί στην έκδοση, ανταποδίδει με αυτό τον τρόπο στον ποιητή την γενναιοδωρία του(!!).

Κατ'αρχήν, όχι "συμπότες", αγαπητέ μου, όχι "συμπότες"... "Συνδαιτυμόνες" είναι η σωστή λέξη. Να ξέρουμε τι λέμε καμμιά φορά και ας αφεθεί κατά μέρος αυτή η ανόητη και χρόνια τάση μερικών να παρουσιάζουν τον Καρούζο ως εάν ήταν ένας Έλληνας Μπουκόφσκι ή κάποιος μεθύστακας θυμόσοφος. Τίποτε πιο μακριά από την αλήθεια και όποιος ξέρει εδώ ξέρει, δεν χρειάζονται περισσότερες εξηγήσεις.

Όμως το θέμα καταντάει μάλλον σπαρταριστό μέσα στον αναπόφευκτο ζόφο του, όταν αναλογίζεται κάποιος το εξής:

Προσκομίζοντας το "χαρτάκι" του ο καθείς , θα λαμβάνει τον τίτλο του "επίτιμου συμπότη" του Νίκου Καρούζου και το όνομά του θα αναφέρεται σε αυτόν τον υπό σχέδιο έκδοσης τόμο.

Έτσι είναι, χαρτάκι και συμπότης. Συμπότης και χαρτάκι. Τα όνειρά σας, δηλαδή γίνονται πραγματικότητα.
Και μη χειρότερα. Όλα τα είδαμε στην (υπο)λογοτεχνική Ελλάδα, αυτό πραγματικά έλειπε από την συλλογή.

Τι περισσότερο να πει κανείς. Ας ελπίσουμε να καταλάβουν αυτοί οι άνθρωποι την γκάφα τους (το λιγότερο) και να συνειδητοποιήσουν την απαράδεκτη και τραγελαφική παραβίαση της θέλησης του ποιητή στην οποία προβαίνουν, και να αφήσουν τα "χαρτάκια" και τους "συμπότες" στην ησυχία τους, και τα σχέδια για περαιτέρω οικονομικό ξεζούμισμα του ονόματος του Νίκου Καρούζου στην άκρη.

ΥΓ. Από εμένα πάντως δεν θα δουν ούτε μισό χαρτάκι...